Kαταγγελία στη φορολογική αρχή και φορολογικό απόρρητο-Παραδείγματα
του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Νίκης Χατζοπούλου*
Ακούγεται συχνά η φράση: «Θα σου κάνω καταγγελία στο ΣΔΟΕ». Και πράγματι είναι χιλιάδες οι καταγγελίες που γίνονται στις φορολογικές αρχές για παραβίαση της φορολογικής νομοθεσίας. Με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης περί θέσπισης κυρώσεων για τις αβάσιμες μηνύσεις και καταγγελίες θα θέλαμε να αναφερθούμε στα δικαιώματα του καταγγελλόμενου κατόπιν καταγγελίας ενώπιον των φορολογικών αρχών, επώνυμης ή ανώνυμης.
Σε προηγούμενο άρθρο μας («Φορολογικός έλεγχος μετά από καταγγελία») είχαμε αναλύσει τις φορολογικές συνέπειες της καταγγελίας. Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε την καταγγελία από πλευράς της δυνατότητας άμυνας του καταγγελλόμενου σε συνδυασμό με το φορολογικό απόρρητο.
Παράδειγμα:
Καταγγελλόμενος ζητάει την πρόσβασή του στο περιεχόμενο καταγγελίας σε βάρος του, η οποία έχει περιέλθει στην φορολογική αρχή.
Καταρχήν, με βάση το άρθρο 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας όποιος έχει ειδικό έννομο συμφέρον δικαιούται, ύστερα από γραπτή αίτησή του, να λαμβάνει γνώση των ιδιωτικών εγγράφων που φυλάσσονται στις δημόσιες υπηρεσίες και είναι σχετικά με υπόθεσή του η οποία εκκρεμεί σε αυτές ή έχει διεκπεραιωθεί από αυτές. Ως προς τα δημόσια έγγραφα, επίσης, υπάρχει δικαίωμα λήψης αντιγράφων, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί απορρήτου.
Παράδειγμα: Φορολογούμενος δύναται να ζητά αντίγραφο της Πληροφοριακής Έκθεσης ΥΕΔΔΕ ή ΣΔΟΕ μόνον όμως για το απόσπασμα της έκθεσης που τον αφορά, για λόγους προστασίας του φορολογικού απορρήτου έτερων φορολογούμενων που τυχόν περιλαμβάνονται στοιχεία τους στην ίδια Έκθεση.
Επιπλέον, με βάση τη νομοθεσία περί προστασίας προσωπικών δεδομένων, ο καταγγελλόμενος, ως υποκείμενο των δεδομένων της καταγγελίας που έχει υποβληθεί σε βάρος του στη Φορολογική Διοίκηση, έχει δικαίωμα ενημέρωσης αναφορικά με το περιεχόμενο και την προέλευση (πηγή) των στοιχείων της καταγγελίας. Ωστόσο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 33 του ν.4624/2019, αλλά και του άρθρου 5 παρ. 3 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, το ανωτέρω δικαίωμα περιορίζεται στον βαθμό που μέσω της ενημέρωσης θα αποκαλύπτονταν πληροφορίες, οι οποίες σύμφωνα με διάταξη νόμου ή λόγω της φύσης τους, ιδίως λόγω υπέρτερων συμφερόντων τρίτου, πρέπει να παραμείνουν απόρρητες.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η Διοίκηση υποχρεούται μεν να γνωστοποιεί το περιεχόμενο έγγραφης καταγγελίας στον καταγγελλόμενο και να του χορηγεί αντίγραφο αυτής, υπό την επιφύλαξη, όμως, των εξαιρέσεων προστασίας του δημοσίου συμφέροντος ή υπέρτερου ιδιωτικού συμφέροντος τρίτου προσώπου για την προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του.
Ένα ακόμη κριτήριο που εκτιμούμε ότι λαμβάνεται υπόψιν είναι το κατά πόσον η καταγγελία αποτελεί την βάση και αιτιολογία για την επιβολή φόρων ή απλώς την αφορμή για διενέργεια φορολογικού ελέγχου.
Παράδειγμα (α): Πελάτης καταγγέλλει επιχείρηση εστίασης ότι δεν εξέδωσε απόδειξη.
Παράδειγμα (β): Ο Επιχειρηματίας Α καταγγέλλει την Επιχείρηση Β ότι εξέδωσε εικονικό τιμολόγιο στην επιχείρηση Γ, διότι η συναλλαγή ουδέποτε πραγματοποιήθηκε, δίνοντας στην φορολογική αρχή στοιχεία που αποδεικνύουν την εικονικότητα.
Στην πρώτη περίπτωση η δυνατότητα λήψης (ανωνυμοποιημένου) αντιγράφου της καταγγελίας είναι κρίσιμη, ενώ στην δεύτερη περίπτωση όχι. Στην περίπτωση δε που η τυχόν διαπίστωση της τέλεσης φορολογικών παραβάσεων και η επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων στηρίζεται αποκλειστικά στις έρευνες και τους ελέγχους της ως άνω υπηρεσίας και στα πραγματικά περιστατικά που αυτές διαπίστωσαν, τότε η οποιαδήποτε προσβολή των υλικών συμφερόντων και της ηθικής υπόστασης του καταγγελλόμενου δεν απορρέει από την καταγγελία, αλλά από διοικητικές πράξεις και ενέργειες κατά των οποίων μπορεί αυτός να προστατεύσει αποτελεσματικά τα δικαιώματά του με τα ειδικώς προβλεπόμενα από τον νόμο ένδικα μέσα και βοηθήματα, χωρίς να χρειάζεται να στραφεί και κατά του καταγγέλλοντος (Γνωμ. ΝΣΚ 482/1995).
Συναφώς με τα ανωτέρω (αλλά αντίστροφα), πρόσφατα εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 28/2023 Γνωμοδότηση ΝΣΚ που απαντά θετικά στο ερώτημα κατά πόσον η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων οφείλει να χορηγήσει στοιχεία και πληροφορίες (φορολογικά στοιχεία) ανώνυμης εταιρείας στην ανεξάρτητη διοικητική αρχή «Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα», η οποία διενεργεί έλεγχο στην εν λόγω εταιρεία, κατόπιν αναφοράς – καταγγελίας φυσικού προσώπου, αλλά και αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 1 του ν. 4624/2019, λαμβάνοντας υπόψη και τις διατάξεις (άρθρο 17 ν. 4987/2022) περί φορολογικού απορρήτου.
Συμπερασματικά, ο φορολογούμενος που υφίσταται έλεγχο κατόπιν καταγγελίας έχει δικαίωμα να λάβει γνώση του περιεχομένου αυτής, σε περίπτωση που τα δεδομένα που περιλαμβάνει η καταγγελία αποτελούν κρίσιμα στοιχεία για τον καταλογισμό φόρων και όχι απλώς ένα έναυσμα για την διενέργεια ελέγχου. Σε κάθε περίπτωση, όμως, το απόρρητο και τα προσωπικά στοιχεία του καταγγέλλοντος προστατεύονται.
Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr
* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.
Η Νίκη Χατζοπούλου είναι δικηγόρος Παρ’Αρείω Πάγω LL.M. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της ARTION AE.
Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)