Παραγραφή φορολογικών υποθέσεων: καταστροφή αρχείου έτους 2017

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Nατάσας Δαλιάνη και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Πλησιάζοντας προς το τέλος του έτους θα θέλαμε να αναφερθούμε στην παραγραφή των φορολογικών υποθέσεων. Τις ημέρες αυτές οι αρμόδιες Φορολογικές Αρχές (ΔΟΥ, ΣΔΟΕ, ΚΕΦΟΜΕΠ, ΚΕΜΕΕΠ, Ελεγκτικά Κέντρα) κοινοποιούν τα πορίσματα των διενεργηθέντων φορολογικών ελέγχων μαζί με τις πράξεις προσδιορισμού φόρου πριν την παραγραφή του έτους 2017. Στο παρόν άρθρο θα θέλαμε να καταγράψουμε ορισμένα βασικά στοιχεία για την παραγραφή και τις διαδικασίες που διέπουν τους φορολογικούς ελέγχους.

Είναι γνωστό ότι καταρχήν το δικαίωμα του Δημοσίου για διενέργεια φορολογικού ελέγχου είναι η πενταετία, με σημείο αφετηρίας που ποικίλει ανάλογα με το φορολογικό αντικείμενο. Παραδείγματος χάριν, για το εισόδημα η πενταετής προθεσμία εκκινεί από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης, άρα 31.12.2023 παραγράφεται η διαχειριστική χρήση 2017, ενώ όσον αφορά τα τέλη χαρτοσήμου, στις 31.12.2023 παραγράφονται τα τέλη από σύμβαση δανείου που συνάφθηκε το 2018 (άρα για σύμβαση του 2017 το χαρτόσημο έχει παραγραφεί), καθώς η υποχρέωση χαρτοσήμανσης ήταν (κατά τον χρόνο εκείνο) 5 ημέρες από την υπογραφή της σύμβασης. Εξαίρεση αποτελεί το χαρτόσημο δοσοληπτικών λογαριασμών, για το οποίο η παραγραφή είναι πενταετής από την ημερομηνία δημοσίευσης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, πχ. ημεδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα με φορολογικό έτος που λήγει στις 31/12/2017, ολοκληρώνει την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων μέχρι την 30/06/2018. Η καταληκτική ημερομηνία εμπρόθεσμης απόδοσης των τελών χαρτοσήμου δοσοληπτικών λογαριασμών είναι η 15/07/2018, κατά συνέπεια ημερομηνία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει τέλη χαρτοσήμου είναι η 31/12/2023. Επίσης, το χαρτόσημο των ενοικίων ακολουθεί την παραγραφή της φορολογίας εισοδήματος, καθώς συνυποβάλλεται με τη δήλωση.

Αυτό σημαίνει πως η παραγραφή συμπαρασύρει και την υποχρέωση διαφύλαξης του αρχείου του φορολογούμενου. Εφόσον κάποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν έχει υποστεί έλεγχο για το έτος 2017, αυτό σημαίνει ότι μπορεί να προβεί σε καταστροφή του αρχείου του για το έτος αυτό πλην των εγγράφων που αφορούν τα εργατικά θέματα. Παρόλο που ισχύει αυτό στην νομοθεσία, καλό θα ήταν το αρχείο να τηρείται και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, καθώς τα στοιχεία μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε διασταυρωτικούς ελέγχους που αφορούν εταιρείες και φυσικά πρόσωπα.

Στο πλαίσιο αυτό, τις τελευταίες ημέρες έχουν ενταθεί οι έλεγχοι των φορολογικών υποθέσεων που αφορούν το φορολογικό έτος 2017 (1/1/2017 – 31/12/2017), διότι παραγράφονται στο τέλους του τρέχοντος έτους (31/12/2023). Στη πράξη όμως, παραγράφονται στις 10 Δεκεμβρίου, διότι εκ του νόμου (με βάση το άρθρο 28 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας – Ν. 4174/2013) δίδεται περιθώριο είκοσι ημερών (20 ημέρες) στον κάθε φορολογούμενο, ούτως ώστε να έχει τη δυνατότητα να απαντήσει και να τεκμηριώσει τα πιθανά σφάλματα που προκύπτουν κατά τη διαδικασία του ελέγχου.

Με την παρέλευση του εικοσαημέρου, η ελεγκτική αρχή έχει ένα μήνα προκειμένου να επεξεργαστεί τα νέα στοιχεία και να κοινοποιήσει την  «Έκθεση Ελέγχου Προσδιορισμού Φόρου» καθώς και τις οριστικές καταλογιστικές πράξεις. Από τη στιγμή της κοινοποίησης και μετά, το ποσό που έχει προκύψει, βεβαιώνεται στις οφειλές του φορολογούμενου. Ο ελεγχόμενος έχει στη διάθεσή του 30 ημέρες προκειμένου να καταθέσει Ενδικοφανή Προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία μέσα σε  διάστημα 120 ημερών έχει την υποχρέωση να εξετάσει τους ισχυρισμούς του ελεγχόμενου και είτε να τους αποδεχθεί, είτε να τους απορρίψει.

Μετά την παρέλευση των 120 ημερών και στην περίπτωση που η Δ.Ε.Δ. δεν έχει λάβει θέση, η προσφυγή θεωρείται σιωπηρώς απορριπτέα και ο φορολογούμενος θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα ακολουθήσει τη δικαστική οδό ή θα εξοφλήσει το φόρο που έχει επιβληθεί.

Καταληκτικά, θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε ότι με τον ν. 4714/2020 (άρθρο 16) συστάθηκε η Επιτροπή Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών, έργο της Επιτροπής είναι η εξώδικη επίλυση των εκκρεμών ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων φορολογικών διαφορών. Με τον νόμο (ν. 5073/2023) ήδη έχει παραταθεί η αρμοδιότητά της και η  αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά έως τις 30 Ιουνίου 2024. Το αίτημα μπορεί να αφορά μόνο σε υποθέσεις που εκκρεμούν και δεν έχουν συζητηθεί, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων έως τις 29 Ιουνίου 2024. Μεταξύ άλλων, μέσα από αυτή την διαδικασία, μπορεί ο φορολογούμενος να επιλύσει συμβιβαστικά την διαφορά του με τη Φορολογική Αρχή επιτυγχάνοντας έκπτωση έως και 75% σε πρόσθετους φόρους, πρόστιμα και προσαυξήσεις. Ωστόσο, για την προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής απαιτείται να έχουν ακολουθηθεί όλα τα προηγούμενα βήματα (εμπρόθεσμη ενδικοφανής προσφυγή, εμπρόθεσμη δικαστική προσφυγή), γι’ αυτό και είναι σημαντικό ακολουθούνται από τον φορολογούμενο οι νόμιμες διαδικασίες, ώστε να μην απωλέσει μελλοντικά κάποιο δικαίωμά του.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Νατάσα Δαλιάνη είναι Senior Partner – Tax Director της Αrtion Α.Ε.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Τραπεζικοί λογαριασμοί στο εξωτερικό παρατείνουν την παραγραφή?

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Νάνσυ Καλλιανιώτη και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Πλησιάζοντας προς το τέλος του έτους, θα θέλαμε να αναφερθούμε στο ζήτημα της παραγραφής. Ως γνωστόν στις 31.12.2023 παραγράφεται το έτος 2017. Με το παρόν άρθρο θα θέλαμε να αναφερθούμε σε μία από τις περιπτώσεις παράτασης της παραγραφής, τα συμπληρωματικά στοιχεία, με αφορμή πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Κατά κανόνα στις φορολογικές υποθέσεις ισχύει η πενταετής παραγραφή, που ξεκινάει από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης. Ωστόσο, η προθεσμία παραγραφής μπορεί να παραταθεί στην δεκαετία, σε περίπτωση που μετά την πενταετία περιέλθουν σε γνώση οποιασδήποτε Υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης νέα στοιχεία ή πληροφορίες που δεν θα μπορούσαν να είναι σε γνώση αυτής εντός της πενταετίας και προκύπτει ότι η φορολογική οφειλή υπερβαίνει αυτήν που είχε προσδιορισθεί βάσει προηγούμενου άμεσου, διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και μόνο για το ζήτημα στο οποίο αφορούν.

Σχετικά με το ζήτημα αυτό έχει δημοσιευθεί μεγάλος αριθμός δικαστικών αποφάσεων σύμφωνα με τις οποίες «συμπληρωματικά στοιχεία» είναι εκείνα που αποδεικνύουν την ύπαρξη μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος, και όχι εκείνα τα οποία δίδουν απλώς έναυσμα ή αφορμή για έναρξη φορολογικού ελέγχου ορισμένου προσώπου, ή τα οποία αποτελούν αντικείμενο αξιολογήσεως ή επεξεργασίας εκ μέρους της φορολογικής Διοίκησης, χωρίς όμως να τεκμηριώνουν (στο πλαίσιο της άμεσης ή έμμεσης απόδειξης) την ύπαρξη μη δηλωθείσης φορολογητέας ύλης, όπως είναι τα στοιχεία που περιήλθαν στις ημεδαπές Αρχές από την αλλοδαπή.

 Στο πλαίσιο της υπ’ αριθ. 53/2023 απόφασης του ΣτΕ, το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο επικύρωσε την κρίση ότι δεν μπορούν να θεωρηθούν “συμπληρωματικά” (τα στοιχεία που αφορούν τραπεζικούς λογαριασμούς του φορολογουμένου/ελεγχομένου στην αλλοδαπή, από τα οποία δεν προκύπτει η ύπαρξη φορολογητέας ύλης στην ημεδαπή, έστω κι αν τα στοιχεία αυτά είναι εκείνα τα οποία έδωσαν το έναυσμα ή την αφορμή για τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου ο οποίος διακρίβωσε την ύπαρξη φορολογητέου εισοδήματος από τις κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών που ο φορολογούμενος/ελεγχόμενος τηρούσε σε τράπεζες της ημεδαπής, και όχι σε τράπεζες της αλλοδαπής.

Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης υπόθεσης, ο έλεγχος προέβη στη διασταύρωση των στοιχείων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της ελεγχόμενης με τα δεδομένα των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών της στις ημεδαπές τράπεζες και διαπίστωσε ότι οι τραπεζικοί λογαριασμοί της στην ημεδαπή περιλαμβάνουν ποσά τα οποία δεν καλύπτονται από τα (νομίμως φορολογημένα ή απαλλασσόμενα του φόρου) εισοδήματα που αυτή είχε δηλώσει στη φορολογική αρχή ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη πηγή ή αιτία.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η πληροφορία της ύπαρξης τραπεζικού λογαριασμού στο εξωτερικό από μόνη της δεν συνιστά συμπληρωματικό στοιχείο ικανό να παρατείνει την παραγραφή, αλλά θα πρέπει η ύπαρξη των χρημάτων να αποδεικνύει την ύπαρξη μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος, ώστε να έχει την έννοια του συμπληρωματικού στοιχείου. Δυστυχώς, πολύ συχνά βλέπουμε ότι οι φορολογικές αρχές (ΣΔΟΕ, ΚΕΦΟΜΕΠ, ΚΕΜΕΕΠ, ΕΛΚΕ) καταφεύγουν μη νομίμως σε χρήση περιπτώσεων παράτασης της παραγραφής χωρίς κατ’ ανάγκη να συντρέχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις, με αποτέλεσμα να καταλογίζονται φόροι που εν συνεχεία ακυρώνονται βάσει δικαστικών αποφάσεων.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Νάνσυ Καλλιανιώτη είναι Senior Partner – Tax Director της Αrtion Α.Ε.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Φορολογική μεταχείριση μείωσης κεφαλαίου

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία τoυ Διονύση Σαμόλη και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Οι μεταβολές στο κεφάλαιο μίας εταιρείας είναι ουσιώδεις για την χρηματοοικονομική εικόνα μίας ανώνυμης εταιρείας, καθώς η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ισοδυναμεί με μεγαλύτερη εξασφάλιση των πιστωτών και δανειστών της εταιρείας, ενώ αντίθετα η μείωση του κεφαλαίου υποδεικνύει συνήθως μία κακή πορεία της αποδοτικότητας της εταιρείας.

Η μείωση κεφαλαίου διακρίνεται στη πραγματική και ονομαστική. Η πραγματική μείωση συντελείται με την επιστροφή πλεονάζοντος κεφαλαίου στους μετόχους, με μείωση της αξίας της κάθε μετοχής ή με την ακύρωση μέρους του αριθμού των μετοχών.

Η μείωση μπορεί να γίνει αναλογικά για όλους τους μετόχους ή κάποιος μέτοχος με την ανάληψη του κεφαλαίου να μειώσει τη συμμετοχή του στην εταιρεία, ή ακόμη και  να αποχωρίσει ολοσχερώς από αυτή.

Η ονομαστική μείωση του κεφαλαίου μιας εταιρείας, που στην ουσία δεν υπάρχει επιστροφή κεφαλαίου στους  μετόχους, πραγματοποιείται στην περίπτωση ύπαρξης ζημιών που μειώνουν τη καθαρή θέση της εταιρείας, προκειμένου να γίνει απόσβεση αυτών. Στην ουσία είναι ένα χρηματοοικονομικό εργαλείο εξυγίανσης και πολλές φορές συνδυάζεται με παράλληλη αύξηση κεφαλαίου για ενίσχυση της κεφαλαιουχικής επάρκειας.

Κατά την πραγματική μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, με την επιστροφή μετρητών στους μετόχους, δεν επιβάλλεται φορολογία διότι δεν θεωρείται εισόδημα για τους μετόχους, αλλά απλή επιστροφή κεφαλαίου που σε προγενέστερο χρόνο είχαν καταθέσει.

Όπως έχει γίνει δεκτό από την Διοίκηση (1092405/1963/Α0012/11.11.2003 και Δ12Α 1145882 ΕΞ 2011/24.10.2011 έγγραφα), το μετοχικό κεφάλαιο που επιστρέφεται στους μετόχους λόγω μείωσής του δεν θεωρείται εισόδημα, γιατί δεν συγκεντρώνει τα εννοιολογικά γνωρίσματα του εισοδήματος και συνεπώς δεν τίθεται θέμα φορολόγησής του, εφόσον πρόκειται για επιστροφή μόνο του πράγματι καταβληθέντος κεφαλαίου.

Σύμφωνα με την Εγκύκλιο ΠΟΛ 1003/2017 έχουν δοθεί κατευθύνσεις για την φορολογική μεταχείριση της μείωσης κεφαλαίου σε σχέση με τα τεκμήρια.

Πιο συγκεκριμένα, αν κατά την συμμετοχή στο κεφάλαιο της εταιρείας το φυσικό πρόσωπο δεν υποχρεούταν από τις διατάξεις στην κάλυψη τεκμηρίου, τότε το ποσό που λαμβάνει αυτούσιο από τη μείωση του κεφαλαίου δεν θεωρείται εισόδημα και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάλυψη τεκμηρίου. Εξάλλου, δεν αναγράφεται στη δήλωση φόρου εισοδήματος (Ε1).

Αν όμως η συμμετοχή στην εταιρεία αποτελούσε τεκμήριο (από 1.1.2014 και μετά), τότε το ποσό του επιστρεφόμενου κεφαλαίου αποτελεί ποσό που προέρχεται από διάθεση περιουσιακού στοιχείου, αναγράφεται στους κωδικούς 781-782 του πίνακα 6 του Ε1 και καλύπτει τυχόν νέα επένδυση (συμμετοχή στο κεφάλαιο εταιρείας κ.λπ.). Στα επιστρεφόμενα ποσά κεφαλαίου δεν επιβάλλεται εισφορά αλληλεγγύης.

Παραδείγματα:

  1. Ο Α συμμετέχει το 2012 σε μία εταιρεία με εισφορά κεφαλαίου 50.000 ευρώ και δεν το δηλώνει στην φορολογική του δήλωση καθώς δεν είχε τη σχετική υποχρέωση. Αν το 2023 γίνει μείωση κεφαλαίου κατά ποσό 20.000 ευρώ δεν μπορεί να το επικαλεστεί ως εισόδημα για κάλυψη τεκμηρίων.
  2. Ο Α το 2015 συμμετείχε με ποσό 50.000 ευρώ σε μία εταιρεία και το ανέγραψε στην φορολογική του δήλωση, καθώς είχε τη σχετική υποχρέωση, τότε κατά τη μείωση κεφαλαίου το έτος 2022 θα πρέπει επίσης να αναφέρει αυτό στην φορολογική του δήλωση (κωδικός 781) και μπορεί να το επικαλεστεί σαν κεφάλαιο προς κάλυψη τεκμηρίων.

Περαιτέρω, η μείωση μετοχικού κεφαλαίου ΑΕ, αντί της διανομής μερισμάτων σε κερδοφόρες χρήσεις, δεν συνιστά τεχνητή διευθέτηση που αποβλέπει στην αποφυγή της φορολόγησης και οδηγεί σε φορολογικό πλεονέκτημα σύμφωνα με το άρθρο 38 του Ν. 4174/2013 (Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας – Κ.Φ.Δ.).

Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της υπ’ αριθ.  η Δ.Ε.Δ. (Α) 1356/2020 κατέληξε στην κρίση οι μεταβολές του μετοχικού κεφαλαίου (μειώσεις και αυξήσεις) σε συνδυασμό με τη μη διανομή κερδών στους μετόχους, αφενός  συνάδουν με την επιχειρηματική πρακτική και αφετέρου δεν αποτελούν τεχνητή διευθέτηση ή τεχνητές διευθετήσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την αλληλοαντιστάθμιση ή την αλληλοακύρωσή τους, δεδομένου ότι:

(α) Πολλές εταιρείες, έχοντας τη σχετική δυνατότητα (βάσει της οικονομικής τους κατάστασης και βάσει των προϋποθέσεων του εμπορικού νόμου), έχουν υιοθετήσει την επιλογή της επιστροφής του πλεονάζοντος μετοχικού κεφαλαίου αντί της διανομής κερδών, προκειμένου να μειώσουν την φορολογική επιβάρυνση των μετόχων τους, σύμφωνα δε με τη νομολογία του Δ.Ε.Ε. δεν συνιστούν, χωρίς την εξέταση και άλλων δεδομένων της υπόθεσης, τεχνητές διευθετήσεις (artificial) με σκοπό την φοροαποφυγή, οι πράξεις που έχουν σκοπό τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης.

(β) Η μείωση μετοχικού κεφαλαίου, εφόσον δεν παραβιάζεται η αρχή της συντηρητικότητας και η αρχή της δέσμευσης της εταιρικής περιουσίας που ορίζει ο εμπορικός νόμος ν.4548/2018 και εφόσον δεν θίγονται τα συμφέροντα και των δανειστών-τρίτων προς την εταιρεία, δεν αποτελεί επιχειρηματική επιλογή ανακόλουθη με την πορεία και την εξέλιξη της εταιρείας.

(γ) Οι μεταγενέστερες της μείωσης, αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου, οι οποίες προβλέπονται από σχετικές διατάξεις, όπως κεφαλαιοποίηση αφορολογήτων αποθεματικών εταιρειών και συγχώνευση εταιρειών, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν τον χαρακτήρα της «τεχνητής διευθέτησης» από την πλευρά της επιχείρησης και να κριθούν στη λογική αυτή ως μη γνήσιες, εφόσον δεν διαπιστώνεται να έχουν κεφαλαιοποιηθεί αδιανέμητα κέρδη και

(δ) Η μείωση κεφαλαίου, αντί της διανομής κερδών, όταν το υπόλοιπο κερδών εις νέον (αδιανέμητα κέρδη), δεν έχει μεταβληθεί και παραμένει στην καθαρή θέση της επιχείρησης μέχρις ότου διανεμηθεί ή κεφαλαιοποιηθεί, έχει ως αποτέλεσμα μόνο την αναβολή της φορολόγησης και όχι την αποφυγή αυτής.

Τέλος, σε περίπτωση που τα χρήματα που προέκυψαν από τη μείωση κεφαλαίου δεν αναληφθούν από τους μετόχους, δεν θεωρείται ότι συντρέχει περίπτωση δανεισμού του ποσού αυτού προς την εταιρεία, εκτός εάν εταιρεία κάνει χρήση αυτού.

 

Δείτε το άρθρο και στo E-Forologia.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Ο Διονύσης Σαμόλης είναι Γενικός Διευθυντής και Senior Partner  της Αrtion Α.Ε.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Θεώρηση συμφωνητικού από Εφορία και έννομες συνέπειες ως προς το κύρος της συναλλαγής

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία τoυ Παναγιώτη Παπασταύρου και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Είναι συχνό το φαινόμενο στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου οι φορολογικές αρχές να μη δέχονται συμφωνητικά που επικαλούνται οι φορολογούμενοι εφόσον αυτά δεν έχουν θεωρηθεί από τις αρμόδιες φορολογικές αρχές. Βάσει, όμως, δικαστικών αποφάσεων η μη θεώρηση ενός συμφωνητικού από την Εφορία δεν επηρεάζει κατ’ ανάγκη το κύρος της συναλλαγής.

Στο πλαίσιο φορολογικών ελέγχων και προκειμένου να τεκμηριωθεί μία συναλλαγή ή μία ερευνώμενη τραπεζική πίστωση ή μία δαπάνη, οι φορολογούμενοι επικαλούνται τη σύναψη συμφωνητικών που διαθέτουν στο αρχείο τους.

Οι φορολογικές αρχές εξετάζοντας τα προσκομιζόμενα στοιχεία ανατρέχουν στην διάταξη του άρθρου 8 ν. 1882/1990, σύμφωνα με την οποία ορίζεται ότι: «Συμφωνητικά που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων για οποιανδήποτε συναλλαγή θεωρούνται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από της ημερομηνίας καταρτίσεως και υπογραφής από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. άλλως είναι ανίσχυρα και δεν έχουν κανένα έννομο αποτέλεσμα». Με άλλα λόγια, εάν π.χ. έχει υπογραφεί ένα συμφωνητικό δανείου και για να αποφευχθεί η καταβολή τέλους χαρτοσήμου δεν θεωρείται στην ΔΟΥ, τότε ο έλεγχος μπορεί να αμφισβητήσει το κύρος του. Είναι, όμως, αυτό ορθό;

Η ίδια η Φορολογική Διοίκηση έχει εκδώσει Εγκύκλιο, με την οποία αποσυσχετίζεται το κύρος ενός συμφωνητικού από τη θεώρηση αυτού από την Εφορία, εφόσον το έγγραφο φέρει βέβαια ημερομηνία, προκύπτει δηλαδή με επίσημο τρόπο η ημεροχρονολογία της υπογραφής του. Συγκεκριμένα, πρόκειται για το υπ’ αριθ. 1066057/1228/Α0012/26.6.2008 έγγραφο της Φορολογικής Διοίκησης στο οποίο αναγράφεται ρητά ότι: «Σε συνέχεια των υπ’ αριθμ. 1052006/906/Α0012/13-5-2008 και 1055243/981/Α0012/27-5-2008 εγγράφων και σύμφωνα με τα όσα ορίζονται σε αυτά, γίνεται δεκτή η θεώρηση της γνησιότητας των υπογραφών της δανειακής σύμβασης και από την αστυνομική αρχή καθόσον αυτή προσδίδει στο έγγραφο βέβαιη χρονολογία, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για φορολογικούς σκοπούς. Με την πράξη αυτή βεβαιώνεται η ημερομηνία σύνταξης του ιδιωτικού εγγράφου, ώστε να αποκλειστεί κατά τρόπο απόλυτο η προχρονολόγηση ή μεταχρονολόγησή του έναντι όλων. Η προϋπόθεση του εμπρόθεσμου της χαρτοσήμανσης του ιδιωτικού εγγράφου δεν είναι απαιτούμενο στοιχείο, στην περίπτωση αυτή, καθώς η βέβαιη χρονολογία αποκτάται με τη θεώρηση από το αστυνομικό τμήμα».

Περαιτέρω, ως προς δάνειο που επικαλείται ένας φορολογούμενος ως καταρτισμένο, γίνεται έλεγχος από τις φορολογικές αρχές για τυχόν εικονικότητα του δανείου αυτού. Εξάλλου, για να χρησιμοποιηθεί το δάνειο υπό τη μορφή ιδιωτικού συμφωνητικού για κάλυψη τεκμηρίων θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά και οι παρακάτω προϋποθέσεις:

* Ο σκοπός του δανείου να έχει σχέση με το επικαλούμενο τεκμήριο προς κάλυψη.

* Το έγγραφο πρέπει να φέρει βέβαια χρονολογία θεωρημένη από αρμόδια αρχή.

* Το δάνειο να έχει ληφθεί πριν από την πραγματοποίηση της σχετικής δαπάνης (εφόσον το επικαλούμαστε για κάλυψη τεκμηρίου).

* Η μη εικονικότητα αυτού. Αυτή μπορεί να αποδειχθεί από το αν ακολουθήθηκαν άλλες ενέργειες που προβλέπει ο νόμος για τη σύναψη ιδ. Δανείου (π.χ. χαρτοσήμανση, καταβολές δόσεων αποπληρωμής κ.λπ.). Αν τα παραπάνω ισχύουν σωρευτικά, η μη χαρτοσήμανση του δανείου μπορεί να παραβλεφθεί και να γίνει δεκτή η κάλυψη τεκμηρίου από τη ΔΟΥ.

Σε κάθε περίπτωση, μπορεί το συμφωνητικό να προσκομιστεί στο πλαίσιο του φορολογικού ελέγχου και να πληρωθεί κατά τον χρόνο εκείνο το αναλογούν τέλος χαρτοσήμου, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις εγκυρότητάς του.

Υπάρχουν ακόμη και περιπτώσεις που ο έλεγχος ένα δάνειο από γονέα σε τέκνο, το θεωρεί ως δωρεά. Πρόσφατα, με απόφαση Διοικητικού Πρωτοδικείου δικαιώθηκε φορολογούμενος, ο οποίος είχε λάβει δάνειο από τον πατέρα του (μάλιστα με θεώρηση γνησίου υπογραφής στο συμφωνητικό) και ο έλεγχος αμφισβήτησε τη συναλλαγή αυτή ως εικονική με το σκεπτικό (μεταξύ άλλων) ότι δεν νοείται η χορήγηση δανείου από γονέα σε τέκνο, αλλά στην περίπτωση αυτή υποκρύπτεται δωρεά.

Τέλος, στο πλαίσιο της υπ’ αριθ. 4007/2022 απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών Αθήνας έγινε δεκτό, βάσει και υφιστάμενης νομολογίας, ότι  το γεγονός ότι σε μία συναλλαγή δεν είχε καταρτιστεί εμπρόθεσμα εργολαβική σύμβαση, δεν αποτελεί από μόνο του τεκμήριο εικονικότητας της συναλλαγής (ΣτΕ 1559/2008, ΣτΕ 349/2021). Στην εν λόγω περίπτωση ο έλεγχος απέρριψε δαπάνη λήψης υπηρεσιών (υδραυλικών εγκαταστάσεων) με την αιτιολογία ότι έχει αναγραφεί αόριστα η κατηγορία της υπηρεσίας στο τιμολόγιο και ότι δεν έχει υπογραφεί και θεωρηθεί εργολαβικό συμφωνητικό που να περιγράφει αναλυτικά τις υπηρεσίες. Η ΔΕΔ έκανε δεκτή την ενδικοφανή προσφυγή με το σκεπτικό ότι η υπογραφή συμφωνητικού εργολαβίας είναι υποχρεωτική για ποσά άνω των 6.000 ευρώ.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, παρά το γεγονός ότι οι φορολογικές αρχές εξετάζουν το κατά πόσον ένα συμφωνητικό έχει προσκομιστεί προς θεώρηση από την Εφορία, ωστόσο, η μη θεώρηση από την Εφορία δεν επιδρά στο κύρος του συμφωνητικού ούτε από μόνη της αποτελεί λόγο εικονικότητας της συναλλαγής και για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να συνεκτιμώνται όλα τα τιθέμενα εκ του νόμου κριτήρια, προκειμένου να κριθεί στην ουσία της η εκάστοτε υπόθεση.

 

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Ο Παναγιώτης Παπασταύρου είναι Senior Partner – Tax Director της Αrtion Α.Ε.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Αυτοματοποιημένος έλεγχος προσαύξησης περιουσίας και φοροδιαφυγής

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Νατάσας Δαλιάνη και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Τα τελευταία χρόνια οι ελεγκτικές υπηρεσίες όλων των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ, προσπαθούν να αναπτύξουν αποτελεσματικά  εργαλεία και μηχανισμούς εντοπισμού της φοροδιαφυγής. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται το νεοεισαχθέν «Σύστημα Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας».

Θυμίζουμε ότι είναι ήδη σε εφαρμογή το Σύστημα Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (ΣΜΤΛ και Λ.Π.), μέσω του οποίου οι τράπεζες διαβιβάζουν ηλεκτρονικά στις αρμόδιες φορολογικές αρχές πληροφορίες για την κίνηση των τραπεζικών λογαριασμών φορολογουμένων, βάσει των οποίων διενεργείται ο φορολογικός έλεγχος (άνοιγμα λογαριασμών, έλεγχος για πιστώσεις αγνώστου προελεύσεως ή αιτίας, έρευνα για προσαύξηση περιουσίας).

Το σύστημα αυτό παρέχει επίσης πληροφορίες για τα κινητά περιουσιακά στοιχεία (κοσμήματα, πολύτιμους λίθους, πλάκες χρυσού κ.λπ.) και τα ρευστά διαθέσιμα που έχουν ασφαλίσει σε θυρίδες τραπεζών οι ύποπτοι, για τις πάσης φύσεως συναλλαγές τους μέσω «πλαστικού χρήματος» και για τις λήψεις και αποπληρωμές πάσης φύσεως δανείων (καταναλωτικών, προσωπικών, στεγαστικών και επιχειρηματικών).

Με αυτές τις δυνατότητες, οι φορολογικές αρχές μπορούν να ελέγχουν ακόμη πιο αποτελεσματικά φυσικά και νομικά πρόσωπα για φοροδιαφυγή, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, παράνομο πλουτισμό και άλλα οικονομικά εγκλήματα.

Το ήδη υπάρχον θεσμικό πλαίσιο έρχεται να εμπλουτίσει νέο λογισμικό που θα επιταχύνει τις διαδικασίες λήψης τραπεζικών δεδομένων.

Πιο συγκεκριμένα, ενεργοποιείται η λειτουργία του «Συστήματος Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας», το οποίο θα αξιοποιεί τα δεδομένα του Αρχείου Χρηματοπιστωτικών Προϊόντων και Αναλυτικών Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών και στόχο θα έχει την ταχεία λήψη και επεξεργασία στοιχείων και πληροφοριών που αφορούν σε ελεγχόμενα πρόσωπα, κατά τρόπο τυποποιημένο και ενιαίο, προκειμένου να καταστεί ταχύτερος και αποτελεσματικότερος ο προσδιορισμός της φορολογητέας ύλης και συνεπώς αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη η φορολογική ελεγκτική διαδικασία.

Μέσω του BANCAPP [Bank Account Nexus Crosscheck APPplication” (σύστημα αυτοματοποιημένου ελέγχου προσαύξησης περιουσίας)] συλλέγονται και αξιοποιούνται τα δεδομένα του αρχείου χρηματοπιστωτικών προϊόντων και αναλυτικών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, των κινήσεων τραπεζικών λογαριασμών, λογαριασμών πληρωμών και λοιπών χρηματοοικονομικών προϊόντων και αναλυτικών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών των ΑΦΜ για τα οποία έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου στο ΟΠΣ ELENXIS. Το BANCAPP σύμφωνα με συγκεκριμένες προδιαγραφές, επιταχύνει τη διαδικασία του ελέγχου, προσδιορίζοντας την φορολογητέα ύλη κατ’ έτος, για κάθε ελεγχόμενο ΑΦΜ.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η τεχνολογία τίθεται στην διάθεση των ελεγκτικών αρχών που εμπλουτίζουν διαρκώς την εργαλειοθήκη τους για τον εντοπισμό αδήλωτης φορολογητέας ύλης. Μέσα από την αυτοματοποίηση λήψης των πληροφοριών πιστεύουμε ότι θα είναι δυνατή η στοχευμένη διενέργεια ελέγχου και ευελπιστούμε ότι θα αποφεύγονται οι έλεγχοι σε περιπτώσεις, όπου δεν συντρέχει παραβίαση της φορολογικής νομοθεσίας.

 

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Νατάσα Δαλιάνη είναι Senior Partner – Tax Director της Αrtion Α.Ε.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Πληροφορίες από αλλοδαπές αρχές και παράταση παραγραφής

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Νίκης Χατζοπούλου*

Μία από τις περιπτώσεις παράτασης του κανόνα της πενταετούς παραγραφής είναι όταν ζητηθούν πληροφορίες από χώρας της αλλοδαπής. Πιο συγκεκριμένα, με βάση το άρθρο 36 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ορίζεται ότι: «1. Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους, εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης. Στις περιπτώσεις που για κάποια φορολογία προβλέπεται η υποβολή περισσότερων δηλώσεων, η έκδοση της πράξης του πρώτου εδαφίου μπορεί να γίνει εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους, εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής της τελευταίας δήλωσης. 2. Η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρατείνεται στις εξής περιπτώσεις: (…) β) εάν ζητηθούν πληροφορίες από χώρα της αλλοδαπής, για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί για τη διαβίβαση των εν λόγω πληροφοριών προσαυξημένο κατά ένα (1) έτος από την παραλαβή τους από τη Φορολογική Διοίκηση.».

Πράγματι, σε περίπτωση που υφίστανται συνδεδεμένες με την ελεγχόμενη αλλοδαπές επιχειρήσεις ή κατά την διερεύνηση συναλλαγών με αλλοδαπές επιχειρήσεις (ιδιαίτερα σε κράτη προνομιακού φορολογικού καθεστώτος), οι ημεδαπές ελεγκτικές αρχές συχνά ζητούν πληροφορίες από τις αρμόδιες αλλοδαπές αρχές.

Σε περίπτωση που ζητηθούν οι εν λόγω πληροφορίες συντρέχει λόγος παράτασης της παραγραφής. Η παράταση, βάσει της ρητής διάταξης δίδεται για ένα έτος το οποίο υπολογίζεται από το χρονικό σημείο κατά το οποίο η Φορολογική αρχή παρέλαβε τις ζητηθείσες πληροφορίες. Μάλιστα, εντός του έτους από την παραλαβή  των πληροφοριών θα πρέπει η φορολογική αρχή να έχει εκδώσει και κοινοποιήσει τις οριστικές πράξεις προσδιορισμού φόρου και έχοντας τηρήσει  προσηκόντως την 20ημερη προθεσμία για την διατύπωση των απόψεων του φορολογούμενου από τη στιγμή της κοινοποίησης του Σημειώματος Διαπιστώσεων ελέγχου και των προσωρινών πράξεων μέχρι την κοινοποίηση της Έκθεσης ελέγχου μετά των οριστικών πράξεων.

Ο χρόνος παραλαβής των πληροφοριών που εστάλησαν από τις αλλοδαπές αρχές θα πρέπει να μνημονεύεται εντός της έκθεσης ελέγχου και πιο συγκεκριμένα να γίνεται αναφορά στον αριθμό πρωτοκόλλου που έλαβε το εισερχόμενο αρχείο.

Περαιτέρω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η διατύπωση της εφαρμοστέας διάταξης είναι ρητή και αδιάστικτη. Το έτος της παράτασης της παραγραφής είναι ημερολογιακό, με χρόνο αφετηρίας την παραλαβή από την Φορολογική Διοίκηση και με βάση τις γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τον υπολογισμό των προθεσμιών, που τυγχάνουν εφαρμογής και εν προκειμένω (άρθρο 243 ΑΚ «Προθεσμία που έχει προσδιοριστεί σε χρόνια λήγει μόλις περάσει η αντίστοιχη ημερομηνία του τελευταίου χρόνου»), π.χ. το ένα (1) έτος με ημερομηνία αφετηρίας την 01.11.2022 παρέρχεται την  01.11.2023.

Εξάλλου, οι νομοθετικές διατάξεις που προβλέπουν (ήδη κατά το χρόνο τέλεσης της αποδιδόμενης φορολογικής παράβασης και όχι αναδρομικά) παρέκταση του κατ’ αρχήν οριζόμενου χρόνου παραγραφής πρέπει επίσης να ανταποκρίνονται στην αρχή της αναλογικότητας, τόσο σε σχέση με την προβλεπόμενη γενεσιουργό αιτία της επιμήκυνσης όσο και αναφορικά με το χρονικό διάστημά της, ενόψει του οικείου λόγου της παράτασης αλλά και του κατ’ αρχήν ισχύοντος χρόνου παραγραφής και  οι διατάξεις αυτές πρέπει να ερμηνεύονται στενά, ως θεσπίζουσες απόκλιση από κανόνα, ο οποίος, μάλιστα, έχει τεθεί προς εξυπηρέτηση της θεμελιώδους αρχής της ασφάλειας δικαίου.

 

Δείτε το άρθρο και στo E-FOROLOGIA.gr

* O Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION Α.Ε. & ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION AE (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Πώς η αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης αξιοποιείται από τη μικρομεσαία επιχείρηση;

του Γιώργου Kαραίσκου*

Η πρόσφατη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τους οίκους αξιολόγησης, DBRSStandard & Poors, η επικείμενη της Fitch και η διπλή αναβάθμιση της Moodys θα έχουν σύντομα οικονομικά οφέλη και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ήδη οι Τράπεζες προσφέρουν καλύτερα επιτόκια σε μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά θα πρέπει αυτό να ισχύσει και για τις μικρομεσαίες που αναζητούν πρόσβαση σε κεφάλαια.

Η απόκτηση μιας μέσης βαθμολογίας επενδυτικής βαθμίδας θα έχει πολλαπλό θετικό αντίκτυπο για την ελληνική οικονομία.

  • Σε επίπεδο χρηματαγορών, το ελληνικό Χρηματιστήριο θα αποκτήσει και πάλι πρόσβαση σε κεφάλαια θεσμικών επενδυτών από τα οποία είχε αποκλειστεί για πάνω από μια δεκαετία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα pension funds τα οποία διαχειρίζονται σημαντικά κεφάλαια αλλά λόγω του καταστατικού τους απαγορεύεται να επενδύουν σε αγορές που δεν κατέχουν την επενδυτική βαθμίδα.
  • Η τόνωση της ρευστότητας δεν θα περιορισθεί μόνο σε επίπεδο κεφαλαιαγορών, καθώς η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα επιφέρει μείωση στο κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου και σημαντικότερα στο κόστος δανεισμού των Τραπεζών.
  • Το αντίκτυπο της αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας, θα γίνει πιο άμεσα αντιληπτό από την μέση ελληνική επιχείρηση μέσω της μείωσης του κόστους χρηματοδότησης για τις ελληνικές Τράπεζες. Φθηνότερος δανεισμός και βελτίωση των αποτιμήσεων των χρεογράφων που καταθέτουν για εγγυήσεις (κατά κύριο λόγο ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου) για τις Τράπεζες, ισοδυναμεί με μείωση του κόστους δανεισμού και αύξηση της πρόσβασης σε τραπεζικό δανεισμό για τις επιχειρήσεις. Κάθε επιχείρηση θα πρέπει γνωρίζει τα αναγκαία μέσα που θα απαιτηθούν ώστε να υλοποιηθούν τα στρατηγικά της πλάνα και πώς ο οικονομικός και εμπορικός της σχεδιασμός θα μεταφρασθούν σε μελλοντικά οικονομικά οφέλη. Ο επιχειρηματικός σχεδιασμός είναι απαραίτητος για τη διαπραγμάτευση με χρηματοδότες τόσο για την ανάπτυξη σε υφιστάμενους ή νέους τομείς δραστηριότητας όσο και για την ανάληψη χρηματοδότησης και τη ρύθμιση της υφιστάμενης.
  • Πέρα από την άμεση τόνωση της ρευστότητας στην ελληνική αγορά, οι επιχειρήσεις μπορούν να επωφεληθούν έμμεσα από την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας μέσω της βελτίωσης των χρηματοοικονομικών της δεικτών. Μια μέση βαθμολογία της ελληνικής οικονομίας από τους επιλέξιμους οίκους αξιολόγησης στην επενδυτική βαθμίδα θα αναβαθμίσει και τα χρεόγραφα του Ελληνικού Δημοσίου και τους εισηγμένους στο Χρηματιστήριο Αθηνών τίτλους. Το γεγονότα αυτά αναμένεται να οδηγήσουν σε μείωση του Country Risk Premium, δηλαδή την επιπλέον απόδοση που αναμένουν οι ξένοι επενδυτές για να επενδύσουν σε μια χώρα και σε μείωση του Equity Risk Premium, δηλαδή την αναμενόμενη απόδοση που προσδοκούν οι επενδυτές για την επένδυση τους σε μια μετοχή, καθώς και τα δύο σχετίζονται άμεσα με το επενδυτικό ρίσκο. Τα δύο αυτά μεγέθη αποτελούν κύρια συστατικά του κόστους ιδίων κεφαλαίων. Η ταυτόχρονη θετική επίδραση της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας στο κόστους δανεισμού και στο κόστος ιδίων κεφαλαίων, μπορεί να έχει ιδιαίτερα θετική επίδραση στην αξία αποτίμησης μιας επιχείρησης.

Συνοψίζοντας, οι διεθνείς αγορές αναγνωρίζουν την μέχρι τώρα θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας, αξιολογούν θετικά τις προοπτικές της και προεξοφλούν την ανθεκτικότητα της. Η μέση ελληνική επιχείρηση θα πρέπει να είναι σε θέση να μπορεί να αποτυπώσει ξεκάθαρα και με ακριβή τρόπο την οικονομική της θέση και να έχει ξεκάθαρά αποτυπωμένο στρατηγικό σχεδιασμό, ώστε να αντλήσει νέα κεφάλαια για την χρηματοδότηση της λειτουργίας και της ανάπτυξης της ή αναζητήσει ευκαιρίες σε σύγχρονα επιχειρηματικά σχήματα.

 

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Καραίσκος είναι Business Consultant-Senior Financial Analyst της GRAND VALUE, εταιρείας του ΟΜΙΛΟΥ ARTION.

 

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στoν ΟΜΙΛΟ ARTION (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


«Ξεμπλοκάρουν» υποθέσεις μεταφοράς φορολογικής κατοικίας

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία του Γιάννη Αρτσίτα και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Στο θέμα της αλλαγής φορολογικής κατοικίας έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στην αρθρογραφία μας. Στο παρόν άρθρο θα θέλαμε να αναδείξουμε την πρόσφατη εγκύκλιο (Ε2064/2023) με την οποία αποσαφηνίζονται περιπτώσεις μεταφοράς φορολογικής κατοικίας που μέχρι τώρα αδικαιολόγητα απορρίπτονταν από τις Φορολογικές αρχές.

Η χαρακτηριστικότερη περίπτωση είναι αυτή του νομίμου εκπροσώπου σε επιχείρηση στην Ελλάδα, έναν από τους συνηθέστερους λόγους βάσει του οποίου απορρίπτονταν τα αιτήματα μεταφοράς φορολογικής κατοικίας. Με βάση τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, την οποία ενσωματώνει η Εγκύκλιος έχει  γίνει δεκτό ότι δεν έχει κατ’ ανάγκη την φορολογική κατοικία στην Ελλάδα ο νόμιμος εκπρόσωπος σε εταιρεία ή κάποιος που έχει εισόδημα από εκμετάλλευση ακινήτων ή από αγροτική δραστηριότητα, διότι τα παραπάνω δεν απαιτούν απαραίτητα την φυσική παρουσία του προσώπου στην Ελλάδα, ειδικά όταν το φυσικό πρόσωπο αποδεικνύει ότι έχει οργανώσει την ζωή του κατά τρόπο μόνιμο και διαρκή στην αλλοδαπή.

Πιο συγκεκριμένα, με βάση την πρόσφατη Εγκύκλιο Ε2064/2023 τα κατωτέρω στοιχεία δεν αρκούν για την απόρριψη αιτήματος μεταφοράς φορολογικής κατοικίας:

– η απόκτηση, η ύπαρξη ή η διατήρηση απλώς και μόνο μίας ιδιότητας στην ημεδαπή (ιδιότητα εκτελεστικού ή μη μέλους Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. ή διαχειριστή Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. ή προσωπικής εταιρείας ή η συμμετοχή στη διοίκηση ή στη διαχείριση νομικής οντότητας),

– η μεμονωμένη άσκηση μίας δραστηριότητας στην ημεδαπή [(άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας εκμετάλλευσης ακινήτων ή αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητας ή άσκηση δευτερευόντως (διακοπτόμενα ή παρεπόμενα), δραστηριότητας (επαγγέλματος ή επιχείρησης)].

Σημειώνουμε ότι μέχρι πρόσφατα η ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου σε εταιρεία ή η ιδιότητα του αγρότη ειδικού καθεστώτος ήταν λόγοι για την απόρριψη της μεταφοράς φορολογικής κατοικίας, πράγμα που αποτελούσε τροχοπέδη για μεγάλο όγκο υποθέσεων. Με την Εγκύκλιο αυτή, λοιπόν, δίνεται το πράσινο φως και ρητά στη Διοίκηση να συμμορφωθεί προς την κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Ένα άλλο σημείο της Εγκυκλίου στο οποίο αξίζει να σταθούμε είναι το εξής: «Ακολουθώντας δε, την παράγραφο 15 των ερμηνευτικών σχολίων του άρθρου 4 της Πρότυπης Σύμβασης, ειδική μέριμνα και προσοχή απαιτείται να δίνεται στις επιμέρους πραγματικές περιστάσεις της κάθε περίπτωσης (ad hoc), οι οποίες πρέπει να εξετάζονται ως σύνολο (as a whole. Μπαίνει τέλος, λοιπόν, στις αποσπασματικές κρίσεις των Φορολογικών αρχών, που πολλές φορές απορρίπτουν αιτήματα χωρίς να εξετάσουν το σύνολο του φακέλου του φορολογούμενου.

Τέλος, θα θέλαμε να αναφερθούμε στην παράγραφο 12 της ως άνω Εγκυκλίου στην οποία καταγράφεται ρητά η δυνατότητα αναδρομικής μεταβολής φορολογικής κατοικίας, η οποία αρχικά γινόταν δεκτή από τις αρμόδιες οικονομικές αρχές και εν συνεχεία με βάση αποφάσεις του ΣτΕ (βλ. Σ.τ.Ε. 1627/2020, Σ.τ.Ε. 242/2021) κρίθηκε ότι η αναδρομική μεταβολή δεν είναι δυνατή ελλείψει ρητής νομοθετικής πρόβλεψης. Σύμφωνα με την πρόσφατη Εγκύκλιο Ε2064/2023, η Φορολογική Διοίκηση παίρνει θέση ρητά υπέρ της δυνατότητας αναδρομικής μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας.

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η εκδοθείσα Εγκύκλιος αναμένεται να ξεμπλοκάρει πολλές υποθέσεις μεταφοράς φορολογικής κατοικίας που είχαν «παγώσει» λόγω της ασάφειας ως προς το κανονιστικό πλαίσιο και αναμένεται να ενοποιηθεί η αντιμετώπιση του ζητήματος από τις αρμόδιες φορολογικές αρχές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Εγκύκλιο.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Ο Γιάννης Αρτσίτας είναι Senior Accountant – Φορολογία Φυσικών Προσώπων της Αrtion Α.Ε.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Στο μικροσκόπιο των φορολογικών αρχών η έκπτωση των αποδείξεων έως 100€ από τις δαπάνες της επιχείρησης

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Μαρίας Πουρνιά και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Την προηγούμενη εβδομάδα στην εβδομαδιαία μας στήλη «Φοροαπόψεις» αναδείξαμε πρόσφατη απόφαση της Δ.Ε.Δ. με την οποία εξετάστηκε το θέμα της χρήσης έναντι τιμολογίων αποδείξεις λιανικής έως 100 ευρώ για υγρά καύσιμα, μία δυνατότητα που είναι θεσμοθετημένη βάσει νομοθετικής πρόβλεψης.

Στην προκειμένη περίπτωση, η φορολογική αρχή απέρριψε τις ανωτέρω δαπάνες, κρίνοντας τες μη εκπεστέες από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους 2016 με το αιτιολογικό ότι δεν αναγραφόταν σε αυτές ο αριθμός κυκλοφορίας του αυτοκινήτου. Αν και αυτή η κρίση ήταν ορθή, ωστόσο, η απόφαση της Δ.Ε.Δ. προβληματίζει ως προς την αιτιολογία που παραθέτει για την απόρριψη της ενδικοφανούς προσφυγής. Πιο συγκεκριμένα, με την πρόσφατη απόφαση της Δ.Ε.Δ. κρίθηκε μεταξύ άλλων ότι η γενικευμένη χρήση αποδείξεων λιανικής πώλησης, είχε ως συνέπεια την αδυναμία συσχέτισης των υπό κρίση συναλλαγών με τη δραστηριότητα του προσφεύγοντος και τη διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων προκειμένου να διαπιστωθεί αν αυτές πραγματοποιήθηκαν προς το συμφέρον της επιχείρησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 22 του ν. 4172/2013 (Κ.Φ.Ε.).

Στην απόφαση αυτή η ΔΕΔ έκανε χρήση της ΠΟΛ.1003/2014 σχετικά με τα ΕΛΠ σύμφωνα με την οποία: «Άρθρο 10: Απλοποιημένο τιμολόγιο και Συγκεντρωτικό τιμολόγιο…..10.2.2 Επέχουν θέση απλοποιημένου τιμολογίου και στοιχεία λιανικής πώλησης αγαθών ή υπηρεσιών, που καλύπτουν επαγγελματικές συναλλαγές και μέχρι του ορίου των εκατό (100) ευρώ, εφόσον εκδίδονται για την αγορά μη εμπορεύσιμων (για τον αγοραστή) αγαθών (αναλώσιμων) ή για τη λήψη, ομοίως, υπηρεσιών. Η ρύθμιση αυτή στοχεύει στην διευκόλυνση των συναλλαγών, χωρίς ωστόσο να ισοδυναμεί με υποκατάσταση του τιμολογίου πώλησης από τις αποδείξεις λιανικής. Δηλαδή, δεν δικαιολογείται γενικευμένη χρήση αποδείξεων λιανικής.

 Στις περιπτώσεις αυτές, η τεκμηρίωση της σχετικής δαπάνης από τον αγοραστή των αγαθών ή τον λήπτη των υπηρεσιών δύναται να επιτυγχάνεται με την αναγραφή του είδους των αγαθών και των υπηρεσιών επί των στοιχείων λιανικής πώλησης κατά γενική περιγραφή ή και από την περιγραφή της δραστηριότητας-επαγγέλματος του εκδότη στα στοιχεία αυτά. Σε κάθε περίπτωση, η τεκμηρίωση είναι θέμα πραγματικών περιστατικών».

Υπενθυμίζουμε ότι αρχικά το όριο ήταν τα 300 ευρώ και εν συνεχεία το όριο τέθηκε στα 100 ευρώ.

Περαιτέρω, βάσει της ΔΕΛ Ζ 1126959 ΕΞ 17-09-2019 ορίζεται ότι: «Για τις διενεργούμενες χονδρικές πωλήσεις καυσίμων του άρθρου 1 της Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ΠΟΛ.1195/2018, από οντότητες- εκμεταλλευτές πρατηρίων καυσίμων, καθώς και από πωλητές πετρελαίου θέρμανσης προς άλλες οντότητες, εφόσον τα καύσιμα αυτά θεωρούνται μη εμπορεύσιμα για τον αγοραστή και η αξία τους δεν υπερβαίνει τα 100€ συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., ανά συναλλαγή, παρέχεται η δυνατότητα να εκδίδεται απλοποιημένο τιμολόγιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 10 του ν. 4308/2014».

Από τις διατάξεις και τις κανονιστικές διατάξεις δεν προβλέπεται κάποιο ποσοστό απλοποιημένων τιμολογίων έναντι τιμολογίων. Η συνήθης πρακτική για τα πρατήρια υγρών καυσίμων, κυρίως για λόγους μη καθυστέρησης των συναλλαγών, είναι να εκδίδουν και στους επιτηδευματίες αποδείξεις λιανικών συναλλαγών και υπάρχει πληθώρα αποφάσεων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών που δικαιώνουν τους φορολογούμενους (π.χ. ΔΕΔ 2879/2022, 1792/2019) για το ζήτημα αυτό, ενώ το οικείο νομοθετικό πλαίσιο και οι διοικητικές αποφάσεις είναι ξεκάθαρα (βλ. Ε2056/2019 «Με την Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1002/2014 (Φ.Ε.Κ. Β΄3/5.1.2015) ορίζεται μεταξύ άλλων, ότι για τις αποδείξεις λιανικών συναλλαγών που εκδίδονται εκτός της επαγγελματικής εγκατάστασης των υπόχρεων οντοτήτων, παρέχεται απαλλαγή από την υποχρέωση έκδοσης των σχετικών αποδείξεων πώλησης μέσω φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού (παρ. 4β΄ του άρθρου 1 της ως άνω Απόφασης). Συνεπώς, η χρήση Φ.Η.Μ. (Φ.Τ.Μ. ή Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ.) είναι προαιρετική για τις ως άνω περιπτώσεις»).

Κλείνοντας το παρόν, θα θέλαμε να επισημάνουμε τους κινδύνους που προκύπτουν από την εσφαλμένη ερμηνεία των φορολογικών διατάξεων, καθώς η μη αναγνώριση της δυνατότητας έκπτωσης δαπανών από τα κέρδη μίας επιχείρησης αποτελεί ένα βαρύτατο μέτρο καταστολής, την εφαρμογή του οποίου η φορολογική αρχή θα πρέπει να τεκμηριώνει ειδικώς και επαρκώς χωρίς να καταφεύγει σε έλεγχο σκοπιμότητας των δαπανών.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Mαρία Πουρνιά είναι Senior Partner της Artion A.E.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Κρυπτονομίσματα: Μετέωρη η φορολόγησή τους στην Ελλάδα

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία του Γιάννη Αρτσίτα και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Σε παλαιότερη αρθρογραφία μας (βλ. «Κρυπτονομίσματα και φορολογία») είχαμε τοποθετηθεί σχετικά με την φορολόγηση της υπεραξίας που προκύπτει από την αγοραπωλησία των κρυπτονομισμάτων και είχαμε κρατήσει επιφυλάξεις σχετικά με τον τρόπο φορολόγησης.

Με πρόσφατη απόφασή της η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Θεσσαλονίκης) απέρριψε αίτημα φορολογούμενου για φορολόγηση σύμφωνα με τα άρθρα 42 και 42Α του ΚΦΕ των κερδών από αγοραπωλησία κρυπτονομισμάτων.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση κρίθηκαν τα εξής: «(…) η φορολογική αρχή ορθώς δεν έκανε αποδεκτό το δηλωθέν από τον προσφεύγοντα ποσό ύψους 182.500,00€ στον κωδικό 865 «Υπεραξία των άρθρων 42 και 42Α Κ.Φ.Ε. αλλοδαπής προέλευσης» της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2021, αφενός διότι το εισόδημα από την μεταβίβαση κρυπτονομισμάτων στο εξωτερικό δεν εμπίπτει στις ως άνω διατάξεις των άρθρων 42 και 42Α ΚΦΕ, με τις οποίες προβλέπονται και απαριθμούνται περιοριστικά οι τίτλοι από την μεταβίβαση των οποίων προκύπτει υπεραξία που θεωρείται εισόδημα και αφετέρου δεν προσκομίζονται επαρκή στοιχεία με τα οποία να προσδιορίζεται με ειδικό και σαφή τρόπο η υπεραξία που προέκυψε από την μεταβίβαση των εν λόγω κρυπτονομισμάτων» (το άρθρο 42 αφορά υπεραξία από μεταβίβαση τίτλων).

 Με βάση την απόφαση αυτή λοιπόν, δεν έγινε δεκτό το επικαλούμενο από τον φορολογούμενο εισόδημα (α) επειδή το εισόδημα αυτό δεν εντάσσεται στη φορολόγηση των άρθρων 42 και 42Α του ΚΦΕ και (β) επειδή δεν προσκομίστηκαν επαρκή στοιχεία για τον προσδιορισμό της υπεραξίας από τη μεταβίβαση των κρυπτονομισμάτων. Σημειωτέον ότι ο φορολογούμενος επικαλέστηκε το εισόδημα αυτό προκειμένου να καλύψει αντικειμενικές δαπάνες (τεκμήρια). Όμως, η φορολογική αρχή αφενός δεν αποδέχθηκε την κάλυψη των τεκμηρίων και αφετέρου δεν προέβη σε φορολόγηση του κατά δήλωση αποκτηθέντος εισοδήματος ελλείψει ειδικής διάταξης που να περιγράφει τον τρόπο φορολόγησης. Αυτό σημαίνει εν ολίγοις ότι τα έσοδα από αγοραπωλησία κρυπτονομισμάτων είναι για την Εφορία προς το παρόν αόρατα, δηλαδή δεν μπορεί να γίνει ούτε επίκληση αλλά ούτε και φορολόγησή τους.

Το κενό αυτό στη νομοθεσία το έχουμε επισημάνει πολλάκις και θα πρέπει να ληφθεί άμεσα η σχετική μέριμνα από τον νομοθέτη και τη φορολογική διοίκηση, καθώς αφορά πολλές περιπτώσεις φορολογούμενων που έχουν αποκτήσει εισοδήματα κατά τον τρόπο αυτόν, αλλά δεν μπορούν να τα δηλώσουν, να καταβάλουν τον αντίστοιχο φόρο και εντεύθεν να τα χρησιμοποιήσουν.

Όσον αφορά τον επαρκή και ακριβή προσδιορισμό της υπεραξίας από την πώληση των κρυπτονομισμάτων, ευλόγως οι φορολογικές αρχές αναζητούν τα κατάλληλα στοιχεία τεκμηρίωσης, όμως, λόγω του πλήθους των συναλλαγών που πραγματοποιούνται με τα κρυπτονομίσματα είναι συχνά δυσχερής η εύρεση της υπεραξίας. Περαιτέρω, σχετικά με την τοποθέτηση της Δ.Ε.Δ. για τη μη υπαγωγή στα άρθρα 42 και 42Α του ΚΦΕ τηρούμε τις επιφυλάξεις μας, καθώς ελλείψει ειδικής διάταξης που να ορίζει τον τρόπο φορολόγησης των κρυπτονομισμάτων, θα πρέπει το εισόδημα αυτό να τύχει φορολόγησης έστω και κατ’ αναλογία (ενδεχομένως με την χρήση της κατηγορίας «άλλα παράγωγα μέσα»), διότι σε διαφορετική περίπτωση προκύπτει το παράδοξο να διαθέτει ένας φορολογούμενος εισόδημα το οποίο δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει (για φορολογητέους σκοπούς), γεγονός που συνιστά παραβίαση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσουμε ότι οι αποφάσεις της Δ.Ε.Δ. δεν είναι δεσμευτικές ούτε για την Διοίκηση αλλά ούτε βεβαίως και για τα δικαστήρια, καθώς συνιστούν την διοικητική επίλυση μίας συγκεκριμένης φορολογικής υπόθεσης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η απόφαση αυτή της Δ.Ε.Δ. θα γεννήσει προβληματισμούς και σύγχυση και για τον λόγο αυτόν η Φορολογική Διοίκηση θα πρέπει άμεσα να θεσμοθετήσει τον τρόπο φορολόγησης των κρυπτονομισμάτων. Εξάλλου, η ασάφεια και η αοριστία που επικρατούν αυτή τη στιγμή εντείνουν τα φαινόμενα χρήσης των κρυπτονομισμάτων ως μέσου φοροδιαφυγής.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Ο Γιάννης Αρτσίτας είναι Senior Accountant – Φορολογία Φυσικών Προσώπων της Αrtion Α.Ε..

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)