Προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων (Θέματα για τους ισολογισμούς που κλείνουν 31-12-2014)
Πηγή: Orion Audit
Αθανασόπουλος Λάμπρος
Manager της «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ».
Περιεχόμενα
Εισαγωγή
α) Προβλέψεις επισφαλών για τη χρήση 2014.
β) Χειρισμός της συσσωρευμένης έως 31-12-2013 πρόβλεψης (Κωδ.Λογ. 44.11.)
γ) Διάφορα ζητήματα επί του θέματος.
1) Τι συμφέρει να επιλέξει η επιχείρηση;
2) Μπορεί μία επιχείρηση να διεκδικήσει δικαστικά απαίτηση, την οποία έχει διαγράψει για φορολογικούς λόγους;
Εισαγωγή:
Με το ν.4172/2013 (άρθρο 26 Επισφαλείς απαιτήσεις) αλλάζει ριζικά το τοπίο φορολογικής αναγνώρισης των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις που μπορεί να σχηματίσει μια επιχείρηση.
Για το συσσωρευμένο υπόλοιπο των προβλέψεων επισφαλών απαιτήσεων (Λογ. 44.11) που είχαν σχηματισθεί στις χρήσεις 2010, 2011, 2012 και 2013 θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης θ’ της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994 (άρθρο 72 Ν.4172/2013) «4. Οι διατάξεις του άρθρου 26 ισχύουν για προβλέψεις που σχηματίζονται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά. Για τις προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων που έχουν σχηματισθεί στα φορολογικά έτη 2010, 2011, 2012 και 2013 θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης θ’ της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994.».
Στο παρόν άρθρο θα αναφέρουμε επιγραμματικά τι ισχύει για την κλειόμενη χρήση του 2014 (πρέπει όμως να αναμένουμε την «ερμηνευτική» για το θέμα εγκύκλιο) και θα προσπαθήσουμε επιπλέον να αναλύσουμε τι πρέπει να λάβει υπ’ όψιν της μια επιχείρηση για το εάν θα πρέπει να διαγράψει ή όχι πελάτες ανεπίδεκτου είσπραξης για τη χρήση του 2014.
Για τη χρήση του 2014 (άρθρο 26 Ν.4172/2013), λοιπόν συνοπτικά ισχύουν τα εξής: (Αφορά νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες εκτός τραπεζών, εταιριών χρηματοδοτικής μίσθωσης, και εκτός εταιριών factoring):
α) Προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων για τη χρήση 2014.
Όσον αφορά το σχηματισμό νέων προβλέψεων για τη χρήση του 2014, καθώς επίσης και το πώς χρησιμοποιούνται οι προβλέψεις αυτές για διαγραφές επισφαλών απαιτήσεων από το 2014 και μετά, ισχύουν τα εξής:
- «Τα ποσά των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων και οι διαγραφές αυτών, εκπίπτουν για φορολογικούς σκοπούς, ως εξής:
α) για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις μέχρι το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ που δεν έχουν εισπραχθεί για διάστημα άνω των δώδεκα (12) μηνών, ο φορολογούμενος δύναται να σχηματίσει πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) της εν λόγω απαίτησης, εφόσον έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης,
β) για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις άνω του ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ που δεν έχουν εισπραχθεί για διάστημα άνω των δώδεκα (12) μηνών, ο φορολογούμενος δύναται να σχηματίσει πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων, εφόσον έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης, σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα:
Χρόνος υπερημερίας (σε μήνες) | Προβλέψεις (σε ποσοστό %) |
> 12 | 50 |
> 18 | 75 |
> 24 | 100 |
- Ανεξάρτητα από την παράγραφο 1, ο σχηματισμός προβλέψεων επισφαλών απαιτήσεων δεν επιτρέπεται στις περιπτώσεις επισφαλών απαιτήσεων κατά των μετόχων ή εταίρων της επιχείρησης με ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής δέκα τοις εκατό (10%) και των θυγατρικών εταιρειών της επιχείρησης με ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής δέκα τοις εκατό (10%), εκτός αν για την αξίωση που αφορά αυτές τις οφειλές υπάρχει εκκρεμοδικία ενώπιον δικαστηρίου ή διαιτητικού δικαστηρίου, ή εάν ο οφειλέτης έχει υποβάλει αίτημα κήρυξης σε πτώχευση ή υπαγωγής σε διαδικασία εξυγίανσης ή σε βάρος του έχει εκκινήσει η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Επίσης, δεν επιτρέπεται ο σχηματισμός προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις που καλύπτονται από ασφάλιση ή οποιαδήποτε εγγυοδοσία ή άλλη ενοχική ή εμπράγματη ασφάλεια ή για οφειλές του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή για εκείνες που έχουν δοθεί με την εγγύηση αυτών των φορέων.
- Η πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 1, ανακτάται άμεσα με τη μεταφορά αυτής της πρόβλεψης στα κέρδη της επιχείρησης, εφόσον η απαίτηση:
α) καταστεί εισπράξιμη ή
β) διαγραφεί. - Απαίτηση δύναται να διαγραφεί για φορολογικούς σκοπούς μόνον εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) έχει προηγουμένως εγγραφεί ποσό που αντιστοιχεί στην οφειλή ως έσοδο,
β) έχει προηγουμένως διαγραφεί από τα βιβλία του φορολογούμενου και
γ) έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης.»
Επίσης στην αιτιολογική του Νόμου αναφέρονται τα εξής:
«Με τις παραγράφους 1 έως και 4 του άρθρου 26 εισάγεται νέος κανόνας για το σχηματισμό προβλέψεων επισφαλών απαιτήσεων και διαγραφής αυτών επί τη βάσει του χρόνου κατά τον οποίο παραμένουν ανείσπρακτες και ανάλογα με το ποσό της απαίτησης.
Έτσι για ποσά απαιτήσεων μέχρι χίλια (1.000) ευρώ που δεν έχουν εισπραχθεί για διάστημα άνω των δώδεκα (12) μηνών, ο φορολογούμενος δύναται να σχηματίσει πρόβλεψη για το εκατό τοις εκατό (100%) της απαίτησης, εφόσον έχει αναλάβει τις κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης. Η προϋπόθεση της ανάληψης κατάλληλων ενεργειών σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο για τη διασφάλιση δικαιώματος είσπραξης θέτει ένα ελάχιστο όριο για τη διεκδίκηση είσπραξης της απαίτησης, χωρίς να προσδιορίζει το μέσο για τη διεκδίκηση και κατά τούτο μπορεί να αναληφθεί οποιαδήποτε ενέργεια για την είσπραξη, αρκεί να είναι πρόσφορη για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης. Τέτοιο μέσο δεν είναι απαραίτητα η άσκηση ένδικου βοηθήματος με τη στενή έννοια του όρου, αλλά μπορεί να είναι και η κατάθεση διαταγής πληρωμής, η σφράγιση μίας επιταγής κ.ά. Σε κάθε περίπτωση ο κατάλληλος ή μη χαρακτήρας κρίνεται ad hoc με βάση το ύψος της απαίτησης, το φερέγγυο ή μη του καθ’ ου η απαίτηση, καθώς και από άλλους παράγοντες.
Για τα ποσά άνω των χιλίων (1.000) ευρώ προβλέπεται ο κλιμακωτός σχηματισμός προβλέψεων σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), εβδομήντα τοις εκατό (70%) και εκατό τοις εκατό (100%) ανάλογα με τη χρονική διάρκεια που παραμένουν ανείσπρακτες οι επισφαλείς απαιτήσεις.
Στην παράγραφο 3 προβλέπονται οι περιπτώσεις ανάκτησης της πρόβλεψης με τη μεταφορά της στα κέρδη της επιχείρησης και στην παράγραφο 4 ορίζονται σωρευτικά οι προϋποθέσεις για τη διαγραφή της απαίτησης για φορολογικούς σκοπούς.
Τέλος, με τις παραγράφους 5 έως και 7 ορίζεται ο τρόπος υπολογισμού του ποσού της πρόβλεψης επισφαλών
απαιτήσεων για τις τράπεζες, τις εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης και τις εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων, αντίστοιχα, ο οποίος διατηρεί το ισχύον για τις επιχειρήσεις αυτές καθεστώς σχηματισμού προβλέψεων για διαγραφή επισφαλών απαιτήσεων.»
Η αναμενόμενη ερμηνευτική εγκύκλιος, ελπίζουμε ότι θα ξεκαθαρίσει το τοπίο στο θέμα αυτό. Κυρίως στον τρόπο εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 26 Ν.4172/2013.
β) Χειρισμός της συσσωρευμένης ως 31-12-2013 πρόβλεψης (Κωδ.Λογ. 44.11.)
Σύμφωνα με την Νομοθεσία Άρθρο 31, περ. θ Ν.2238/1994, ισχύουν τα εξής:
«Η σχηματιζόμενη ως άνω πρόβλεψη χρησιμοποιείται για την απόσβεση (διαγραφή) πελατών οι οποίοι είναι ανεπίδεκτοι είσπραξης. Για τους πελάτες που διαγράφονται και για τους οποίους δεν έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα, η επιχείρηση υποχρεούται να γνωστοποιεί σε αυτούς ότι διέγραψε την επισφαλή απαίτηση της, εφόσον το ποσό της επισφαλούς απαίτησης, ανά πελάτη, υπερβαίνει τα χίλια (1.000) ευρώ . Με την εξάντληση των ένδικων μέσων εξομοιούται η διαγραφή απαίτησης σύμφωνα με συμφωνία εξυγίανσης που επικυρώνεται από το πτωχευτικό δικαστήριο σύμφωνα με το έκτο κεφάλαιο του Πτωχευτικού Κώδικα. Επίσης, για τους πελάτες των οποίων οι απαιτήσεις διεγράφησαν σύμφωνα με τα πιο πάνω, η επιχείρηση συντάσσει συγκεντρωτική κατάσταση με πλήρη στοιχεία για τον καθένα, στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα, η διεύθυνση, η δημόσια οικονομική υπηρεσία και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του πελάτη, καθώς και το διαγραφέν ποσό. Η πιο πάνω κατάσταση υποβάλλεται στην αρμόδια για τη φορολογία της επιχείρησης Δ.Ο.Υ. σε τρία (3) αντίγραφα, μέχρι τη λήξη της προθεσμίας, η οποία ορίζεται από το άρθρο 10 του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών.…… Το ποσό της πρόβλεψης που εμφανίζεται στο λογαριασμό 44.11 «Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις» δεν υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος, εκτός και αν στο τέλος κάθε πενταετίας, αρχής γενομένης από τη διαχειριστική περίοδο 2005 υφίσταται στον ως άνω λογαριασμό υπόλοιπο λόγω μη επαληθεύσεως των προβλέψεων με επισφαλείς απαιτήσεις. Το υπόλοιπο αυτό ποσό μεταφέρεται στα ακαθάριστα έσοδα της επόμενης διαχειριστικής περιόδου, υποκείμενο σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις.……..»
Για τις προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων που έχουν σχηματισθεί στις χρήσεις 2010, 2011, 2012 και 2013 [fusion_builder_container hundred_percent=”yes” overflow=”visible”][fusion_builder_row][fusion_builder_column type=”1_1″ background_position=”left top” background_color=” border_size=” border_color=” border_style=”solid” spacing=”yes” background_image=” background_repeat=”no-repeat” padding=” margin_top=”0px” margin_bottom=”0px” class=” id=” animation_type=” animation_speed=”0.3″ animation_direction=”left” hide_on_mobile=”no” center_content=”no” min_height=”none”][ Συσσωρευμένο υπόλοιπο του λογ. 44.11, το οποίο έχει σχηματιστεί με βάση τις φορολογικές διατάξεις ] κατά τη χρήση του 2014 η επιχείρηση έχει τρείς επιλογές:
(1) Συμψηφισμός μέρους ή του συνόλου του υπολοίπου της συσσωρευμένης πρόβλεψης με οριστική διαγραφή επισφαλών απαιτήσεων.
(2) Διατήρηση της συσσωρευμένης πρόβλεψης (ή το εναπομείναντα μέρος αυτής), με αποτέλεσμα την υποχρεωτική μεταφορά της και άρα φορολόγηση της στην χρήση 2015.
(3) Μεταφορά ( προαιρετική ) της συσσωρευμένης πρόβλεψης, στα αποτέλεσμα χρήσης 2014 (επιλογή την οποία θα διάλεγε κάποιος με σκοπό την βελτίωση των αποτελεσμάτων της χρήσης 2014).
Ας δούμε λοιπόν τι επιμέρους ενέργειες πρέπει να κάνει μια επιχείρηση, ανάλογα με την επιλογή της:
Σε περίπτωση (η οποία είναι και η πιο συνηθισμένη), που η επιχείρηση επιλέξει την πρώτη επιλογή, πρέπει να προβεί στις ακόλουθες ενέργειες:
(1) Λογιστική Διαγραφή των ανεπίδεκτων εισπράξεως πελατών: με χρέωση του λογαριασμού 44.11 “Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις” και με πίστωση των λογαριασμών των απαιτήσεων (Πελατών).
Σημειώνονται τα εξής:
i) «Ο χαρακτηρισμός και η διαγραφή ορισμένων πελατών ως επισφαλών (σημ.: για την περίπτωση αυτή) είναι θέμα που κρίνεται από την επιχείρηση, με βάση τα στοιχεία και έγγραφα που έχει στη διάθεσή της και δεν ερευνάται κατά το διενεργούμενο έλεγχο στην επιχείρηση εκ μέρους της Φορολογούσας Αρχής, αν πράγματι οι διαγραφέντες πελάτες είναι επισφαλείς ή όχι. Στην περίπτωση όμως που κάποιος πελάτης κρίθηκε από την επιχείρηση ως επισφαλής και προέβη στη διαγραφή αυτού και στη συνέχεια, το ποσό της απαίτησής του εισπραχθεί, η επιχείρηση έχει υποχρέωση να μεταφέρει το ποσό που εισέπραξε στα αποτελέσματα χρήσεως.» (ΠΟΛ.1016/7.2.2005 (άρθρο 9 παρ. 3))
ii) Σε περίπτωση διαγραφών επισφαλών απαιτήσεων, οι απαιτήσεις αυτές πρέπει να έχουν προέλθει μόνο από πελάτες, καθόσον ο υπολογισμός των προβλέψεων υπολογίζεται επί της αξίας των εκδοθέντων τιμολογίων πώλησης.
iii) Επειδή είναι ενδεχόμενο, ορισμένες επιχειρήσεις να έχουν εμφανίσει στο λογαριασμό των προβλέψεων, ποσό μεγαλύτερο από αυτό που προέκυπτε με την εφαρμογή του 0,5% που προβλεπόταν από το νόμο, αλλά με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος να είχαν αναμορφώσει τα αποτελέσματα με την προσθήκη των επιπλέον ποσών, είναι αυτονόητο ότι τα επιπλέον αυτά ποσά, παρά το γεγονός ότι εμφανίζονται στο υπόλοιπο του λογαριασμού προβλέψεων, δεν υπόκειται στην διαδικασία αυτής της φορολόγησης.
(2.α) Συμψηφισμός (διαγραφή) υπολοίπων πελατών έως 1.000 ευρώ:
• Γνωστοποίηση στους διαγραφέντες πελάτες της επιχείρησης: Δεν απαιτείται
• Υποβολή ( συγκεντρωτικής) κατάστασης στην Εφορία: Δεν απαιτείται
(2.β) Συμψηφισμός (διαγραφή) υπολοίπων πελατών μεγαλυτέρων των 1.000 ευρώ, για τους οποίους δεν έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα:
• Γνωστοποίηση στους διαγραφέντες πελάτες της επιχείρησης:
Η επιχείρηση εφόσον δεν έχει ασκήσει ένδικα μέσα για την διεκδίκηση του ποσού της απαίτησης (σημ.: είναι > 1.000 ευρώ), υποχρεούται να τους γνωστοποιεί ότι διέγραψε την απαίτηση της. Στην ερμηνευτική δεν ειδικεύεται ο τρόπος γνωστοποίησης, αλλά εκτιμούμε ότι η επιχείρηση που προέβει σε διαγραφή πρέπει να έχει τα κατάλληλα αποδεικτικά τεκμήρια ( τέτοια και ανάλογα της περίπτωσης μπορεί να είναι, η αποστολή συστημένης επιστολής, το εξώδικο κ.λπ) . Επιπλέον στην επιστολή της επιχείρησης προς τους πελάτες θα πρέπει να αναφέρονται : το ποσό της διαγραφείσας απαίτησης, καθώς επίσης και τα στοιχεία του πελάτη που διαγράφει (πχ ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα, τη διεύθυνση, τη δημόσια οικονομική υπηρεσία και τον αριθμό του φορολογικού μητρώου του πελάτη).
• Υποβολή (συγκεντρωτικής) κατάστασης στην Εφορία:
Για τους πελάτες των οποίων οι απαιτήσεις διεγράφησαν σύμφωνα με τα πιο πάνω, η επιχείρηση συντάσσει συγκεντρωτική κατάσταση με πλήρη στοιχεία για τον καθένα, στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα, η διεύθυνση, η δημόσια οικονομική υπηρεσία και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του πελάτη, καθώς και το διαγραφέν ποσό. Η πιο πάνω κατάσταση υποβάλλεται στην αρμόδια για τη φορολογία της επιχείρησης Δ.Ο.Υ. σε τρία (3) αντίγραφα, μέχρι τη λήξη της προθεσμίας, η οποία ορίζεται από το άρθρο 10 του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών. (Άρθρο 31 παρ.1περ.θ Ν.2238/1994). Η προθεσμία που ορίζει το άρθρο 10 του Κ.Φ.Α.Σ., για τη χρήση του 2014 είναι η (25η) Ιουνίου του έτους 2015.
(2.γ) Συμψηφισμός (διαγραφή) υπολοίπων πελατών μεγαλυτέρων των 1.000 ευρώ, για τους οποίους όμως έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα :
Γνωστοποίηση: Δεν απαιτείται
Υποβολή κατάστασης: Δεν απαιτείται.
Κατά το γράμμα της Νόμου και της ερμηνευτικής («Για τους πελάτες που διαγράφονται και για τους οποίους δεν έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα ………. Επίσης, για τους πελάτες αυτούς που διαγράφονται χωρίς να ασκηθούν ένδικα μέσα,…….») μπορεί να γίνει η διαγραφή επισφαλών απαιτήσεων χωρίς να τηρηθούν οι διαδικασίες «γνωστοποίησης» και «υποβολή συγκεντρωτικής κατάστασης» εφόσον έχουν ασκηθεί ένδικα. Εξ αντιδιαστολής λοιπόν, προκύπτει ότι αν έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα, οι επισφαλείς πελάτες ενημερώνονται μέσω της διαδικασίας διεκδίκησης και δεν απαιτείται γνωστοποίηση, της διαγραφή τους.
Τα ανωτέρω προκύπτουν από την ΠΟΛ.1016/7.2.2005 (άρθρο 9 παρ. 3): « Για τους πελάτες που διαγράφονται και για τους οποίους δεν έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα, η επιχείρηση υποχρεούται να γνωστοποιεί σε αυτούς, ότι διέγραψε την επισφαλή απαίτησή της, εφόσον το ποσό της επισφαλούς απαίτησης, ανά πελάτη, υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ. Επίσης, για τους πελάτες αυτούς που διαγράφονται χωρίς να ασκηθούν ένδικα μέσα, η επιχείρηση συντάσσει συγκεντρωτική κατάσταση με πλήρη στοιχεία για τον καθένα, στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα, η διεύθυνση, η δημόσια οικονομική υπηρεσία και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του πελάτη, καθώς και το διαγραφέν ποσό. Η πιο πάνω κατάσταση υποβάλλεται στην αρμόδια για τη φορολογία της επιχείρησης Δ.Ο.Υ. σε 3 αντίγραφα, μέχρι τη λήξη της προθεσμίας, η οποία ορίζεται από το άρθρο 20 του Π.Δ. 186/1992. (Σημ.: άρθρο 10 του Κ.Φ.Α.Σ.)»
Σε περίπτωση, που η επιχείρηση επιλέξει (ή αναγκαστεί να το κάνει λόγω έλλειψης επισφαλών απαιτήσεων) την δεύτερη ή τρίτη επιλογή, τότε πρέπει να προβεί στην ακόλουθη λογιστική εγγραφή (Είτε στην χρήση 2014 (προαιρετικά), είτε στην χρήση 2015 (υποχρεωτικά):
Χρέωση: Λογαριασμού 44.11 «Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις»
Πίστωση: υπολογαριασμού του 84.00 «Έσοδα από αχρησιμοποίητες προβλέψεις προηγουμένων χρήσεων».
Και φυσικά το έσοδο αυτό υπόκειται σε Φορολογία εισοδήματος.
γ) Διάφορα ζητήματα επί του θέματος.
1) Τι συμφέρει να επιλέξει η επιχείρηση;
Στο σημείο αυτό βέβαια τίθεται το εξής «στοχαστικό» ερώτημα: Συμφέρει την επιχείρηση να διαγράψει απαιτήσεις της, από επισφαλείς πελάτες της, στους οποίους δεν έχει καν ασκήσει ένδικα μέσα; Kαι εάν τελικά η επιχείρηση διαγράψει τις απαιτήσεις της από τους πελάτες της, γνωστοποιώντας σε αυτούς ότι τους διέγραψε, διατηρεί η επιχείρηση το δικαίωμα να διεκδικήσει από τους πελάτες της μεταγενέστερα το αντίτιμο της απαίτησης αυτής;
Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό θα πρέπει μεταξύ άλλων να ληφθούν υπ’ όψιν μας οι εξής παράμετροι:
(1) Σε πέντε χρόνια παραγράφονται οι αξιώσεις (παρατίθεται μέρος των αξιώσεων που παραγράφονται από τις διατάξεις του άρθρου 250 του Α.Κ):
α) των εμπόρων, των βιομηχάνων και των χειροτεχνών, για εμπορεύματα που χορήγησαν, για την εκτέλεση εργασιών και για την επιμέλεια υποθέσεων άλλων, καθώς και για τις δαπάνες που έκαναν.
β) εκείνων που ασκούν κατ’ επάγγελμα τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την αλιεία και τη δασοκομία, για την χορήγηση των προϊόντων του επαγγέλματός τους.
γ) εκείνων που ασκούν τη μεταφορά γενικά προσώπων ή πραγμάτων, για κόμιστρα και για τα έξοδά τους.
δ) των ξενοδόχων, των πανδοχέων και αυτών που χορηγούν κατ’ επάγγελμα τροφή, για την παροχή κατοικίας και τροφής καθώς και για κάθε άλλη παροχή για τις δαπάνες που έκαναν.
ε) των δικηγόρων, των συμβολαιογράφων και των δικαστικών επιμελητών, για τις αμοιβές και για τις δαπάνες τους.
ζ) των προσώπων που διορίζονται από κάποια αρχή και διεξάγουν ορισμένες υποθέσεις, για τις αμοιβές και για τις δαπάνες τους.
η) των κάθε είδους μισθωμάτων.
(2) Την παραγραφή της αξίωσης την διακόπτει η έγερση αγωγής (Άρθρο 261 Α.Κ)
(3) Tη χρήση του 2015 συσσωρευμένες «προβλέψεις για επισφαλής απαιτήσεις» που έχουν σχηματιστεί κατά τις χρήσεις 2010, 2011, 2012 και 2013 οι οποίες δεν έχουν χρησιμοποιηθεί από την επιχείρηση μέχρι και τη χρήση του 2014 , θα πρέπει η επιχείρηση να μεταφέρει το ποσό αυτό (των αχρησιμοποίητων προβλέψεων) ,στα ακαθάριστα έσοδα της επόμενης διαχειριστικής χρήσης (δηλαδή στη χρήση του 2015) ,ποσό το οποίο φορολογείται με τις γενικές διατάξεις συναθροιζόμενο με τα λοιπά φορολογούμενα έσοδα της επιχείρησης.
(4) Λαμβανόμενου υπόψη του νέου τρόπου (άρθρο 26 Ν.4172/2013) που ο φορολογούμενος-επιχείρηση δύναται να σχηματίσει πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων, «εφόσον έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες (από την επιχείρηση) για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης».
Ποιοί ακριβώς είναι οι τρόποι «διασφάλισης του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης» δεν τoυς κατονομάζει ο Ν.4172/2013 ή κάποια ερμηνευτική του.
Τρόποι διασφάλισης του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης θα μπορούσαν να ήταν και κάποιοι από τους κάτωθι:
(α) Άσκησης αγωγής.
(β) Έκδοση διαταγής πληρωμής, σφράγισμα επιταγών κτλ.
(γ) Λήψη ασφαλιστικών μέτρων.
(δ) Εκχώρηση απαίτησης από τον οφειλέτη.
(5) Όταν ο δανειστής συμφωνήσει με τον οφειλέτη την άφεση του χρέους, ή με σύμβαση μαζί του αναγνωρίσει ότι δεν υπάρχει το χρέος, επέρχεται απόσβεση της ενοχής. (Άρθρο 454 Α.Κ)
Συνεκτιμώντας τα ανωτέρω (1-5) θα μπορούσαμε να απαντήσουμε ως εξής:
Εάν η επιχείρηση μέχρι και τη χρήση του 2014:
α) Δεν έχει ασκήσει κάποιο ένδικο μέσο είσπραξης της εν λόγω απαίτησης από επισφαλή πελάτη της και δεν σκέφτεται ή δεν μπορεί να ασκήσει στο μέλλον (διότι π.χ ο πελάτης της έχει διακόψει τη λειτουργία του, κτλ)
β) Εάν έχει παρέλθει η πενταετία και συνεπώς έχει παραγραφεί η αξίωση της εταιρίας κατά του πελάτη της (παλιά υπόλοιπα πελατών που έχει η εταιρία στα βιβλία της).
γ) Ότι με το Ν.4172/2013 θα πρέπει να έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες (από την επιχείρηση) για τη «διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης».
Εάν έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες από την επιχείρηση, τότε η πρόβλεψη που θα σχηματίσει η εταιρία στη χρήση του 2014 βάση των διατάξεων του Ν.4172/2013 για επισφαλής απαιτήσεις θα αναγνωριστεί φορολογικά.
Συνεπώς την εταιρία θα μπορούσαμε να πούμε πως τη «συμφέρει» να προβεί σε διαγραφές ανεπίδεκτης είσπραξης πελατών (εφόσον συντρέχουν τα παραπάνω) και να αποφύγει να φορολογηθεί για τις συσσωρευμένες αχρησιμοποίητες προβλέψεις που είχε σχηματίσει κατά τις χρήσεις 2010, 2011, 2012 και 2013, στη χρήση του 2015.
2) Μπορεί μία επιχείρηση να διεκδικήσει δικαστικά απαίτηση, την οποία έχει διαγράψει για φορολογικούς λόγους;
Είναι δύσκολο μια επιχείρηση να διεκδικήσει δικαστικά την απαίτηση που έχει διαγράψει, διότι με το επίσημο έγγραφο της εταιρίας προς τους διαγραφέντες πελάτες της, επί της ουσίας επέρχεται η Άφεση του χρέους τους καθώς επίσης και παραίτηση της αξίωσης από την επιχείρηση προς τους πελάτες που διαγράφει. Άφεση χρέους κατά το Ενοχικό δίκαιο είναι: Όταν ο δανειστής συμφωνήσει με τον οφειλέτη την άφεση του χρέους, ή με σύμβαση μαζί του αναγνωρίσει ότι δεν υπάρχει το χρέος, επέρχεται απόσβεση της ενοχής. (Άρθρο 454 Α.Κ).
Σε κάθε περίπτωση βέβαια η επιχείρηση για το θέμα αυτό, πρέπει να ζητήσει την συνδρομή του Νομικού Συμβούλου της.
[/fusion_builder_column][/fusion_builder_row][/fusion_builder_container]