Ν.4093/2012
NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4093
Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013−2016 − Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013−2016.
(ΦΕΚ Α’ 222/12-11-2012)
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Αρθρο πρώτο.
Αρθρο πρώτο. – Κείμενο νόμου
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α.: ΕΓΚΡΙΣΗ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ 2013-2016
1. Εγκρίνεται το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016, το οποίο επισυνάπτεται ως Παράρτημα I στον παρόντα νόμο, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του νόμου αυτού και στο οποίο περιλαμβάνονται για το τρέχον έτος και τα τέσσερα επόμενα έτη, κατά κύριο λόγο, τα εξής:
– Οι μεσοπρόθεσμοι στόχοι για τη Γενική Κυβέρνηση και τους επί μέρους φορείς της.
– Η περιγραφή και αξιολόγηση των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών εξελίξεων και προβλέψεων για το προηγούμενο έτος το τρέχον έτος, το έτος προϋπολογισμού και τα επόμενα τρία έτη.
– Οι παραδοχές των οικονομικών και δημοσιονομικών προβλέψεων (μισθολογικές και συνταξιοδοτικές εξελίξεις, παροχές, δαπάνες αγαθών και υπηρεσιών, δαπάνες επενδύσεων και δαπάνες τόκων).
– Οι κύριες πηγές κινδύνου για τις δημοσιονομικές προβλέψεις.
– Ο στόχος για το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης.
– Τα συνολικά ανώτατα όρια δαπανών για τη Γενική Κυβέρνηση, καθώς και τα ανώτατα όρια του Κρατικού Προϋπολογισμού, των ΟΤΑ και των ΟΚΑ για την περίοδο.
– Οι δαπάνες και τα έσοδα σε Κεντρική Κυβέρνηση, τοπική αυτοδιοίκηση, κοινωνική ασφάλιση για τα αντίστοιχα έτη.
– Οι προβλεπόμενες δαπάνες της Κεντρικής Κυβέρνησης ανά Υπουργείο για τον Προϋπολογισμό του επόμενου έτους, καθώς και οι συνολικές δαπάνες τους για την υπό εξέταση περίοδο.
– Τα έσοδα και οι δαπάνες της Κεντρικής Κυβέρνησης ανά οικονομική κατηγορία και οι προβλέψεις για τα φορολογικά έσοδα, καθώς και οι δαπάνες για την περίοδο, οι εκτιμήσεις ανά οικονομική κατηγορία των ακαθάριστων εξόδων, εσόδων, και ελλείμματος ή πλεονάσματος του Κοινωνικού Προϋπολογισμού και των Ενοποιημένων Προϋπολογισμών της τοπικής αυτοδιοίκησης.
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.: ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ.
ΥΠΟΥΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.
1.α. Οι διατάξεις των άρθρων 1 του ν. 91/1943 (Α’ 129), 1 και 2 του ν.δ. 99/1974 (Α’ 295) και της παρ. 19 του άρθρου 4 του ν. 3513/2006 (Α’ 265) παύουν να ισχύουν για όσους από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα αποκτούν για πρώτη φορά την ιδιότητα του Βουλευτή ή του Δημάρχου, από την επομένη της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου. Τα πρόσωπα αυτά ασφαλίζονται για κύρια σύνταξη, πρόσθετη ασφάλιση και υγειονομική περίθαλψη, στους φορείς που ασφαλίζονταν πριν την εκλογή τους στα αξιώματα αυτά και ο χρόνος της θητείας τους λογίζεται ως χρόνος ασφάλισης στους φορείς αυτούς.
Σε περίπτωση που δεν υφίσταται προγενέστερη κατά τα ανωτέρω ασφάλιση, για τα εν λόγω πρόσωπα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 2 του ν. 3865/2010 (Α’ 120).
Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές, όπως αυτές καθορίζονται από τη νομοθεσία του κάθε φορέα, βαρύνουν του μεν ασφαλισμένου τους ίδιους, του δε εργοδότη τη Βουλή ή το Δήμο, κατά περίπτωση, παρακρατούνται από τη βουλευτική αποζημίωση ή την αντιμισθία και αποδίδονται ανά μήνα στους οικείους φορείς.
Όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα πριν την εκλογή τους υπάγονταν στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, οι ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί των συντάξιμων αποδοχών της οργανικής τους θέσης, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου των προηγούμενων εδαφίων.
β. Οι διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998 (Α’ 57), αντικαθίστανται ως εξής:
«14. Οι συντάξεις των συνταξιούχων του Δημοσίου, γενικά, συμπεριλαμβανομένων όσων λαμβάνουν βουλευτική σύνταξη ή χορηγία, οι οποίοι υπηρετούν ή προσλαμβάνονται σε θέσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α’ 65) και λαμβάνουν σύνταξη ή χορηγία, κατά περίπτωση και αποδοχές συγχρόνως, καταβάλλονται μειωμένες κατά 70% με εξαίρεση τις συντάξεις που καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 (Α’ 120) και 1977/1991 (Α’ 185), τις εξ ιδίου δικαιώματος πολεμικές συντάξεις που καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων, καθώς και τις εξ ιδίου δικαιώματος συντάξεις παθόντων στην υπηρεσία και εξαιτίας αυτής.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσους λαμβάνουν σύνταξη ή χορηγία από το Δημόσιο και καταλαμβάνουν θέση εξωκοινοβουλευτικού Υπουργού, Αναπληρωτή Υπουργού ή Υφυπουργού.
Οι διοριζόμενοι σε θέσεις προέδρων ή μελών Διοικητικών Συμβουλίων, φορέων του δημόσιου τομέα, οι οποίοι λαμβάνουν σύνταξη από το Δημόσιο ή από οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης μπορούν, αντί της υπαγωγής τους στις ρυθμίσεις του προηγούμενου εδαφίου, να επιλέξουν με υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 που απευθύνουν τόσο προς την υπηρεσία τους, όσο και προς τον οικείο ασφαλιστικό φορέα, την υπαγωγή τους στις ρυθμίσεις της παρ. 9 του άρθρου 6 του ν. 2469/1997 (Α’ 38).»
γ. Οι διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998, όπως τροποποιούνται με τις διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης έχουν εφαρμογή και για όσους λαμβάνουν ταυτόχρονα με τη σύνταξη ή τη χορηγία, κατά περίπτωση, βουλευτική αποζημίωση ή αντιμισθία ως αιρετά όργανα των Ο.Τ. Α. α’ και β’ βαθμού. Ειδικά η καταβολή της βουλευτικής σύνταξης ή της χορηγίας δημάρχου αναστέλλεται, εφόσον οι κατά περίπτωση δικαιούχοι επανεκλεγούν στα αξιώματα αυτά.
δ. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 58 του π.δ. 169/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Οι ανωτέρω διατάξεις έχουν εφαρμογή και: α. για όσους λαμβάνουν, εξ’ ιδίου δικαιώματος ή κατά μεταβίβαση, βουλευτική σύνταξη ή χορηγία αιρετού οργάνου των Ο. Τ. Α. α’ και β’ βαθμού, καθώς και
β. για όσους λαμβάνουν σύνταξη από το Δημόσιο, συμπεριλαμβανομένης και της βουλευτικής ή χορηγία και συγχρόνως βουλευτική αποζημίωση ή αντιμισθία, ως αιρετά όργανα των Ο.Τ. Α. α’ και β’ βαθμού, κατά περίπτωση».
ε. Χρόνος ασφάλισης σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα, καθώς και στο Δημόσιο δεν μπορεί να χρησιμεύσει για τη θεμελίωση ή την προσαύξηση βουλευτικής σύνταξης ή σύνταξης αιρετού οργάνου των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού.
στ. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 3865/2010 αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:
«2. Οι δήμαρχοι διατηρούν το καθεστώς υγειονομικής περίθαλψης στο οποίο υπάγονταν πριν την εκλογή τους στις ανωτέρω θέσεις, οι δε αναλογούσες κρατήσεις, υπολογίζονται επί της αντιμισθίας που λαμβάνουν, βαρύνουν τους ίδιους και αποδίδονται, ανά μήνα, στον οικείο φορέα.»
ζ. Οι διατάξεις της παρ . 3 του άρθρου 14 του ν. 3865/2010, από 1.1.2011 έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 93 του ν. 3852/2010 (Α’ 87), με εξαίρεση τους δημάρχους, καθώς και για τα πρόσωπα του άρθρου 182 του ίδιου ως άνω νόμου, τα οποία λαμβάνουν αντιμισθία.
η. Οι αναλογούσες εισφορές ασφαλισμένου των προσώπων της παρ . 1 των άρθρων 93 και 182 του ν. 3852/2010 βαρύνουν τους ίδιους.
θ. Οι καταβαλλόμενες κατά την 1.1.2013 και εφεξής κανονιζόμενες συντάξεις των βουλευτών και των αιρετών οργάνων των Ο.Τ. Α. α’ και β’ βαθμού που λαμβάνουν και δεύτερη κύρια σύνταξη από οποιοδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης ή το Δημόσιο, μειώνονται κατά 20%. Το ποσοστό της μείωσης ορίζεται σε 30% εάν τα ανωτέρω πρόσωπα λαμβάνουν και τρίτη σύνταξη συμπεριλαμβανομένης και της βουλευτικής ή της χορηγίας.
Η κατά τα ανωτέρω μείωση γίνεται επί του ακαθαρίστου ποσού της μηνιαίας βασικής σύνταξης, όπως αυτό ισχύει κατά την 31.12.2012, προ της παρακράτησης της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων και της επιπλέον εισφοράς της παρ. 14 του άρθρου 2 του ν. 4002/2011 (Α’ 180), καθώς και των μειώσεων που επιβλήθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 (Α’ 226), του άρθρου 1 του ν. 4051/2012 (Α’ 40) και της υποπαραγράφου της παρ. 3 του άρθρου αυτού, για τον υπολογισμό των οποίων, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, η βουλευτική σύνταξη ή χορηγία λαμβάνεται υπόψη μειωμένη κατά 20% ή 30%, κατά περίπτωση.
ι. Η εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξη για όσα από τα πρόσωπα της προηγούμενης περίπτωσης θα θεμελιώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1.1.2013 και μετά, καταβάλλεται με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας τους, με εξαίρεση όσα από αυτά είναι ανίκανα για κάθε βιοποριστικό επάγγελμα κατά ποσοστό 67% και άνω.
ια. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής, κατά το μέρος που αφορούν βουλευτικές συντάξεις, έχουν εφαρμογή και για τις συντάξεις των Προέδρων και Αντιπροέδρων της Κυβέρνησης, καθώς και για αυτές των Προέδρων της Βουλής.
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.2.
α. Στο τέλος του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 προστίθεται παράγραφος 15 ως εξής:
«15. α. Για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από 1.1.2013 και μετά, το όριο ηλικίας καταβολής της σύνταξής τους που προβλέπεται από τις διατάξεις:
αα. των υποπεριπτώσεων βα’ και βγ’ της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, αυξάνεται στο 67ο έτος,
ββ. της περίπτωσης β’ της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, αυξάνεται στο 62ο έτος.
β. Η σύνταξη όσων θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από 1.1.2013 και μετά, καταβάλλεται ολόκληρη με τη συμπλήρωση σαράντα (40) ετών πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας και του 62ου έτους της ηλικίας τους.»
β. Η υποπερίπτωση γγ’ της περίπτωσης β’ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 καταργείται.
γ. Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α’ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2084/1992 (Α’ 165), όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:
«α) Αν απομακρυνθεί της υπηρεσίας και έχει 15ετή πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία και το 67ο έτος της ηλικίας του.
Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1.1.2013 και μετά, η σύνταξη καταβάλλεται με τη συμπλήρωση 40 ετών πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας και του 62ου έτους της ηλικίας τους.»
δ. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 2084/1992 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο υπάλληλος δικαιούται μειωμένη σύνταξη μετά τη συμπλήρωση του 62ου έτους της ηλικίας του και των χρονικών προϋποθέσεων των άρθρων 3 και 7 του νόμου αυτού.»
ε. Οι διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων της παρούσας υποπαραγράφου Β. 2. έχουν εφαρμογή και για τους δικαστικούς λειτουργούς και τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1.1.2013 και μετά.
Ειδικά οι δικαστικοί λειτουργοί και τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία με τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 88 του Συντάγματος, δεν υπάγονται σε όσες από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής προβλέπουν καταβολή της σύνταξης με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας και συνταξιοδοτούνται άμεσα μετά την υποχρεωτική αποχώρησή τους από την υπηρεσία.
στ. Η σύνταξη όσων από τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3660/2008 (Α’ 78) θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης με βάση τις διατάξεις του ίδιου άρθρου, από 1.1.2013 και μετά, καταβάλλεται με τη συμπλήρωση του 60ου έτους της ηλικίας τους.
ζ. Το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης εε’ της περίπτωσης β’ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π. δ. 169/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για το προσωπικό εσωτερικής φύλαξης και εξωτερικής φρούρησης των γενικών, ειδικών και θεραπευτικών καταστημάτων κράτησης και των ιδρυμάτων αγωγής ανηλίκων, που θεμελιώνει δικαίωμα σύνταξης από 1.1.2013 και μετά η σύνταξη καταβάλλεται ακέραια με τη συμπλήρωση του 60ου έτους της ηλικίας τους ή με τη συμπλήρωση τριάντα επτά (37) ετών συντάξιμης υπηρεσίας ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας.»
η. Οι διατάξεις του πρώτου και δευτέρου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν. 2084/1992 αντικαθίστανται από 1.1.2013 ως εξής:
«7. Υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, καθώς και στρατιωτικοί που έχουν ασφαλισθεί, για κύρια σύνταξη, σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό πριν την 1.1.1993, δικαιούνται σύνταξη από το Δημόσιο κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007, εφόσον αποχωρούν με αίτησή τους και έχουν συμπληρώσει 15ετή πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία και το 67ο έτος της ηλικίας τους. Η συμπλήρωση της ανωτέρω 15ετούς συντάξιμης υπηρεσίας δεν συνιστά θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, κατά την έννοια των διατάξεων των προηγουμένων περιπτώσεων.»
θ. ………………..
ι. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 3865/2010 (Α’ 120) και τις οικείες διατάξεις του Κανονισμού της Βουλής έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους υπαλλήλους της Βουλής.
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.3.
α. Η μηνιαία σύνταξη ή το άθροισμα των μηνιαίων συντάξεων και μερισμάτων, άνω των 1.000 ευρώ, που καταβάλλονται από οποιαδήποτε πηγή και για οποιαδήποτε αιτία, μειώνεται ως εξής:
Για συνολικό ποσό σύνταξης ή αθροίσματος συντάξεων:
αα. Άνω των 1.000,00 ευρώ και έως 1.500,00 ευρώ, μειώνεται το σύνολο του ποσού κατά 5% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.000,01 ευρώ.
ββ. Από 1.500,01 ευρώ έως και 2.000,00 ευρώ, μειώνεται το σύνολο του ποσού κατά 10% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.425,01 ευρώ.
γγ. Από 2.000,01 ευρώ έως και 3.000,00 ευρώ, μειώνεται το σύνολο του ποσού κατά 15% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.800,01 ευρώ και
δδ. από 3.000,01 ευρώ και άνω, μειώνεται το σύνολο του ποσού κατά ποσοστό 20% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 2.550,01 ευρώ.
β. Για τον προσδιορισμό του ποσοστού μείωσης λαμβάνεται υπόψη το ποσό της μηνιαίας βασικής σύνταξης ή των μηνιαίων βασικών συντάξεων όπως αυτά θα έχουν διαμορφωθεί την 31.12.2012 μετά την τυχόν παρακράτηση της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων και της επιπλέον εισφοράς της παρ . 14 του άρθρου 2 του ν. 4002/2011, καθώς και των τυχόν μειώσεων που επιβλήθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 και του άρθρου 1 του ν. 4051/2012.
γ. Σε περίπτωση συρροής συντάξεων το ποσό της μείωσης επιμερίζεται αναλογικά σε κάθε φορέα ή τομέα και αποτελεί έσοδο του οικείου ασφαλιστικού φορέα ή τομέα.
δ. Εξαιρούνται των ανωτέρω μειώσεων οι συνταξιούχοι του Δημοσίου, γενικά, οι οποίοι είναι ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, σύμφωνα με γνωμάτευση της Ανωτάτης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής ΤΗΣΥΕ). Επίσης, εξαιρούνται των ανωτέρω μειώσεων οι αποδοχές, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 875/1979 (Α’ 50), των Αναπήρων Πολέμου Αξιωματικών Πολεμικής Διαθεσιμότητας, καθώς και των υπηρετούντων στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας της κατηγορίας μονίμου διαθεσιμότητας, με ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω, σύμφωνα με γνωμάτευση της Ανωτάτης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής, όπως επίσης και όσοι συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 και 1977/1991.
Γενικά, η γνωμάτευση των υγειονομικών επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας λαμβάνεται εξίσου υπόψη για την εξαίρεση από τις μειώσεις της περίπτωσης δ’ της υποπαραγράφου Β3 της παραγράφου Β’ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Οι γνωματεύσεις δε της Ανώτατης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής ισχύουν και για τη συνταξιοδότηση από οποιονδήποτε άλλο φορέα συνταξιοδότησης.
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.4.
Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και το επίδομα αδείας που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2592/1998 (Α’ 57) και του άρθρου Μόνου του ν. 3847/2010 (Α’ 67) καταργούνται. Κατ’ εξαίρεση από 1.1.2013 το συνολικό ετήσιο ποσό των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και του επιδόματος αδείας που καταβαλλόταν μέχρι την 31.12.2012 στα πρόσωπα της περίπτωσης δ΄ της υποπαραγράφου Β3, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με τις διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης, επιμερίζεται σε δωδεκάμηνη βάση και το ποσό που αντιστοιχεί κατά μήνα προσαυξάνει τη μηνιαία σύνταξη των προσώπων αυτών.
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.5.
α. Από 1.1.2013 οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 5 και της παρ. 6 του άρθρου 31 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«α. Το συνολικό ποσό σύνταξης ή συντάξεων που λαμβάνουν οι άγαμες ή διαζευγμένες θυγατέρες, από το Δημόσιο, των οποίων το συνταξιοδοτικό δικαίωμα γεννήθηκε πριν την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 3865/2010, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 720€. Στις περιπτώσεις καταβολής δύο συντάξεων που το άθροισμά τους υπερβαίνει το ανωτέρω ποσό, η περικοπή του υπερβάλλοντος ποσού, διενεργείται επί της μεγαλύτερης σύνταξης και εάν αυτή δεν επαρκεί περικόπτεται ανάλογα και η δεύτερη σύνταξη.
β. Από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού καταργείται η καταβολή του επιδόματος εξομάλυνσης του άρθρου 1 του ν. 3670/2008 (Α’ 117) στις συντάξεις των προσώπων της προηγούμενης περίπτωσης.
γ. Στις περιπτώσεις που στη σύνταξη συντρέχουν περισσότεροι του ενός δικαιούχοι, το ποσό της περίπτωσης α’ επιμερίζεται σε αυτούς σε ίσες μερίδες. Ειδικά στην περίπτωση που συνδικαιούχος στη σύνταξη είναι επιζών σύζυγος, το μερίδιό του δεν παραβλάπτεται από τον κατά τα ανωτέρω περιορισμό του ποσού που αναλογεί στο μερίδιο των προσώπων της περίπτωσης α’.
δ. Η καταβολή της σύνταξης των άγαμων ή διαζευγμένων θυγατέρων αναστέλλεται, εάν όπως προκύπτει από τη φορολογική τους δήλωση του προηγούμενου οικονομικού έτους, έχουν και άλλα εισοδήματα, εκτός από την κύρια και επικουρική σύνταξή τους, τα οποία υπερβαίνουν το αναγόμενο σε ετήσια βάση ποσό της περίπτωσης α’ .
ε. Από την αναστολή ή την περικοπή της σύνταξης σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις δ’ και ε’ δεν επωφελούνται τα τυχόν συνδικαιούχα πρόσωπα.
στ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν έχουν εφαρμογή για όσα από τα πρόσωπα που αναφέρονται σε αυτές είναι ανήλικα ή ανάπηρα κατά ποσοστό 67% και άνω ή σπουδάζουν και υπό τις προϋποθέσεις της περίπτωσης δ’ της παρ. 1 του άρθρου 5 του Κώδικα αυτού.»
β. Από 1.1.2013 οι καταβαλλόμενες από το Δημόσιο στα ανωτέρω πρόσωπα συντάξεις αναπροσαρμόζονται οίκοθεν από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποπαράγραφο αυτή.
γ. Οι διατάξεις της υποπαραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του π.δ. 167/2007 (Α’ 208) και του π.δ. 168/2007 (Α’ 209).
δ. Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 των άρθρων 5 και 31, αντίστοιχα, του π.δ. 169/2007, της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 3865/2010, καθώς και αυτές της παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 3865/2010 κατά το μέρος που παραπέμπουν στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3620/2007, καταργούνται. Σχετικές αιτήσεις που έχουν υποβληθεί στις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων, μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού, εξετάζονται με βάση τις καταργούμενες διατάξεις.
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.6.
Οι διατάξεις της περίπτωσης α’ της παρ. 2 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου: «Μέτρα ενίσχυσης των χαμηλοσυνταξιούχων» (Α’ 211) που κυρώθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2453/1997 (Α’ 4), όπως ισχύει, αντικαθίσταται από 1.1. 2014 ως εξής: «Έχουν συμπληρώσει το 64ο έτος της ηλικίας τους.»
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.7.
Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων των προηγουμένων υποπαραγράφων, καταργείται κάθε διάταξη που αντίκειται σε όσα ρυθμίζονται με τις διατάξεις των προηγούμενων υποπαραγράφων.
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.8.
Η ισχύς των διατάξεων των προηγουμένων παραγράφων αρχίζει από 1.1.2013, εκτός εάν διαφορετικά προβλέπεται στις επί μέρους διατάξεις των παραγράφων αυτών.
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.9.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται αναλόγως και για τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ. που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς, είτε οι συντάξεις τους βαρύνουν το Δημόσιο είτε τους οικείους φορείς, καθώς και για το προσωπικό του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών Ταμείων του προσωπικού των Σιδηροδρομικών Δικτύων, που διέπονται από το καθεστώς του ν. δ. 3395/1955 (Α’ 276).
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ. 1.: ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ
1. Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη, ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία, για λειτουργούς, υπαλλήλους και μισθωτούς του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ., και Ο.Τ.Α., καθώς και για τα μόνιμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και αντίστοιχους της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος, καταργούνται από 1.1.2013.
2. Αναστέλλεται μέχρι 31.12.2016, η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 19 και της περίπτωσης β’ του τελευταίου εδαφίου της παρ . 2 του άρθρου 29 του ν. 4024/2011 (Α’ 226). Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν από 31.10.2012.
3. Από 1.1.2013 η αντιμισθία των προέδρων των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων μειώνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού που καταβάλλεται στις 31.12.2012.
4. Από 1.1.2013 τα μέλη των δημοτικών συμβουλίων, των οικονομικών επιτροπών των δήμων, των επιτροπών ποιότητας ζωής και των λοιπών επιτροπών των δημοτικών συμβουλίων των δήμων, καθώς και των διοικητικών επιτροπών του άρθρου 164 του ν. 3852/2010 (Α’ 87) δεν λαμβάνουν αποζημίωση για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις των ανωτέρω οργάνων.
5. Από 1.1.2013, οι αποδοχές, οι αποζημιώσεις, τα έξοδα παράστασης και οι πάσης φύσεως αμοιβές των Διοικητών, Υποδιοικητών, των Προέδρων, Αντιπροέδρων, Διευθυνόντων Συμβούλων, καθώς και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου των Ιδρυμάτων και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου των Δήμων και των Περιφερειών, καθώς και των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου αυτών, συμπεριλαμβανομένων των Συνδέσμων των Ο.Τ.Α., αλλά και των ανωνύμων εταιρειών, στις οποίες οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης κατέχουν ποσοστό πάνω από το 50% του μετοχικού κεφαλαίου, μειώνονται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%).
6. α. Ο βασικός μισθός του Γενικού Γραμματέα Υπουργείου και του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης της παραγράφου 1Α του διατακτικού της απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών με αριθμό α2/57332/0022/27.7.2012 (ΥΟΔΔ 358), διαμορφώνεται, από 1.1.2013, στο ποσό των τριών χιλιάδων τετρακοσίων πενήντα ευρώ (3.450 €).
β. Ο βασικός μισθός του Ειδικού Γραμματέα Υπουργείου της παραγράφου 1 Β της απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών με αριθμό 2/57332/0022/ 27.7.2012 (ΥΟΔΔ 358), διαμορφώνεται, από 1.1.2013, στο ποσό των τριών χιλιάδων ευρώ (3.000 €).
7. α. Η περίπτωση δ’ της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4024/2011 αντικαθίσταται, από 1.1.2013, ως εξής:
«δ) Οι υπάλληλοι της Βουλής, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό της, και της Προεδρίας της Δημοκρατίας.»
β. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 4024/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας και Οικονομικών καθορίζεται το σύστημα βαθμολογικής εξέλιξης και το μισθολόγιο που εφαρμόζεται για το προσωπικό της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών από 1.1.2013 και εφεξής, σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες της Υπηρεσίας αυτής.
Η ως άνω κοινή υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά φυλάσσεται στο ερμάριο ασφαλείας της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης και επικυρωμένο αντίγραφο επιδίδεται μόνο στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και στην ίδια την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Σε κάθε περίπτωση, οι διατάξεις του ν. 3205/2003 και της υπ’ αριθ. πρωτ.2/49212/0022/31.7.2007 απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης, όπως ισχύουν κατά την ημερομηνία ψήφισης του ν. 4093/2012, δεν θίγονται είτε πριν είτε μετά την έκδοση της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης.»
8. Οι αποδοχές, οι αποζημιώσεις, τα έξοδα παράστασης και οι αμοιβές εν γένει, που καταβάλλονται στους Προέδρους, Αντιπροέδρους και τα μέλη των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών (ΑΔΑ), καθώς και στους Διοικητές, Υποδιοικητές, στους Προέδρους, Αντιπροέδρους, Διευθύνοντες Συμβούλους και στα μέλη του Δ.Σ. των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ν.Π.Ι.Δ. της περίπτωσης 12 της παρούσας υποπαραγράφου, επιφυλασσομένων των διατάξεων της περίπτωσης 5, μειώνονται κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), από 1.1.2013. Η παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (Α’ 40) καταργείται από 1.1.2013.
9. Το χρονοεπίδομα που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του διατακτικού της κοινής υπουργικής απόφασης με αριθμό 2/17132/0022/28.2.2012 (Β’ 498) καταργείται από 1.1.2013.
10. Οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 55 του ν. 4075/2012 (Α’ 89) καταργούνται από τότε που ίσχυσαν.
11. Από 1.1.2013 καταργείται η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 58 του ν. 3528/2007 (Α’ 26) και της παρ. 5 του άρθρου 65 του ν. 3584/2007 (Α΄ 143) προσαύξηση αποδοχών σε όσους χορηγείται άδεια υπηρεσιακής εκπαίδευσης στο εσωτερικό. Στους υπαλλήλους που χορηγείται άδεια για μετεκπαίδευση ή μεταπτυχιακή εκπαίδευση στο εξωτερικό, για τον υπολογισμό της προσαύξησης λαμβάνεται υπόψη μόνο ο βασικός μισθός.
12. Οι διατάξεις του Κεφαλαίου Δεύτερου του ν. 4024/2011 που αφορούν το βαθμολογικό και μισθολογικό καθεστώς των υπαλλήλων του άρθρου 4 του ίδιου νόμου, έχουν ανάλογη εφαρμογή, από 1.1.2013, και στο προσωπικό των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.), που ανήκουν στο Κράτος ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ. Α., κατά την έννοια της επίτευξης κρατικού ή δημόσιου ή αυτοδιοικητικού σκοπού, εποπτείας, διορισμού και ελέγχου της πλειοψηφίας της Διοίκησής τους, συμπεριλαμβανομένων των Γενικών και Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων, ή επιχορηγούνται τακτικά, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από πόρους των ως άνω φορέων κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, καθώς και των λοιπών δημόσιων επιχειρήσεων, οργανισμών και ανωνύμων εταιρειών, που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α’ του ν. 3429/2005 (Α’ 314), όπως έχουν τροποποιηθεί με τις διατάξεις της παρ. 1 α του άρθρου 1 του ν. 3899/2010 (Α’ 212).
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, οι οποίες μπορούν να ανατρέχουν στην έναρξη ισχύος των διατάξεων της παρούσας περίπτωσης, μπορούν να ρυθμίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής των προηγούμενων εδαφίων.
Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων της παρούσας περίπτωσης, για τους ανωτέρω παύουν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 31 του ν. 4024/2011, εκτός από αυτές της παραγράφου 2.
13. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 29 του ν. 3205/2003 (Α’ 297) αντικαθίστανται, από 1.8.2012, ως εξής:
«1. Ο μηνιαίος βασικός μισθός όλων των βαθμών της ιεραρχίας των δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας (Σ.τ. Ε.), των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων, του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Ε.Σ.), των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων (Τ.Δ.Δ.) και της Γενικής Επιτροπείας αυτών, καθορίζεται με βάση το βασικό μισθό του βαθμού του Πρωτοδίκη και των αντίστοιχων με αυτόν βαθμών, ο οποίος πολλαπλασιάζεται με τους παρακάτω συντελεστές και στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ:
α. Πρόεδρος Σ.τ.Ε., Πρόεδρος και Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου (Α.Π.), Πρόεδρος του Ε.Σ., Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ε.Σ., Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των Τ .Δ.Δ.. 1.70
β. Αντιπρόεδρος του Σ.τ.Ε., του Α.Π. και του Ε.Σ. ,Επίτροπος της Επικρατείας του Ε.Σ. και Επίτροπος της Επικρατείας των Τ.Δ.Δ.. 1.62
γ. Σύμβουλος της Επικρατείας, Αρεοπαγίτης, Αντεισαγγελέας του Α. Π., Σύμβουλος και Αντεπίτροπος του Ε.Σ., Αντεπίτροπος Επικρατείας των Τ.Δ.Δ., Πρόεδρος και Εισαγγελέας Εφετών και Πρόεδρος Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων. 1.42
δ. Πάρεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Εφέτης, Αντεισαγγελέας Εφετών, Πάρεδρος του Ε.Σ. και Εφέτης Διοικητικών Δικαστηρίων. 1.27
ε. Πρόεδρος και Εισαγγελέας Πρωτοδικών, Πρόεδρος Πρωτοδικών Διοικητικών Δικαστηρίων και Ειρηνοδίκης Α’ Τάξης. 1.13
στ. Εισηγητής του Σ.τ.Ε. και του Ε.Σ., Πρωτοδίκης, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών, Πρωτοδίκης Διοικητικών Δικαστηρίων και Ειρηνοδίκης Β’ Τάξης. 1,00
ζ. Δόκιμος Εισηγητής του Σ.τ.Ε. και του Ε.Σ., Πάρεδρος Πρωτοδικείου, Πάρεδρος Εισαγγελίας, Πάρεδρος Πρωτοδικείου των Διοικητικών Δικαστηρίων και Ειρηνοδίκης Γ’ Τάξης. 0.85
η. Ειρηνοδίκης Δ’ Τάξης 0.77
2. Για τη διαμόρφωση των νέων βασικών μισθών της προηγούμενης παραγράφου ο μηνιαίος βασικός μισθός του Πρωτοδίκη ορίζεται σε χίλια επτακόσια εβδομήντα οκτώ (1.778) ευρώ.».
14. Οι παράγραφοι 3, 5, και 6 του άρθρου 30 του ν. 3205/2003 αντικαθίστανται, από 1.8.2012, ως εξής:
«3. Για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των υποθέσεων, καθώς και για την αντιστάθμιση δαπανών στις οποίες υποβάλλονται κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους (δημιουργία και ε