Θεώρηση συμφωνητικού από Εφορία και έννομες συνέπειες ως προς το κύρος της συναλλαγής

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία τoυ Παναγιώτη Παπασταύρου και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Είναι συχνό το φαινόμενο στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου οι φορολογικές αρχές να μη δέχονται συμφωνητικά που επικαλούνται οι φορολογούμενοι εφόσον αυτά δεν έχουν θεωρηθεί από τις αρμόδιες φορολογικές αρχές. Βάσει, όμως, δικαστικών αποφάσεων η μη θεώρηση ενός συμφωνητικού από την Εφορία δεν επηρεάζει κατ’ ανάγκη το κύρος της συναλλαγής.

Στο πλαίσιο φορολογικών ελέγχων και προκειμένου να τεκμηριωθεί μία συναλλαγή ή μία ερευνώμενη τραπεζική πίστωση ή μία δαπάνη, οι φορολογούμενοι επικαλούνται τη σύναψη συμφωνητικών που διαθέτουν στο αρχείο τους.

Οι φορολογικές αρχές εξετάζοντας τα προσκομιζόμενα στοιχεία ανατρέχουν στην διάταξη του άρθρου 8 ν. 1882/1990, σύμφωνα με την οποία ορίζεται ότι: «Συμφωνητικά που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων για οποιανδήποτε συναλλαγή θεωρούνται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από της ημερομηνίας καταρτίσεως και υπογραφής από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. άλλως είναι ανίσχυρα και δεν έχουν κανένα έννομο αποτέλεσμα». Με άλλα λόγια, εάν π.χ. έχει υπογραφεί ένα συμφωνητικό δανείου και για να αποφευχθεί η καταβολή τέλους χαρτοσήμου δεν θεωρείται στην ΔΟΥ, τότε ο έλεγχος μπορεί να αμφισβητήσει το κύρος του. Είναι, όμως, αυτό ορθό;

Η ίδια η Φορολογική Διοίκηση έχει εκδώσει Εγκύκλιο, με την οποία αποσυσχετίζεται το κύρος ενός συμφωνητικού από τη θεώρηση αυτού από την Εφορία, εφόσον το έγγραφο φέρει βέβαια ημερομηνία, προκύπτει δηλαδή με επίσημο τρόπο η ημεροχρονολογία της υπογραφής του. Συγκεκριμένα, πρόκειται για το υπ’ αριθ. 1066057/1228/Α0012/26.6.2008 έγγραφο της Φορολογικής Διοίκησης στο οποίο αναγράφεται ρητά ότι: «Σε συνέχεια των υπ’ αριθμ. 1052006/906/Α0012/13-5-2008 και 1055243/981/Α0012/27-5-2008 εγγράφων και σύμφωνα με τα όσα ορίζονται σε αυτά, γίνεται δεκτή η θεώρηση της γνησιότητας των υπογραφών της δανειακής σύμβασης και από την αστυνομική αρχή καθόσον αυτή προσδίδει στο έγγραφο βέβαιη χρονολογία, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για φορολογικούς σκοπούς. Με την πράξη αυτή βεβαιώνεται η ημερομηνία σύνταξης του ιδιωτικού εγγράφου, ώστε να αποκλειστεί κατά τρόπο απόλυτο η προχρονολόγηση ή μεταχρονολόγησή του έναντι όλων. Η προϋπόθεση του εμπρόθεσμου της χαρτοσήμανσης του ιδιωτικού εγγράφου δεν είναι απαιτούμενο στοιχείο, στην περίπτωση αυτή, καθώς η βέβαιη χρονολογία αποκτάται με τη θεώρηση από το αστυνομικό τμήμα».

Περαιτέρω, ως προς δάνειο που επικαλείται ένας φορολογούμενος ως καταρτισμένο, γίνεται έλεγχος από τις φορολογικές αρχές για τυχόν εικονικότητα του δανείου αυτού. Εξάλλου, για να χρησιμοποιηθεί το δάνειο υπό τη μορφή ιδιωτικού συμφωνητικού για κάλυψη τεκμηρίων θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά και οι παρακάτω προϋποθέσεις:

* Ο σκοπός του δανείου να έχει σχέση με το επικαλούμενο τεκμήριο προς κάλυψη.

* Το έγγραφο πρέπει να φέρει βέβαια χρονολογία θεωρημένη από αρμόδια αρχή.

* Το δάνειο να έχει ληφθεί πριν από την πραγματοποίηση της σχετικής δαπάνης (εφόσον το επικαλούμαστε για κάλυψη τεκμηρίου).

* Η μη εικονικότητα αυτού. Αυτή μπορεί να αποδειχθεί από το αν ακολουθήθηκαν άλλες ενέργειες που προβλέπει ο νόμος για τη σύναψη ιδ. Δανείου (π.χ. χαρτοσήμανση, καταβολές δόσεων αποπληρωμής κ.λπ.). Αν τα παραπάνω ισχύουν σωρευτικά, η μη χαρτοσήμανση του δανείου μπορεί να παραβλεφθεί και να γίνει δεκτή η κάλυψη τεκμηρίου από τη ΔΟΥ.

Σε κάθε περίπτωση, μπορεί το συμφωνητικό να προσκομιστεί στο πλαίσιο του φορολογικού ελέγχου και να πληρωθεί κατά τον χρόνο εκείνο το αναλογούν τέλος χαρτοσήμου, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις εγκυρότητάς του.

Υπάρχουν ακόμη και περιπτώσεις που ο έλεγχος ένα δάνειο από γονέα σε τέκνο, το θεωρεί ως δωρεά. Πρόσφατα, με απόφαση Διοικητικού Πρωτοδικείου δικαιώθηκε φορολογούμενος, ο οποίος είχε λάβει δάνειο από τον πατέρα του (μάλιστα με θεώρηση γνησίου υπογραφής στο συμφωνητικό) και ο έλεγχος αμφισβήτησε τη συναλλαγή αυτή ως εικονική με το σκεπτικό (μεταξύ άλλων) ότι δεν νοείται η χορήγηση δανείου από γονέα σε τέκνο, αλλά στην περίπτωση αυτή υποκρύπτεται δωρεά.

Τέλος, στο πλαίσιο της υπ’ αριθ. 4007/2022 απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών Αθήνας έγινε δεκτό, βάσει και υφιστάμενης νομολογίας, ότι  το γεγονός ότι σε μία συναλλαγή δεν είχε καταρτιστεί εμπρόθεσμα εργολαβική σύμβαση, δεν αποτελεί από μόνο του τεκμήριο εικονικότητας της συναλλαγής (ΣτΕ 1559/2008, ΣτΕ 349/2021). Στην εν λόγω περίπτωση ο έλεγχος απέρριψε δαπάνη λήψης υπηρεσιών (υδραυλικών εγκαταστάσεων) με την αιτιολογία ότι έχει αναγραφεί αόριστα η κατηγορία της υπηρεσίας στο τιμολόγιο και ότι δεν έχει υπογραφεί και θεωρηθεί εργολαβικό συμφωνητικό που να περιγράφει αναλυτικά τις υπηρεσίες. Η ΔΕΔ έκανε δεκτή την ενδικοφανή προσφυγή με το σκεπτικό ότι η υπογραφή συμφωνητικού εργολαβίας είναι υποχρεωτική για ποσά άνω των 6.000 ευρώ.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, παρά το γεγονός ότι οι φορολογικές αρχές εξετάζουν το κατά πόσον ένα συμφωνητικό έχει προσκομιστεί προς θεώρηση από την Εφορία, ωστόσο, η μη θεώρηση από την Εφορία δεν επιδρά στο κύρος του συμφωνητικού ούτε από μόνη της αποτελεί λόγο εικονικότητας της συναλλαγής και για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να συνεκτιμώνται όλα τα τιθέμενα εκ του νόμου κριτήρια, προκειμένου να κριθεί στην ουσία της η εκάστοτε υπόθεση.

 

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Ο Παναγιώτης Παπασταύρου είναι Senior Partner – Tax Director της Αrtion Α.Ε.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Αυτοματοποιημένος έλεγχος προσαύξησης περιουσίας και φοροδιαφυγής

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Νατάσας Δαλιάνη και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Τα τελευταία χρόνια οι ελεγκτικές υπηρεσίες όλων των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ, προσπαθούν να αναπτύξουν αποτελεσματικά  εργαλεία και μηχανισμούς εντοπισμού της φοροδιαφυγής. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται το νεοεισαχθέν «Σύστημα Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας».

Θυμίζουμε ότι είναι ήδη σε εφαρμογή το Σύστημα Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (ΣΜΤΛ και Λ.Π.), μέσω του οποίου οι τράπεζες διαβιβάζουν ηλεκτρονικά στις αρμόδιες φορολογικές αρχές πληροφορίες για την κίνηση των τραπεζικών λογαριασμών φορολογουμένων, βάσει των οποίων διενεργείται ο φορολογικός έλεγχος (άνοιγμα λογαριασμών, έλεγχος για πιστώσεις αγνώστου προελεύσεως ή αιτίας, έρευνα για προσαύξηση περιουσίας).

Το σύστημα αυτό παρέχει επίσης πληροφορίες για τα κινητά περιουσιακά στοιχεία (κοσμήματα, πολύτιμους λίθους, πλάκες χρυσού κ.λπ.) και τα ρευστά διαθέσιμα που έχουν ασφαλίσει σε θυρίδες τραπεζών οι ύποπτοι, για τις πάσης φύσεως συναλλαγές τους μέσω «πλαστικού χρήματος» και για τις λήψεις και αποπληρωμές πάσης φύσεως δανείων (καταναλωτικών, προσωπικών, στεγαστικών και επιχειρηματικών).

Με αυτές τις δυνατότητες, οι φορολογικές αρχές μπορούν να ελέγχουν ακόμη πιο αποτελεσματικά φυσικά και νομικά πρόσωπα για φοροδιαφυγή, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, παράνομο πλουτισμό και άλλα οικονομικά εγκλήματα.

Το ήδη υπάρχον θεσμικό πλαίσιο έρχεται να εμπλουτίσει νέο λογισμικό που θα επιταχύνει τις διαδικασίες λήψης τραπεζικών δεδομένων.

Πιο συγκεκριμένα, ενεργοποιείται η λειτουργία του «Συστήματος Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας», το οποίο θα αξιοποιεί τα δεδομένα του Αρχείου Χρηματοπιστωτικών Προϊόντων και Αναλυτικών Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών και στόχο θα έχει την ταχεία λήψη και επεξεργασία στοιχείων και πληροφοριών που αφορούν σε ελεγχόμενα πρόσωπα, κατά τρόπο τυποποιημένο και ενιαίο, προκειμένου να καταστεί ταχύτερος και αποτελεσματικότερος ο προσδιορισμός της φορολογητέας ύλης και συνεπώς αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη η φορολογική ελεγκτική διαδικασία.

Μέσω του BANCAPP [Bank Account Nexus Crosscheck APPplication” (σύστημα αυτοματοποιημένου ελέγχου προσαύξησης περιουσίας)] συλλέγονται και αξιοποιούνται τα δεδομένα του αρχείου χρηματοπιστωτικών προϊόντων και αναλυτικών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, των κινήσεων τραπεζικών λογαριασμών, λογαριασμών πληρωμών και λοιπών χρηματοοικονομικών προϊόντων και αναλυτικών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών των ΑΦΜ για τα οποία έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου στο ΟΠΣ ELENXIS. Το BANCAPP σύμφωνα με συγκεκριμένες προδιαγραφές, επιταχύνει τη διαδικασία του ελέγχου, προσδιορίζοντας την φορολογητέα ύλη κατ’ έτος, για κάθε ελεγχόμενο ΑΦΜ.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η τεχνολογία τίθεται στην διάθεση των ελεγκτικών αρχών που εμπλουτίζουν διαρκώς την εργαλειοθήκη τους για τον εντοπισμό αδήλωτης φορολογητέας ύλης. Μέσα από την αυτοματοποίηση λήψης των πληροφοριών πιστεύουμε ότι θα είναι δυνατή η στοχευμένη διενέργεια ελέγχου και ευελπιστούμε ότι θα αποφεύγονται οι έλεγχοι σε περιπτώσεις, όπου δεν συντρέχει παραβίαση της φορολογικής νομοθεσίας.

 

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Νατάσα Δαλιάνη είναι Senior Partner – Tax Director της Αrtion Α.Ε.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Πληροφορίες από αλλοδαπές αρχές και παράταση παραγραφής

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Νίκης Χατζοπούλου*

Μία από τις περιπτώσεις παράτασης του κανόνα της πενταετούς παραγραφής είναι όταν ζητηθούν πληροφορίες από χώρας της αλλοδαπής. Πιο συγκεκριμένα, με βάση το άρθρο 36 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ορίζεται ότι: «1. Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους, εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης. Στις περιπτώσεις που για κάποια φορολογία προβλέπεται η υποβολή περισσότερων δηλώσεων, η έκδοση της πράξης του πρώτου εδαφίου μπορεί να γίνει εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους, εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής της τελευταίας δήλωσης. 2. Η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρατείνεται στις εξής περιπτώσεις: (…) β) εάν ζητηθούν πληροφορίες από χώρα της αλλοδαπής, για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί για τη διαβίβαση των εν λόγω πληροφοριών προσαυξημένο κατά ένα (1) έτος από την παραλαβή τους από τη Φορολογική Διοίκηση.».

Πράγματι, σε περίπτωση που υφίστανται συνδεδεμένες με την ελεγχόμενη αλλοδαπές επιχειρήσεις ή κατά την διερεύνηση συναλλαγών με αλλοδαπές επιχειρήσεις (ιδιαίτερα σε κράτη προνομιακού φορολογικού καθεστώτος), οι ημεδαπές ελεγκτικές αρχές συχνά ζητούν πληροφορίες από τις αρμόδιες αλλοδαπές αρχές.

Σε περίπτωση που ζητηθούν οι εν λόγω πληροφορίες συντρέχει λόγος παράτασης της παραγραφής. Η παράταση, βάσει της ρητής διάταξης δίδεται για ένα έτος το οποίο υπολογίζεται από το χρονικό σημείο κατά το οποίο η Φορολογική αρχή παρέλαβε τις ζητηθείσες πληροφορίες. Μάλιστα, εντός του έτους από την παραλαβή  των πληροφοριών θα πρέπει η φορολογική αρχή να έχει εκδώσει και κοινοποιήσει τις οριστικές πράξεις προσδιορισμού φόρου και έχοντας τηρήσει  προσηκόντως την 20ημερη προθεσμία για την διατύπωση των απόψεων του φορολογούμενου από τη στιγμή της κοινοποίησης του Σημειώματος Διαπιστώσεων ελέγχου και των προσωρινών πράξεων μέχρι την κοινοποίηση της Έκθεσης ελέγχου μετά των οριστικών πράξεων.

Ο χρόνος παραλαβής των πληροφοριών που εστάλησαν από τις αλλοδαπές αρχές θα πρέπει να μνημονεύεται εντός της έκθεσης ελέγχου και πιο συγκεκριμένα να γίνεται αναφορά στον αριθμό πρωτοκόλλου που έλαβε το εισερχόμενο αρχείο.

Περαιτέρω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η διατύπωση της εφαρμοστέας διάταξης είναι ρητή και αδιάστικτη. Το έτος της παράτασης της παραγραφής είναι ημερολογιακό, με χρόνο αφετηρίας την παραλαβή από την Φορολογική Διοίκηση και με βάση τις γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τον υπολογισμό των προθεσμιών, που τυγχάνουν εφαρμογής και εν προκειμένω (άρθρο 243 ΑΚ «Προθεσμία που έχει προσδιοριστεί σε χρόνια λήγει μόλις περάσει η αντίστοιχη ημερομηνία του τελευταίου χρόνου»), π.χ. το ένα (1) έτος με ημερομηνία αφετηρίας την 01.11.2022 παρέρχεται την  01.11.2023.

Εξάλλου, οι νομοθετικές διατάξεις που προβλέπουν (ήδη κατά το χρόνο τέλεσης της αποδιδόμενης φορολογικής παράβασης και όχι αναδρομικά) παρέκταση του κατ’ αρχήν οριζόμενου χρόνου παραγραφής πρέπει επίσης να ανταποκρίνονται στην αρχή της αναλογικότητας, τόσο σε σχέση με την προβλεπόμενη γενεσιουργό αιτία της επιμήκυνσης όσο και αναφορικά με το χρονικό διάστημά της, ενόψει του οικείου λόγου της παράτασης αλλά και του κατ’ αρχήν ισχύοντος χρόνου παραγραφής και  οι διατάξεις αυτές πρέπει να ερμηνεύονται στενά, ως θεσπίζουσες απόκλιση από κανόνα, ο οποίος, μάλιστα, έχει τεθεί προς εξυπηρέτηση της θεμελιώδους αρχής της ασφάλειας δικαίου.

 

Δείτε το άρθρο και στo E-FOROLOGIA.gr

* O Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION Α.Ε. & ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION AE (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Πώς η αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης αξιοποιείται από τη μικρομεσαία επιχείρηση;

του Γιώργου Kαραίσκου*

Η πρόσφατη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τους οίκους αξιολόγησης, DBRSStandard & Poors, η επικείμενη της Fitch και η διπλή αναβάθμιση της Moodys θα έχουν σύντομα οικονομικά οφέλη και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ήδη οι Τράπεζες προσφέρουν καλύτερα επιτόκια σε μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά θα πρέπει αυτό να ισχύσει και για τις μικρομεσαίες που αναζητούν πρόσβαση σε κεφάλαια.

Η απόκτηση μιας μέσης βαθμολογίας επενδυτικής βαθμίδας θα έχει πολλαπλό θετικό αντίκτυπο για την ελληνική οικονομία.

  • Σε επίπεδο χρηματαγορών, το ελληνικό Χρηματιστήριο θα αποκτήσει και πάλι πρόσβαση σε κεφάλαια θεσμικών επενδυτών από τα οποία είχε αποκλειστεί για πάνω από μια δεκαετία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα pension funds τα οποία διαχειρίζονται σημαντικά κεφάλαια αλλά λόγω του καταστατικού τους απαγορεύεται να επενδύουν σε αγορές που δεν κατέχουν την επενδυτική βαθμίδα.
  • Η τόνωση της ρευστότητας δεν θα περιορισθεί μόνο σε επίπεδο κεφαλαιαγορών, καθώς η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα επιφέρει μείωση στο κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου και σημαντικότερα στο κόστος δανεισμού των Τραπεζών.
  • Το αντίκτυπο της αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας, θα γίνει πιο άμεσα αντιληπτό από την μέση ελληνική επιχείρηση μέσω της μείωσης του κόστους χρηματοδότησης για τις ελληνικές Τράπεζες. Φθηνότερος δανεισμός και βελτίωση των αποτιμήσεων των χρεογράφων που καταθέτουν για εγγυήσεις (κατά κύριο λόγο ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου) για τις Τράπεζες, ισοδυναμεί με μείωση του κόστους δανεισμού και αύξηση της πρόσβασης σε τραπεζικό δανεισμό για τις επιχειρήσεις. Κάθε επιχείρηση θα πρέπει γνωρίζει τα αναγκαία μέσα που θα απαιτηθούν ώστε να υλοποιηθούν τα στρατηγικά της πλάνα και πώς ο οικονομικός και εμπορικός της σχεδιασμός θα μεταφρασθούν σε μελλοντικά οικονομικά οφέλη. Ο επιχειρηματικός σχεδιασμός είναι απαραίτητος για τη διαπραγμάτευση με χρηματοδότες τόσο για την ανάπτυξη σε υφιστάμενους ή νέους τομείς δραστηριότητας όσο και για την ανάληψη χρηματοδότησης και τη ρύθμιση της υφιστάμενης.
  • Πέρα από την άμεση τόνωση της ρευστότητας στην ελληνική αγορά, οι επιχειρήσεις μπορούν να επωφεληθούν έμμεσα από την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας μέσω της βελτίωσης των χρηματοοικονομικών της δεικτών. Μια μέση βαθμολογία της ελληνικής οικονομίας από τους επιλέξιμους οίκους αξιολόγησης στην επενδυτική βαθμίδα θα αναβαθμίσει και τα χρεόγραφα του Ελληνικού Δημοσίου και τους εισηγμένους στο Χρηματιστήριο Αθηνών τίτλους. Το γεγονότα αυτά αναμένεται να οδηγήσουν σε μείωση του Country Risk Premium, δηλαδή την επιπλέον απόδοση που αναμένουν οι ξένοι επενδυτές για να επενδύσουν σε μια χώρα και σε μείωση του Equity Risk Premium, δηλαδή την αναμενόμενη απόδοση που προσδοκούν οι επενδυτές για την επένδυση τους σε μια μετοχή, καθώς και τα δύο σχετίζονται άμεσα με το επενδυτικό ρίσκο. Τα δύο αυτά μεγέθη αποτελούν κύρια συστατικά του κόστους ιδίων κεφαλαίων. Η ταυτόχρονη θετική επίδραση της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας στο κόστους δανεισμού και στο κόστος ιδίων κεφαλαίων, μπορεί να έχει ιδιαίτερα θετική επίδραση στην αξία αποτίμησης μιας επιχείρησης.

Συνοψίζοντας, οι διεθνείς αγορές αναγνωρίζουν την μέχρι τώρα θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας, αξιολογούν θετικά τις προοπτικές της και προεξοφλούν την ανθεκτικότητα της. Η μέση ελληνική επιχείρηση θα πρέπει να είναι σε θέση να μπορεί να αποτυπώσει ξεκάθαρα και με ακριβή τρόπο την οικονομική της θέση και να έχει ξεκάθαρά αποτυπωμένο στρατηγικό σχεδιασμό, ώστε να αντλήσει νέα κεφάλαια για την χρηματοδότηση της λειτουργίας και της ανάπτυξης της ή αναζητήσει ευκαιρίες σε σύγχρονα επιχειρηματικά σχήματα.

 

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Καραίσκος είναι Business Consultant-Senior Financial Analyst της GRAND VALUE, εταιρείας του ΟΜΙΛΟΥ ARTION.

 

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στoν ΟΜΙΛΟ ARTION (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


«Ξεμπλοκάρουν» υποθέσεις μεταφοράς φορολογικής κατοικίας

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία του Γιάννη Αρτσίτα και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Στο θέμα της αλλαγής φορολογικής κατοικίας έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στην αρθρογραφία μας. Στο παρόν άρθρο θα θέλαμε να αναδείξουμε την πρόσφατη εγκύκλιο (Ε2064/2023) με την οποία αποσαφηνίζονται περιπτώσεις μεταφοράς φορολογικής κατοικίας που μέχρι τώρα αδικαιολόγητα απορρίπτονταν από τις Φορολογικές αρχές.

Η χαρακτηριστικότερη περίπτωση είναι αυτή του νομίμου εκπροσώπου σε επιχείρηση στην Ελλάδα, έναν από τους συνηθέστερους λόγους βάσει του οποίου απορρίπτονταν τα αιτήματα μεταφοράς φορολογικής κατοικίας. Με βάση τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, την οποία ενσωματώνει η Εγκύκλιος έχει  γίνει δεκτό ότι δεν έχει κατ’ ανάγκη την φορολογική κατοικία στην Ελλάδα ο νόμιμος εκπρόσωπος σε εταιρεία ή κάποιος που έχει εισόδημα από εκμετάλλευση ακινήτων ή από αγροτική δραστηριότητα, διότι τα παραπάνω δεν απαιτούν απαραίτητα την φυσική παρουσία του προσώπου στην Ελλάδα, ειδικά όταν το φυσικό πρόσωπο αποδεικνύει ότι έχει οργανώσει την ζωή του κατά τρόπο μόνιμο και διαρκή στην αλλοδαπή.

Πιο συγκεκριμένα, με βάση την πρόσφατη Εγκύκλιο Ε2064/2023 τα κατωτέρω στοιχεία δεν αρκούν για την απόρριψη αιτήματος μεταφοράς φορολογικής κατοικίας:

– η απόκτηση, η ύπαρξη ή η διατήρηση απλώς και μόνο μίας ιδιότητας στην ημεδαπή (ιδιότητα εκτελεστικού ή μη μέλους Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. ή διαχειριστή Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. ή προσωπικής εταιρείας ή η συμμετοχή στη διοίκηση ή στη διαχείριση νομικής οντότητας),

– η μεμονωμένη άσκηση μίας δραστηριότητας στην ημεδαπή [(άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας εκμετάλλευσης ακινήτων ή αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητας ή άσκηση δευτερευόντως (διακοπτόμενα ή παρεπόμενα), δραστηριότητας (επαγγέλματος ή επιχείρησης)].

Σημειώνουμε ότι μέχρι πρόσφατα η ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου σε εταιρεία ή η ιδιότητα του αγρότη ειδικού καθεστώτος ήταν λόγοι για την απόρριψη της μεταφοράς φορολογικής κατοικίας, πράγμα που αποτελούσε τροχοπέδη για μεγάλο όγκο υποθέσεων. Με την Εγκύκλιο αυτή, λοιπόν, δίνεται το πράσινο φως και ρητά στη Διοίκηση να συμμορφωθεί προς την κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Ένα άλλο σημείο της Εγκυκλίου στο οποίο αξίζει να σταθούμε είναι το εξής: «Ακολουθώντας δε, την παράγραφο 15 των ερμηνευτικών σχολίων του άρθρου 4 της Πρότυπης Σύμβασης, ειδική μέριμνα και προσοχή απαιτείται να δίνεται στις επιμέρους πραγματικές περιστάσεις της κάθε περίπτωσης (ad hoc), οι οποίες πρέπει να εξετάζονται ως σύνολο (as a whole. Μπαίνει τέλος, λοιπόν, στις αποσπασματικές κρίσεις των Φορολογικών αρχών, που πολλές φορές απορρίπτουν αιτήματα χωρίς να εξετάσουν το σύνολο του φακέλου του φορολογούμενου.

Τέλος, θα θέλαμε να αναφερθούμε στην παράγραφο 12 της ως άνω Εγκυκλίου στην οποία καταγράφεται ρητά η δυνατότητα αναδρομικής μεταβολής φορολογικής κατοικίας, η οποία αρχικά γινόταν δεκτή από τις αρμόδιες οικονομικές αρχές και εν συνεχεία με βάση αποφάσεις του ΣτΕ (βλ. Σ.τ.Ε. 1627/2020, Σ.τ.Ε. 242/2021) κρίθηκε ότι η αναδρομική μεταβολή δεν είναι δυνατή ελλείψει ρητής νομοθετικής πρόβλεψης. Σύμφωνα με την πρόσφατη Εγκύκλιο Ε2064/2023, η Φορολογική Διοίκηση παίρνει θέση ρητά υπέρ της δυνατότητας αναδρομικής μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας.

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η εκδοθείσα Εγκύκλιος αναμένεται να ξεμπλοκάρει πολλές υποθέσεις μεταφοράς φορολογικής κατοικίας που είχαν «παγώσει» λόγω της ασάφειας ως προς το κανονιστικό πλαίσιο και αναμένεται να ενοποιηθεί η αντιμετώπιση του ζητήματος από τις αρμόδιες φορολογικές αρχές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Εγκύκλιο.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Ο Γιάννης Αρτσίτας είναι Senior Accountant – Φορολογία Φυσικών Προσώπων της Αrtion Α.Ε.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Στο μικροσκόπιο των φορολογικών αρχών η έκπτωση των αποδείξεων έως 100€ από τις δαπάνες της επιχείρησης

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Μαρίας Πουρνιά και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Την προηγούμενη εβδομάδα στην εβδομαδιαία μας στήλη «Φοροαπόψεις» αναδείξαμε πρόσφατη απόφαση της Δ.Ε.Δ. με την οποία εξετάστηκε το θέμα της χρήσης έναντι τιμολογίων αποδείξεις λιανικής έως 100 ευρώ για υγρά καύσιμα, μία δυνατότητα που είναι θεσμοθετημένη βάσει νομοθετικής πρόβλεψης.

Στην προκειμένη περίπτωση, η φορολογική αρχή απέρριψε τις ανωτέρω δαπάνες, κρίνοντας τες μη εκπεστέες από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους 2016 με το αιτιολογικό ότι δεν αναγραφόταν σε αυτές ο αριθμός κυκλοφορίας του αυτοκινήτου. Αν και αυτή η κρίση ήταν ορθή, ωστόσο, η απόφαση της Δ.Ε.Δ. προβληματίζει ως προς την αιτιολογία που παραθέτει για την απόρριψη της ενδικοφανούς προσφυγής. Πιο συγκεκριμένα, με την πρόσφατη απόφαση της Δ.Ε.Δ. κρίθηκε μεταξύ άλλων ότι η γενικευμένη χρήση αποδείξεων λιανικής πώλησης, είχε ως συνέπεια την αδυναμία συσχέτισης των υπό κρίση συναλλαγών με τη δραστηριότητα του προσφεύγοντος και τη διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων προκειμένου να διαπιστωθεί αν αυτές πραγματοποιήθηκαν προς το συμφέρον της επιχείρησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 22 του ν. 4172/2013 (Κ.Φ.Ε.).

Στην απόφαση αυτή η ΔΕΔ έκανε χρήση της ΠΟΛ.1003/2014 σχετικά με τα ΕΛΠ σύμφωνα με την οποία: «Άρθρο 10: Απλοποιημένο τιμολόγιο και Συγκεντρωτικό τιμολόγιο…..10.2.2 Επέχουν θέση απλοποιημένου τιμολογίου και στοιχεία λιανικής πώλησης αγαθών ή υπηρεσιών, που καλύπτουν επαγγελματικές συναλλαγές και μέχρι του ορίου των εκατό (100) ευρώ, εφόσον εκδίδονται για την αγορά μη εμπορεύσιμων (για τον αγοραστή) αγαθών (αναλώσιμων) ή για τη λήψη, ομοίως, υπηρεσιών. Η ρύθμιση αυτή στοχεύει στην διευκόλυνση των συναλλαγών, χωρίς ωστόσο να ισοδυναμεί με υποκατάσταση του τιμολογίου πώλησης από τις αποδείξεις λιανικής. Δηλαδή, δεν δικαιολογείται γενικευμένη χρήση αποδείξεων λιανικής.

 Στις περιπτώσεις αυτές, η τεκμηρίωση της σχετικής δαπάνης από τον αγοραστή των αγαθών ή τον λήπτη των υπηρεσιών δύναται να επιτυγχάνεται με την αναγραφή του είδους των αγαθών και των υπηρεσιών επί των στοιχείων λιανικής πώλησης κατά γενική περιγραφή ή και από την περιγραφή της δραστηριότητας-επαγγέλματος του εκδότη στα στοιχεία αυτά. Σε κάθε περίπτωση, η τεκμηρίωση είναι θέμα πραγματικών περιστατικών».

Υπενθυμίζουμε ότι αρχικά το όριο ήταν τα 300 ευρώ και εν συνεχεία το όριο τέθηκε στα 100 ευρώ.

Περαιτέρω, βάσει της ΔΕΛ Ζ 1126959 ΕΞ 17-09-2019 ορίζεται ότι: «Για τις διενεργούμενες χονδρικές πωλήσεις καυσίμων του άρθρου 1 της Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ΠΟΛ.1195/2018, από οντότητες- εκμεταλλευτές πρατηρίων καυσίμων, καθώς και από πωλητές πετρελαίου θέρμανσης προς άλλες οντότητες, εφόσον τα καύσιμα αυτά θεωρούνται μη εμπορεύσιμα για τον αγοραστή και η αξία τους δεν υπερβαίνει τα 100€ συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., ανά συναλλαγή, παρέχεται η δυνατότητα να εκδίδεται απλοποιημένο τιμολόγιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 10 του ν. 4308/2014».

Από τις διατάξεις και τις κανονιστικές διατάξεις δεν προβλέπεται κάποιο ποσοστό απλοποιημένων τιμολογίων έναντι τιμολογίων. Η συνήθης πρακτική για τα πρατήρια υγρών καυσίμων, κυρίως για λόγους μη καθυστέρησης των συναλλαγών, είναι να εκδίδουν και στους επιτηδευματίες αποδείξεις λιανικών συναλλαγών και υπάρχει πληθώρα αποφάσεων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών που δικαιώνουν τους φορολογούμενους (π.χ. ΔΕΔ 2879/2022, 1792/2019) για το ζήτημα αυτό, ενώ το οικείο νομοθετικό πλαίσιο και οι διοικητικές αποφάσεις είναι ξεκάθαρα (βλ. Ε2056/2019 «Με την Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1002/2014 (Φ.Ε.Κ. Β΄3/5.1.2015) ορίζεται μεταξύ άλλων, ότι για τις αποδείξεις λιανικών συναλλαγών που εκδίδονται εκτός της επαγγελματικής εγκατάστασης των υπόχρεων οντοτήτων, παρέχεται απαλλαγή από την υποχρέωση έκδοσης των σχετικών αποδείξεων πώλησης μέσω φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού (παρ. 4β΄ του άρθρου 1 της ως άνω Απόφασης). Συνεπώς, η χρήση Φ.Η.Μ. (Φ.Τ.Μ. ή Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ.) είναι προαιρετική για τις ως άνω περιπτώσεις»).

Κλείνοντας το παρόν, θα θέλαμε να επισημάνουμε τους κινδύνους που προκύπτουν από την εσφαλμένη ερμηνεία των φορολογικών διατάξεων, καθώς η μη αναγνώριση της δυνατότητας έκπτωσης δαπανών από τα κέρδη μίας επιχείρησης αποτελεί ένα βαρύτατο μέτρο καταστολής, την εφαρμογή του οποίου η φορολογική αρχή θα πρέπει να τεκμηριώνει ειδικώς και επαρκώς χωρίς να καταφεύγει σε έλεγχο σκοπιμότητας των δαπανών.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Mαρία Πουρνιά είναι Senior Partner της Artion A.E.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Κρυπτονομίσματα: Μετέωρη η φορολόγησή τους στην Ελλάδα

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία του Γιάννη Αρτσίτα και της  Νίκης Χατζοπούλου*

Σε παλαιότερη αρθρογραφία μας (βλ. «Κρυπτονομίσματα και φορολογία») είχαμε τοποθετηθεί σχετικά με την φορολόγηση της υπεραξίας που προκύπτει από την αγοραπωλησία των κρυπτονομισμάτων και είχαμε κρατήσει επιφυλάξεις σχετικά με τον τρόπο φορολόγησης.

Με πρόσφατη απόφασή της η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Θεσσαλονίκης) απέρριψε αίτημα φορολογούμενου για φορολόγηση σύμφωνα με τα άρθρα 42 και 42Α του ΚΦΕ των κερδών από αγοραπωλησία κρυπτονομισμάτων.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση κρίθηκαν τα εξής: «(…) η φορολογική αρχή ορθώς δεν έκανε αποδεκτό το δηλωθέν από τον προσφεύγοντα ποσό ύψους 182.500,00€ στον κωδικό 865 «Υπεραξία των άρθρων 42 και 42Α Κ.Φ.Ε. αλλοδαπής προέλευσης» της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2021, αφενός διότι το εισόδημα από την μεταβίβαση κρυπτονομισμάτων στο εξωτερικό δεν εμπίπτει στις ως άνω διατάξεις των άρθρων 42 και 42Α ΚΦΕ, με τις οποίες προβλέπονται και απαριθμούνται περιοριστικά οι τίτλοι από την μεταβίβαση των οποίων προκύπτει υπεραξία που θεωρείται εισόδημα και αφετέρου δεν προσκομίζονται επαρκή στοιχεία με τα οποία να προσδιορίζεται με ειδικό και σαφή τρόπο η υπεραξία που προέκυψε από την μεταβίβαση των εν λόγω κρυπτονομισμάτων» (το άρθρο 42 αφορά υπεραξία από μεταβίβαση τίτλων).

 Με βάση την απόφαση αυτή λοιπόν, δεν έγινε δεκτό το επικαλούμενο από τον φορολογούμενο εισόδημα (α) επειδή το εισόδημα αυτό δεν εντάσσεται στη φορολόγηση των άρθρων 42 και 42Α του ΚΦΕ και (β) επειδή δεν προσκομίστηκαν επαρκή στοιχεία για τον προσδιορισμό της υπεραξίας από τη μεταβίβαση των κρυπτονομισμάτων. Σημειωτέον ότι ο φορολογούμενος επικαλέστηκε το εισόδημα αυτό προκειμένου να καλύψει αντικειμενικές δαπάνες (τεκμήρια). Όμως, η φορολογική αρχή αφενός δεν αποδέχθηκε την κάλυψη των τεκμηρίων και αφετέρου δεν προέβη σε φορολόγηση του κατά δήλωση αποκτηθέντος εισοδήματος ελλείψει ειδικής διάταξης που να περιγράφει τον τρόπο φορολόγησης. Αυτό σημαίνει εν ολίγοις ότι τα έσοδα από αγοραπωλησία κρυπτονομισμάτων είναι για την Εφορία προς το παρόν αόρατα, δηλαδή δεν μπορεί να γίνει ούτε επίκληση αλλά ούτε και φορολόγησή τους.

Το κενό αυτό στη νομοθεσία το έχουμε επισημάνει πολλάκις και θα πρέπει να ληφθεί άμεσα η σχετική μέριμνα από τον νομοθέτη και τη φορολογική διοίκηση, καθώς αφορά πολλές περιπτώσεις φορολογούμενων που έχουν αποκτήσει εισοδήματα κατά τον τρόπο αυτόν, αλλά δεν μπορούν να τα δηλώσουν, να καταβάλουν τον αντίστοιχο φόρο και εντεύθεν να τα χρησιμοποιήσουν.

Όσον αφορά τον επαρκή και ακριβή προσδιορισμό της υπεραξίας από την πώληση των κρυπτονομισμάτων, ευλόγως οι φορολογικές αρχές αναζητούν τα κατάλληλα στοιχεία τεκμηρίωσης, όμως, λόγω του πλήθους των συναλλαγών που πραγματοποιούνται με τα κρυπτονομίσματα είναι συχνά δυσχερής η εύρεση της υπεραξίας. Περαιτέρω, σχετικά με την τοποθέτηση της Δ.Ε.Δ. για τη μη υπαγωγή στα άρθρα 42 και 42Α του ΚΦΕ τηρούμε τις επιφυλάξεις μας, καθώς ελλείψει ειδικής διάταξης που να ορίζει τον τρόπο φορολόγησης των κρυπτονομισμάτων, θα πρέπει το εισόδημα αυτό να τύχει φορολόγησης έστω και κατ’ αναλογία (ενδεχομένως με την χρήση της κατηγορίας «άλλα παράγωγα μέσα»), διότι σε διαφορετική περίπτωση προκύπτει το παράδοξο να διαθέτει ένας φορολογούμενος εισόδημα το οποίο δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει (για φορολογητέους σκοπούς), γεγονός που συνιστά παραβίαση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσουμε ότι οι αποφάσεις της Δ.Ε.Δ. δεν είναι δεσμευτικές ούτε για την Διοίκηση αλλά ούτε βεβαίως και για τα δικαστήρια, καθώς συνιστούν την διοικητική επίλυση μίας συγκεκριμένης φορολογικής υπόθεσης. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η απόφαση αυτή της Δ.Ε.Δ. θα γεννήσει προβληματισμούς και σύγχυση και για τον λόγο αυτόν η Φορολογική Διοίκηση θα πρέπει άμεσα να θεσμοθετήσει τον τρόπο φορολόγησης των κρυπτονομισμάτων. Εξάλλου, η ασάφεια και η αοριστία που επικρατούν αυτή τη στιγμή εντείνουν τα φαινόμενα χρήσης των κρυπτονομισμάτων ως μέσου φοροδιαφυγής.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Ο Γιάννης Αρτσίτας είναι Senior Accountant – Φορολογία Φυσικών Προσώπων της Αrtion Α.Ε..

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Ο φόρος κληρονομίας εγκλωβίζει κληρονόμους ακίνητης περιουσίας

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της  Νίκης Χατζοπούλου*

Πριν από 9 χρόνια (στις 18.6.2014) είχαμε δημοσιεύσει ένα άρθρο σχετικά με την τότε ψηφισθείσα νομοθετική πρόβλεψη για την δυνατότητα εξόφλησης του φόρου κληρονομίας σε είδος (με μεταβίβαση προς το Δημόσιο ενός εκ των κληρονομιαίων ακινήτων). Μία δεκαετία σχεδόν αργότερα, η προβλεπόμενη Υπουργική απόφαση που θα καθόριζε τις λεπτομέρειες της εφαρμογής δεν έχει ακόμα εκδοθεί.

Είναι πολλές οι περιπτώσεις, όπου λόγω της αξίας των κληρονομιαίων περιουσιακών στοιχείων, κυρίως ακινήτων, ο φόρος κληρονομίας ανέρχεται σε ποσά που ο κληρονόμος δεν μπορεί να καλύψει κι έτσι ευρίσκεται σε αδιέξοδο, ιδίως εάν δεν διαθέτει ίδια περιουσιακά στοιχεία τα οποία να εκποιήσει, ώστε να αποπληρώσει τον φόρο κληρονομίας.

Αυτό το αδιέξοδο θέλησε ο νομοθέτης να επιλύσει με τον ν. 4261/2014, με βάση τον οποίο προβλέφθηκαν τα εξής (άρθρο 82 παρ. 6 του ν. 2961/2001): «Με πράξη της Φορολογικής Διοίκησης επιτρέπεται η εξόφληση του συνόλου ή μέρους οφειλόμενου φόρου κληρονομιάς από τον οφειλέτη, που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει σε μετρητά, μετά από αίτησή του, με μεταβίβαση στο Ελληνικό Δημόσιο της πλήρους κυριότητας ολόκληρου αξιόλογου ακινήτου, το οποίο βρίσκεται εντός σχεδίου πόλης και δεν βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, αγωγή ή άλλο βάρος. Σε καμία περίπτωση δεν αποδίδεται στον οφειλέτη, η τυχόν διαφορά μεταξύ της αξίας του ακινήτου, που προσφέρεται και του φόρου κληρονομιάς που οφείλεται. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία εξόφλησης του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου

Έκτοτε, η εν λόγω Υπουργική Απόφαση ουδέποτε εκδόθηκε και η εν λόγω νομοθετική πρόβλεψη πέρασε στα αζήτητα. Το Ελληνικό Δημόσιο δεν τόλμησε, παρά τις προτάσεις των παραγωγικών τάξεων και τις πολυάριθμες εκατέρωθεν εισηγήσεις να αποδεχθεί έναντι οποιοδήποτε φόρου ή τέλους, ακίνητα φορολογούμενων. Απλά, χορήγησε φορολογική ενημερότητα την οποία με παλιότερο νόμο είχε στερήσει, όταν από την μεταβίβαση του ακινήτου δεν εξοφλείτο ολόκληρη η οφειλή προς το Ελληνικό Δημόσιο και έτσι με την παράγραφο 8 του άρθρου 43 του ν.4174 /2013, που τέθηκε σε ισχύ την 1-1-2014, ορίζεται ότι:

«Με πράξη της Φορολογικής Διοίκησης επιτρέπεται η εξόφληση του συνόλου ή μέρους οφειλόμενου φόρου από τον οφειλέτη, που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει σε μετρητά, μετά από αίτησή του, με μεταβίβαση σε τρίτον της πλήρους κυριότητας του ακινήτου και ταυτόχρονη εκχώρηση της απαίτησης καταβολής του τμήματος ή μέρους αυτού στο Ελληνικό Δημόσιο. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, καθορίζεται η διαδικασία εξόφλησης του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.». Μάλιστα, το άρθρο αυτό καταργήθηκε από 01/04/2020 με την παράγραφο 4 του άρθρου 67 του ν. 4646/2019 (ΦΕΚ Α’ 201/12-12-2019).

Με πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (υπ’ αριθ. 278/2023 Β’ Τμήμα) κρίθηκε ότι το Ελληνικό Δημόσιο παρανομεί, εφόσον ολιγωρεί ως προς την έκδοση της εφαρμοστικής Υπουργικής Απόφασης, ενώ έχει προβλεφθεί νομοθετικά η δυνατότητα ένας κληρονόμος να εξοφλήσει τον φόρο κληρονομίας με μεταβίβαση ακινήτου προς το Δημόσιο. Μάλιστα, στην υπό κρίση υπόθεση διέταξε ως μέτρο την υποχρέωση των φορολογικών αρχών να αποφαίνονται, εφεξής και ενόσω διαρκεί η παράλειψη έκδοσης της επίμαχης υπουργικής απόφασης, αμελλητί επί αιτημάτων καταβολής φόρου κληρονομίας κατ’ επίκληση του ως άνω άρθρου 82 παρ. 6 του ν. 2961/2001, κρίνοντας τη συνδρομή ή μη των νομίμων προϋποθέσεων της διάταξης αυτής με βάση τις γενικές διατάξεις και, ελλείψει τέτοιων, εκ των ενόντων, παράλληλα δε να απέχουν από κάθε πράξη διοικητικής εκτέλεσης μέχρι τη ρητή απόφανση επί των αιτημάτων αυτών.

Επίσης, με την υπ’ αριθ. 1057/2019 απόφασή του το ΣτΕ είχε κρίνει ότι η παράλειψη εκδόσεως κανονιστικής αποφάσεως προς ενεργοποίηση του άρθρου 82 παρ. 6 του ν. 2961/2001 συνιστά παράνομη παράλειψη της Διοικήσεως να προβεί στην επιβαλλομένη από την ανωτέρω διάταξη έκδοση αποφάσεως προς καθορισμό της διαδικασίας εξοφλήσεως του φόρου, η οποία παράλειψη συντελέστηκε με την πάροδο ευλόγου χρόνου από της δημοσιεύσεως του νόμου 4261/2014.

Και ναι μεν με τον νόμο 5036/2023 καταργήθηκε η υποχρέωση των συμβολαιογράφων για επισύναψη του πιστοποιητικού του άρθρου 105 του ν. 2961/2001 (περί μη οφειλή φόρου κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής) στα συμβόλαια μεταβίβασης ακινήτων κατά τις αγοραπωλησίες και επίσης καταργήθηκε η διαδικασία παρακράτησης από τον συμβολαιογράφο του επιμεριστικά αναλογούντος φόρου κληρονομιάς κατά την πώληση ακινήτου, ωστόσο το πρόβλημα της καταβολής του φόρου από πλευράς του κληρονόμου δεν επιλύεται.  Συνεπώς, θα πρέπει άμεσα να εκδοθεί η απαιτούμενη Υπουργική Απόφαση, που θα ορίζει τις λεπτομέρειες για την μεταβίβαση ακινήτου προς το Δημόσιο έναντι εξόφλησης φόρου κληρονομίας. Μεγάλη βαρύτητα θα πρέπει να δοθεί στον τρόπο προσδιορισμού της αξίας του εκχωρούμενου ακινήτου, αν και πιστεύουμε, πως τελικά η αξία θα υπολογίζεται βάσει της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Η ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών ανοίγει την πόρτα στις έμμεσες τεχνικές ελέγχου

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Νάνσυ Καλλιανιώτη και της Νίκης Χατζοπούλου*

Έχουμε πολλές φορές αναφερθεί στο θέμα των προϋποθέσεων εφαρμογής των έμμεσων τεχνικών ελέγχου. Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε την παγίδα που βρίσκεται ανάμεσα στις νομοθετικές διατάξεις και που επιφυλάσσει «στα κρυφά» έναν φορολογικό έλεγχο με έμμεσες τεχνικές: οι περιπτώσεις όπου τα τεκμήρια διαβίωσης (αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης) καλύπτονται με  ανάλωση κεφαλαίων προηγουμένων ετών.

Όπως είναι γνωστό, πολύ συχνά ένας φορολογούμενος φορολογείται με τεκμήρια κατά την υποβολή της φορολογικής του δήλωσης. Δηλαδή, εάν π.χ. για την ετήσια φορολογική δήλωση, ένας φορολογούμενος δεν είχε εισοδήματα μέσα στη συγκεκριμένη χρήση, αλλά διαθέτει π.χ. ένα σπίτι και ένα αυτοκίνητο, τότε επικαλείται για την κάλυψη αυτών των τεκμηρίων διαβίωσης τα εισοδήματα που μπορεί να είχε ως αποταμίευση από προηγούμενα έτη, γεγονός πραγματικό. Η επίκληση των εισοδημάτων προηγουμένων ετων ή αλλιώς η ανάλωση κεφαλαίου προηγουμένων ετών είναι ένα πολύ συχνό φαινόμενο, ειδικά σε περιόδους οικονομικής κρίσης.

Παραδείγματα:

α) Επαγγελματίας με κλειστή επιχείρηση το 2020 λόγω covid καλύπτει τα τεκμήρια διαβίωσης (αντικειμενικές δαπάνες) με εισοδημάτα παλαιοτέρων ετών, όπως είναι λογικό, καθώς δεν είχε εισοδήματα κατά την συγκεκριμένη χρήση.

β) Συνταξιούχος επιχειρηματίας ζει με τις αποταμιεύσεις και όχι από την πενιχρή σύνταξη που λαμβάνει και φυσικό είναι και αυτός να επικαλεστεί εισοδήματα παλαιοτέρων ετών.

Στις περιπτώσεις αυτές, ο ελεγχόμενος επικαλείται εισοδήματα παλαιοτέρων ετών. Οι αποταμιεύσεις αυτές μπορεί να βρίσκονται εντός τραπεζικού συστήματος ή σε μετρητά. Σε αυτές τις περιπτώσεις έλεγχος (κακώς κατά την άποψή μας) αμφισβητεί την ύπαρξη μετρητών όταν αυτά βρίσκονται πολλά χρόνια εκτός τραπεζικού συστήματος.

Περαιτέρω, ο φορολογούμενος σύμφωνα με τις υποχρεώσεις του και την ισχύουσα νομοθεσία, υποβάλλει την ετήσια δήλωση φόρου εισοδήματος και καταγράφει τα εισοδήματά του και όλα τα στοιχεία που έχει στην διάθεσή του, τα οποία όμως παράγουν ένα τεκμαρτό εισόδημα, όπως κατοικίες (πρώτη, δευτερεύουσα-εξοχική, αυτοκίνητα κ.λπ.). Για αποφυγή της επιπλέον φορολογίας λόγω των αντικειμενικών δαπανών (τεκμήρια διαβίωσης) μπορεί να επικαλεστεί, όπως προαναφέρθηκε, εισοδήματα παλαιοτέρων χρήσεων. Στο σημείο αυτό δημιουργείται το παράδοξο που θα αναλύσουμε κατωτέρω.

Κατά τον φορολογικό έλεγχο, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, η φορολογική αρχή μπορεί να εφαρμόσει έμμεσες τεχνικές ελέγχου (βλ. και προηγούμενο άρθρο μας «Καταχρηστική εφαρμογή των έμμεσων τεχνικών ελέγχου»). Η επίκληση εισοδημάτων παλαιοτέρων ετών μπορεί να πυροδοτήσει φορολογικό έλεγχο, καθώς μπορεί να θεωρηθεί ότι ο φορολογούμενος αποκρύπτει εισοδήματα και ο έλεγχος μπορεί να εφαρμόσει τις έμμεσες τεχνικές για αναζήτηση αυτών των εισοδημάτων.

Πιο συγκεκριμένα, από τις κείμενες διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 28, του ΚΦΕ αλλά και τις οδηγίες της σχετικής εγκυκλίου Ε. 2015/2020, προκύπτει ότι για τα φυσικά πρόσωπα, ο έμμεσος τρόπος προσδιορισμού του εισοδήματός τους μπορεί να εφαρμοστεί όταν σε μία χρονιά οι πραγματικές δαπάνες διαβίωσης υπερβαίνουν το δηλωθέν εισόδημα. Σημειώνεται, ότι λαμβάνονται αποκλειστικά υπόψιν οι πραγματικές δαπάνες διαβίωσης σε αντιδιαστολή με τα τεκμήρια διαβίωσης π.χ. τεκμήριο ακινήτου είναι αυτό που εξευρίσκεται ανάλογα με την παλαιότητα, θέση, τετραγωνικά, ενώ οι πραγματικές δαπάνες στην περίπτωση της κατοικίας προσμετρώνται οι φόροι, οι επισκευές, τα ασφάλιστρα. Το ίδιο ισχύει και για τα αυτοκίνητα.

Προφανώς, στην περίπτωση που ο φορολογούμενος εντός του έτους, προέβη σε προσωπικές δαπάνες υψηλότερες από το δηλωθέν εισόδημα κατά πάσα πιθανότητα χρησιμοποίησε είτε αποταμιεύσεις, είτε δάνεια, δωρεές, κέρδη από πώληση μετοχών κ.λπ., περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 34 του ΚΦΕ, ωστόσο στην προκειμένη περίπτωση τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα έχουν τη δυνατότητα βάσει της παρ. 2, του άρθρου 28, του ΚΦΕ, να προσδιορίσουν το εισόδημα του φορολογούμενου χρησιμοποιώντας τις έμμεσες μεθόδους.

Τι σημαίνει αυτό;

Όπως έχουμε αναλύσει στο παρελθόν, οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου αποτελούν ένα εργαλείο που εξάγει αποτελέσματα με βάση ορισμένες παραδοχές και δεν λαμβάνει υπόψιν μόνο τα λογιστικά στοιχεία, αλλά και εξωλογιστικά στοιχεία που λαμβάνει από οποιαδήποτε πηγή που μπορεί να οδηγήσουν στην εξαγωγή φορολογικών αποτελεσμάτων. Αν και θεωρούνται (οι έμμεσες τεχνικές) αξιόπιστος και έγκυρος τρόπος διεξαγωγής φορολογικού ελέγχου, ωστόσο, αποτελούν ένα εξειδικευμένο εργαλείο, που δεν είναι εύκολο να γίνει αντιληπτό από όσους δεν ασχολούνται με αυτό το αντικείμενο και κατ’ επέκταση από τον ίδιο τον φορολογούμενο που υφίσταται τον φορολογικό έλεγχο. Έτσι, πολύ συχνά καταλήγει ο φορολογούμενος να βρίσκεται έκθετος έναντι της φορολογικής αρχής και καλείται να δαπανήσει χρόνο και χρήματα για να διασφαλίσει ότι έχει λάβει τις ενδεδειγμένες συμβουλές από συμβούλους (λογιστές, δικηγόρους) για την ορθή διεξαγωγή του ελέγχου. Φυσικά, σημειώνεται ότι η εφαρμογή των έμμεσων μεθόδων δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα καταλογιστούν φόροι στον ελεγχόμενο, ωστόσο, ένας λάθος χειρισμός ή μία παράλειψη ως προς την ενημέρωση των ελεγκτικών οργάνων μπορεί πράγματι να οδηγήσει στον προσδιορισμό υψηλότερων εισοδημάτων, χωρίς αυτά να έχουν κατ’ ανάγκη σχέση με την πραγματικότητα.

Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε απαραίτητη τη νομοτεχνική βελτίωση των οικείων διατάξεων, ώστε να οριστεί ο υπολογισμός των τεκμηρίων με έναν ενιαίο τρόπο που θα εφαρμόζεται τόσο κατά την υποβολή της δήλωσης όσο και κατά τον έλεγχο διαφορετικά θα συνεχιστεί το οξύμωρο που ισχύει σήμερα και δημιουργεί δικαιολογημένες προστριβές μεταξύ φορολογουμένων και ελεγκτικών αρχών.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Νάνσυ Καλλιανιώτη είναι Partner της ARTIONAE 

H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Μεταφορά στη ΔΟΥ κατοίκων εξωτερικού: προϋποθέσεις και ευνοϊκότερο καθεστώς

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Νάνσυ Καλλιανιώτη*

Εισαγωγικά, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι εξελίξεις στο θέμα της φορολογικής κατοικίας είναι συνεχείς. Και αυτό λογικό, καθώς πράγματι λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων μπορούν πλέον πολλοί εργαζόμενοι αλλά και επιχειρηματίες να έχουν σε άλλη χώρα την εργασία τους και σε άλλη χώρα την μόνιμη κατοικία και το λεγόμενο «κέντρο ζωτικών συμφερόντων». Ποια όμως είναι τα κριτήρια για το πού θα φορολογηθούν εν τέλει;

Η φορολογική κατοικία ενός προσώπου είναι ένα από τα πλέον σημαντικά ζητήματα που επηρεάζουν όλες τις πτυχές της δραστηριότητάς του. Αντιδιαστέλλεται προς την έννοια της ιθαγένειας, καθώς ένα πρόσωπο μπορεί να διατηρεί π.χ. την ελληνική ιθαγένεια, αλλά να μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία και να αποκτήσει την ιδιότητα του φορολογικού κατοίκου εξωτερικού.

Τα τελευταία χρόνια το θέμα της φορολογικής κατοικίας έχει έρθει στο προσκήνιο, αφενός λόγω της οικονομικής κρίσης που ταλανίζει τη χώρα εδώ και μία δεκαετία και αφετέρου λόγω της κινητικότητας των εργαζομένων, οι οποίοι συχνά μετεγκαθίστανται για λόγους εργασιακούς.

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 4172/2013, ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, εφόσον:

Ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, εφόσον:

α) έχει στην Ελλάδα τη μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων, ήτοι τους προσωπικούς και οικονομικούς δεσμούς του ή

β) είναι προξενικός, διπλωματικός ή δημόσιος λειτουργός παρόμοιου καθεστώτος ή δημόσιος υπάλληλος που έχει την ελληνική ιθαγένεια και υπηρετεί στην αλλοδαπή.

Επιπλέον, ένα φυσικό πρόσωπο που βρίσκεται στην Ελλάδα για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα τρεις (183) ημέρες, αθροιστικά, στη διάρκεια οποιασδήποτε δωδεκάμηνης περιόδου, είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος από την πρώτη ημέρα παρουσίας του στην Ελλάδα. Αυτό δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση φυσικών προσώπων που βρίσκονται στην Ελλάδα αποκλειστικά για τουριστικούς, ιατρικούς, θεραπευτικούς ή παρόμοιους ιδιωτικούς σκοπούς και η παραμονή τους δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες εξήντα πέντε (365) ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό.

Μέχρι πρόσφατα, οι πιο συνηθισμένες περιπτώσεις απόρριψης η αίτηση μεταφοράς ήταν οι ακόλουθες:

Στην περίπτωση που υπάρχει ενεργή ατομική επιχείρηση στην Ελλάδα.

Στην περίπτωση που κάποιος είναι ομόρρυθμος εταίρος σε ΟΕ ή ΕΕ.

Στην περίπτωση ύπαρξης σχέσης διευθύνοντος συμβούλου σε ΑΕ

Στην περίπτωση ύπαρξης σχέσης διαχειριστή ή μονοπρόσωπου εταίρου σε ΕΠΕ ή ΙΚΕ.

Και πράγματι, πολύ συχνά εξακολουθούν οι κατά τόπον ΔΟΥ να απορρίπτουν αιτήματα για τη μεταφορά φορολογικής κατοικίας, αποκλειστικά και μόνο επειδή π.χ. κάποιος είναι διαχειριστής σε ΙΚΕ και χωρίς να εξετάζουν το σύνολο των δικαιολογητικών που ο φορολογούμενος προσκομίζει, αν και η σχετική διάταξη υπαγορεύει να εξετάζεται η μόνιμη ή κύρια κατοικία ή συνήθης διαμονή ή το κέντρο των ζωτικών συμφερόντων, ήτοι οι προσωπικοί και οικονομικοί δεσμοί.

Σε περίπτωση που μία ΔΟΥ απορρίπτει το αίτημα μεταφοράς φορολογικής κατοικίας μονόδρομος πλέον για τον φορολογούμενο είναι η δικαστική οδός, καθώς η Δ.Ε.Δ. (Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών) δεν είναι αρμόδια να κρίνει επί ζητημάτων φορολογικής κατοικίας. Επομένως, ο φορολογούμενος θα πρέπει να ασκήσει αίτηση ακύρωσης ενώπιον του κατά τόπον αρμόδιου (Τριμελούς) Διοικητικού Πρωτοδικείου.

Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ήδη έχει εκδοθεί σωρεία αποφάσεων που δικαιώνει φορολογούμενους των οποίων η αίτηση μεταφοράς φορολογικής κατοικίας απερρίφθη άνευ ετέρου και με μόνη αιτιολογία την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου εταιρείας στην Ελλάδα, δραστηριότητα που είναι αυτονόητο ότι πλέον κανείς μπορεί να ασκήσει από οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη. Κατωτέρω, σημειώνουμε μερικές μόνο από τις δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί:

– Με την υπ’ αριθ. 1242/2021 απόφαση του ΣτΕ (Β’ τμήμα) κρίθηκε ότι (σκ. 13) η ιδιότητα του διαχειριστή ομόρρυθμης εταιρείας δεν συνιστά, από φορολογικής απόψεως, άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, ούτε, άλλωστε, ότι η άσκηση των εκ της ιδιότητας αυτής καθηκόντων απαιτεί, κατ’ ανάγκη, την αυτοπρόσωπη παρουσία του διαχειριστή στην έδρα της εταιρείας και, μάλιστα, για μακρά χρονικά διαστήματα – περίπτωση, άλλωστε, που η φορολογική αρχή δεν απέδειξε ότι συνέτρεχε εν προκειμένω – μόνη η εκ μέρους του αιτούντος διατήρηση της ιδιότητας αυτής καθ’ όλη τη διάρκεια του επίμαχου έτους δεν μπορεί να εξομοιωθεί με φυσική παρουσία του στην Ελλάδα για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα, ώστε να συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του τεκμηρίου της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 4172/2013.

– Με την υπ’ αριθ. 1235/2021 απόφαση του ΣτΕ κρίθηκε ότι μόνη η ύπαρξη δημοσιοϋπαλληλικής θέσης στην Ελλάδα δεν παράγει αμάχητο τεκμήριο για την διατήρηση της φορολογικής κατοικίας στην Ελλάδα, καθώς στην εν λόγω υπόθεση κρίθηκε ότιαπό το σύνολο των στοιχείων συνάγεται η πρόθεση του αιτούντος να οργανώσει τη ζωή του στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά μόνιμο τρόπο, έχοντας, ήδη κατά το φορολογικό έτος 2016 καταστήσει το Ηνωμένο Βασίλειο κέντρο των εν γένει βιοτικών σχέσεων και ζωτικών συμφερόντων του. Διάφορο δε, είναι το ζήτημα αν η μεταφορά του κέντρου των ζωτικών συμφερόντων του αιτούντος στο Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να ασκήσει επιρροή στη διατήρηση της ιδιότητάς του ως ιατρού του Ε.Σ.Υ., στον οποίο είχε χορηγηθεί άδεια διαδοχικώς από 30-9-2015 έως 30-6-2016, από 1-7-2016 έως 30-6-2019 και από 1-7-2019 έως 30-6-2020 για ανατροφή τέκνου, σύμφωνα με την οικεία (διάφορη της φορολογικής) νομοθεσία.

– Με την υπ’ αριθ. 1692/2021 απόφαση του ΣτΕ κρίθηκε ότι  μόνη η ύπαρξη της από 12-3-2013 συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου μεταξύ του αιτούντος και της ως άνω εδρεύουσας στην Κύπρο εταιρίας, στην οποία αυτός απασχολείται ως υπεύθυνος εκδηλώσεων της εταιρίας, δεν αρκεί άνευ ετέρου, και ιδίως ενόψει της μη αποδείξεως εκ μέρους του αιτούντος ότι αυτός διαμένει σε συγκεκριμένο ακίνητο στην Κύπρο, για ν’ αποδείξει τη μόνιμη και διαρκή φυσική παρουσία του στην Κύπρο, ενόψει α) της φύσεως των αναφερόμενων στην ως άνω σύμβαση προσλήψεώς του καθηκόντων του, τα οποία είναι η οργάνωση Συνεδρίων και Εκθέσεων (συντονισμός / προώθηση / προβολή / επιμέλεια), η ανεύρεση, η σύσταση και η επιμέλεια συνεργασιών με διοργανωτές εκθέσεων, η ανεύρεση πελατών για συμμετοχή σε θεματικές εκθέσεις, η φροντίδα εκπόνησης μελέτης κατασκευής & διακόσμησης περιπτέρων εκθέσεων, η εποπτεία εφαρμογής όποιας μελέτης με τους κατά τόπους κατασκευαστικούς οίκους, η μέριμνα για την εφαρμογή των όποιων συμβάσεων μεταξύ πελατών & εταιρίας και β) του διαλαμβανόμενου στην ως άνω σύμβαση όρου, σύμφωνα με τον οποίο “ο τόπος της βασικής διεξαγωγής της εργασίας θα είναι στη Λευκωσία, αλλά και σε οποιαδήποτε τοποθεσία (εντός και εκτός Κύπρου) απαιτείται από τις συνθήκες δραστηριότητας”. Η δε προσκομισθείσα από αυτόν προαναφερθείσα δήλωση-βεβαίωση φίλου του αιτούντος, φερόμενου ως κατοίκου Κύπρου, περί του ότι αυτός φιλοξενεί τον αιτούντα αφιλοκερδώς στην οικία του, κρίθηκε ότι δεν αρκεί για ν’ αποδείξει άνευ ετέρου την εγκατάσταση-φυσική παρουσία του αιτούντος στην Κύπρο. Τούτο δε διότι ανεξαρτήτως του ότι η απλή αυτή χειρόγραφη δήλωση του δεν έχει συνταχθεί σε ανύποπτο χρόνο, παρά σε χρονικό σημείο μετά την απόρριψη του αιτήματος του αιτούντος και λίγο πριν την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως (31-1-2019), σε αυτήν δεν αναφέρεται κατά τρόπο συγκεκριμένο από ποιο χρονικό σημείο και εφεξής το ανωτέρω πρόσωπο φιλοξενεί και μάλιστα σε μόνιμη βάση τον αιτούντα, ενώ, εξάλλου, από κανένα στοιχείο δεν αποδεικνύεται ότι το πρόσωπο που δηλώνει ότι φιλοξενεί τον αιτούντα στην Κύπρο είναι, πράγματι, κάτοικος Κύπρου.

– Στο πλαίσιο της υπ’ αριθ. 481/2021 απόφαση του ΣτΕ, το Δικαστήριο έκρινε ότι μη νομίμως η φορολογική αρχή απέρριψε το αίτημα του αιτούντος περί μεταβολής της φορολογικής του κατοικίας για το φορολογικό έτος 2017, στηρίζοντας την κρίση της αυτή αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι αυτός δεν προσκόμισε στοιχεία για την απασχόλησή του στην αλλοδαπή από τα οποία να αποδεικνύεται ο μόνιμος ή μακροπρόθεσμος χαρακτήρας της απασχόλησής του, υπολαμβάνοντας ότι η έλλειψη τέτοιων στοιχείων, στην περίπτωση εγγάμου προσώπου, του οποίου ο/η σύζυγος παραμένει φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, έχει ως συνέπεια τον εντοπισμό του κέντρου των ζωτικών του συμφερόντων και κατ’ επέκταση τον προσδιορισμό της κύριας και μόνιμης κατοικίας του στην Ελλάδα. Τούτο δε διότι, ανεξαρτήτως του ότι ο αιτών είχε προσκομίσει πιστοποιητικό ότι ήταν φορολογικός κάτοικος Ελβετίας από το 2015, η φορολογική αρχή στηρίχθηκε για την απόρριψη του αιτήματός του στην έλλειψη στοιχείων επαγγελματικής απασχολήσεώς του στην Ελβετία, που να απαιτούν τη φυσική παρουσία του στη χώρα αυτή, χωρίς, πάντως, να ελέγξει εάν το ελλείπον στο εν λόγω κράτος στοιχείο διαπιστώνεται στην Ελλάδα και χωρίς, περαιτέρω, να συνεκτιμήσει τα άλλα προσκομισθέντα από τον αιτούντα δικαιολογητικά, καθώς και την κύρια πηγή των εισοδημάτων του.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η νομολογία τάσσεται υπέρ των φορολογούμενων, ειδικά στις περιπτώσεις που η φορολογική αρχή απορρίπτει σωρηδόν αιτήσεις μεταφοράς χωρίς να υπεισέρχεται, όπως θα όφειλε, στην ουσία της εκάστοτε υπόθεσης. Φυσικά, αυτό επιρρίπτει ένα μεγάλο επιπρόσθετο βάρος στον φορολογούμενο, ο οποίος προκειμένου να δικαιωθεί θα πρέπει να αποτανθεί στα δικαστήρια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται από πλευράς χρόνου και δαπανών. Για τους λόγους αυτούς, πιστεύουμε ότι θα πρέπει να δοθούν ειδικότερες οδηγίες (ίσως με την έκδοση εγκυκλίου) προς τις φορολογικές αρχές ως προς τον τρόπο εξέτασης των αιτήσεων μεταβολής φορολογικής κατοικίας.

Δείτε το άρθρο και στo e-Forologia.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Νάνσυ Καλλιανιώτη είναι Partner της ARTION A.E. 

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)