Φοροαπόψεις – 25/05/2023

Δωρεάν παραχώρηση μέρους Οικίας

Δεδομένου ότι σε καμία διατάξεις του Ν. 4172/2013 (Κ.Φ.Ε.) δεν ορίζεται ότι η δωρεάν παραχώρηση αφορά μόνο σε ολόκληρη κατοικία και όχι σε μέρος αυτής, ενώ με την Α 1041/2019 διευκρινίζεται ρητώς ότι επιτρέπεται η παραχώρηση και μέρους οικίας προς ανιόντες ή κατιόντες εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, προκειμένου αυτή να χρησιμοποιηθεί ως κύρια κατοικία, με την υπ’ αριθ. 340/2022 απόφαση της ΔΕΔ Θεσ/νικης έγινε δεκτό ότι εσφαλμένα η φορολογική αρχή έκρινε ότι η προσφεύγουσα δεν μπορούσε να παραχωρήσει μέρος της οικίας της στον υιό της (κατιόντα εξ αίματος) και συνυπολόγισε στην αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης για ιδιοκατοικούμενη κατοικία την συνολική επιφάνεια της κύριας κατοικίας της, 284,98 τ.μ. κύριων χώρων και 4,37 τ.μ. βοηθητικών, προσαυξάνοντας το τεκμήριο κατοικιών κατά 19.090,00€.

Παραχώρηση κατοικίας σε εργαζόμενους λόγω πρόσκαιρης μετακίνησης

Δεν θεωρείται παροχή σε είδος η παραχώρηση κατοικίας σε εργαζόμενους, από φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, στις περιπτώσεις πρόσκαιρης μετακίνησης αυτών σε άλλη εγκατάσταση του εργοδότη, για προσδιορισμένο χρόνο στο πλαίσιο της εργασίας τους, για τις ανάγκες του εργοδότη και κατ’ εντολή του, όπως ενδεικτικά στην περίπτωση μετακίνησης εργαζομένου για την κάλυψη αναγκών της επιχείρησης προς αναπλήρωση άλλου υπαλλήλου λόγω απουσίας με άδεια κύησης ή/και ανατροφής τέκνου, ασθένειας ή για την κάλυψη εποχικών ή έκτακτων αναγκών της επιχείρησης. Διάφορη είναι η περίπτωση της παραχώρησης κατοικίας σε εργαζόμενους που μετακινούνται σε άλλο τόπο για να αναλάβουν θέση διευθυντικού στελέχους, η οποία θεωρείται παροχή σε είδος και η αγοραία αξία της παροχής αυτής φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία.

Προσαυξημένη έκπτωση διαφημιστικής δαπάνης

Η διαφημιστική δαπάνη που πραγματοποιεί επιχείρηση κατά τα φορολογικά έτη 2020, 2021, 2022 και 2023, κατά το μέρος που η εν λόγω δαπάνη αφορά:

α) στην ανάρτηση σε χώρους που νόμιμα προορίζονται για υπαίθρια διαφήμιση, διαφημιστικών και χορηγικών μηνυμάτων ή επί πληρωμή δημοσιεύσεων ή

β) στην αγορά χρόνου ή χώρου, με σκοπό τη μετάδοση ή καταχώρηση διά των ακόλουθων Μέσων Ψυχαγωγίας:

βα) της τηλεόρασης,

ββ) του ραδιοφώνου,

βγ) του κινηματογράφου,

βδ) του διαδικτύου,

βε) των υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης και των λοιπών ψηφιακών μέσων και εργαλείων, εφόσον η μετάδοση ή η καταχώριση στις υποπερ. βδ) και βε) πραγματοποιήθηκε από επιχείρηση που έχει καταχωρισθεί στο Μητρώο Επιχειρήσεων Ηλεκτρονικών Μέσων Ενημέρωσης του άρθρου 52 του ν. 4339/2015 (Α’ 133) και

βστ) των εφημερίδων και περιοδικών,

εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατά τον χρόνο της πραγματοποίησής της, προσαυξημένη κατά ποσοστό 30% για τα φορολογικά έτη 2022 και 2023 υπό την προϋπόθεση ότι η διαφημιστική δαπάνη ανέρχεται τουλάχιστον στο 105% του ποσού της προ εκδόσεως πιστωτικών τιμολογίων κύκλου εργασιών (τζίρου) διαφημιστικής δαπάνης στα οριζόμενα στις περ. α) και β) για το έτος 2019.

 

Συνήθη Ερωτήματα

Υπάρχει δυνατότητα συμψηφισμού της διαφοράς, που προκύπτει από την έκδοση μετοχών σε τιμή ανώτερη του αρτίου, με τις ζημίες μίας ανώνυμης εταιρίας, προκειμένου αυτές να αποσβεσθούν ( άρθρο 80 του ν. 4916/2022).

Δείτε τις Φοροαπόψεις και στo Capital

Η επιστημονική ομάδα της ΑΡΤΙΟΝ

Με την επιμέλεια του κυρίου Γεώργιου Δαλιάνη

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION Α.Ε. (Πουρνάρα 9 Μαρούσι | +30 210 6009062 |  www.artion.gr).


Aνάληψη μεγάλου χρηματικού ποσού μπορεί να προκαλέσει έλεγχο?

του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Νατάσας Δαλιάνη*

Ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία του φορολογικού ελέγχου είναι το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών και η εξέταση της κίνησής τους. Πολύ συχνά οι φορολογούμενοι καλούνται να αιτιολογήσουν τις πιστώσεις που διερευνώνται από τον έλεγχο και ιδιαίτερα προβλήματα υπάρχουν όταν δεν μπορεί να δοθεί επαρκής αιτιολόγηση για εμβάσματα, καταθέσεις κ.λπ. Πώς αντιμετωπίζονται όμως οι αναλήψεις χρηματικών ποσών;

Επισημαίνεται ότι οι Τράπεζες ακόμη και για ποσά μικρότερα ή ίσα των 10.000 ευρώ,  πολύ δε περισσότερο για αναλήψεις μεμονωμένες ή τμηματικές μεγαλύτερων ποσών (50.000 € ή 100.000 €) ζητούν να αιτιολογηθεί η ανάληψη και υπάρχει περίπτωση οι αρμόδιες (ειδικές) υπηρεσίες της κάθε τράπεζας που ασχολούνται με το ξέπλυμα να ειδοποιήσουν τις φορολογικές αρχές. Αυτό συμβαίνει επειδή οι Τράπεζες και οι φορολογικές αρχές επιδιώκουν την πάταξη της φοροδιαφυγής και της διακίνησης μαύρου χρήματος. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι μία ανάληψη συνιστά απαραίτητα φορολογητέα πράξη.

Επισημαίνουμε ότι η ύπαρξη υπολοίπου στην τελευταία παραγεγραμμένη χρήση ή η μεταφορά του ποσού σε άλλο λογαριασμό δεν αποτελεί εισόδημα προς φορολόγηση. Όμως, δεν μπορεί να γίνει χρήση του ποσού αυτού εάν δεν δικαιολογείται φορολογικά η δημιουργία του. Η ανάληψη μπορεί να αποτελέσει φορολογητέα πράξη στον βαθμό που προορίζεται για την αγορά περιουσιακού στοιχείου π.χ. αγορά ακινήτου, χωρίς να υπάρχει «φορολογικά» το αντίστοιχο εισόδημα. Υπενθυμίζουμε στο σημείο αυτό την διάταξη του άρθρου 28 παρ. 2 ΚΦΕ που ορίζει ότι: «Το εισόδημα φυσικών προσώπων, ανεξαρτήτως αν προέρχεται από άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, μπορεί επίσης να προσδιορίζεται με βάση κάθε διαθέσιμο στοιχείο ή έμμεσες μεθόδους ελέγχου σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, όταν το ποσό του δηλούμενου εισοδήματος δεν επαρκεί για την κάλυψη των προσωπικών δαπανών διαβίωσης ή σε περίπτωση που υπάρχει προσαύξηση περιουσίας η οποία δεν καλύπτεται από το δηλούμενο εισόδημα».

Ο έλεγχος μπορεί να συσχετίσει την αγορά ακινήτου με την ανάληψη ποσού, ιδιαίτερα όταν δεν έχει μεσολαβήσει αρκετό χρονικό διάστημα.

Περαιτέρω, η ανάληψη από συνδικαιούχο κοινού λογαριασμού που δεν συμμετέχει στη δημιουργία των κατατεθειμένων κεφαλαίων είναι πιθανό να προκαλέσει έλεγχο. Επίσης, το ποσό αυτό ο συνδικαιούχος δεν μπορεί να το χρησιμοποιήσει για καμία πράξη πλην της διευκόλυνσης του κύριου δικαιούχου για το διαδικαστικό κομμάτι ανάληψης του ποσού και απόδοσης στον κύριο δικαιούχο.

Τέλος, σχετικά με τις αναλήψεις και επανακαταθέσεις ποσών στον ίδιο ή άλλο λογαριασμό του φορολογούμενου επισημαίνεται ότι καταρχήν δεν αντίκειται στη φορολογική νομοθεσία η ανάληψη χρηματικών ποσών και η αποδεδειγμένη επανακατάθεση μέρους ή του συνόλου αυτών και ούτε προβλέπεται χρονικός περιορισμός για την διαδικασία κίνησης χρηματικών κεφαλαίων. Ωστόσο, εάν ένας φορολογούμενος προβεί σε αναλήψεις χρηματικών ποσών και στη συνέχεια σε απόκτηση ισόποσου (με τις αναλήψεις) περιουσιακού στοιχείου και κατάθεση εκ νέου των ποσών που ανελήφθησαν είναι πολύ πιθανό μία φορολογική αρχή να μην αποδεχθεί ότι πρόκειται για αναλήψεις που στη συνέχεια επανακατατέθηκαν επειδή μεσολαβεί η απόκτηση περιουσιακού στοιχείου.

Κλείνοντας, επισημαίνουμε ότι η ανάληψη μεγάλου χρηματικού ποσού από λογαριασμό αποτελούν αφορμές για την έναρξη ενός φορολογικού ελέγχου. Ωστόσο, εφόσον ο φορολογούμενος διαθέτει τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την κίνηση των κεφαλαίων, δεν γεννάται ζήτημα φορολόγησης.

Δείτε το άρθρο και στo Capital.gr

* Ο Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION AE & Ιδρυτής του Ομίλου ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Νατάσα Δαλιάνη είναι Partner της ARTION AE.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Φοροαπόψεις – 11/05/2023

Απώλεια κεφαλαίου (ζημίας) λόγω αρνητικής απόδοσης επενδύσεων

Δεδομένου ότι όλα τα έσοδα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες, θεωρούνται έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, η ζημία (απώλεια κεφαλαίου) ενός νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας που προκύπτει λόγω της αρνητικής απόδοσης επενδύσεων (αρνητικό επιτόκιο), εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα τους, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ΚΦΕ, καθόσον αποτελεί ζημία οριστική και εκκαθαρισμένη.

Για τα φυσικά πρόσωπα, είτε ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα είτε όχι, το εισόδημα από τόκους εντάσσεται στην κατηγορία εισοδήματος από κεφάλαιο (κι όχι από επιχειρηματική δραστηριότητα) και φορολογείται αυτοτελώς σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 40 του ΚΦΕ. Εξάλλου, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 37 του ΚΦΕ δεν υφίσταται η έννοια του αρνητικού εισοδήματος από τόκους, ούτε και προβλέπεται η έκπτωση δαπανών από το εισόδημα της κατηγορίας αυτής, όπως ρητά ορίζεται σε άλλες κατηγορίες εισοδήματος (πχ. Εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης τίτλων, άρθρο 42 ΚΦΕ). Με βάση τα ανωτέρω τα φυσικά πρόσωπα δεν αναγράφουν στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος τυχόν αρνητικά εισοδήματα από τόκους.(Ε2008/2022).

 Επίκληση δωρεάς για κάλυψη τεκμηρίων

Προκειμένου να μπορέσει κάποιος να κάνει στη φορολογική του δήλωση χρήση ποσού που έχει προέλθει από δωρεά ώστε να καλύψει τεκμήρια, αυτή θα πρέπει να δηλωθεί  μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του οικείου φορολογικού έτους με δήλωση στην αρμόδια ΔΟΥ και να καταλογιστεί ο φόρος που αναλογεί.

Υπόχρεος για κατάθεση δήλωσης φόρου δωρεάς είναι ο δωρεοδόχος εφόσον η δωρεά δεν έχει καταρτιστεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο (άρθρο 85 παρ.2 ν.2961/2001). Σε διαφορετική περίπτωση πάντες οι συμβαλλόμενοι είναι υπόχρεοι υποβολής δήλωσης.

Επίσης πρέπει να τονιστεί πως ο δωρητής θα πρέπει να συμπεριλάβει το ποσό της δωρεάς στη φορολογική του δήλωση αφού όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, το ποσό αυτό αποτελεί τεκμήριο και θα πρέπει να καλύπτεται από τα εισοδήματά του.

 Εδώ να σημειωθεί πως σε περίπτωση ελέγχου με τις έμμεσες τεχνικές, προκειμένου για την κάλυψη τεκμηρίου απόκτησης (π.χ. αυτοκίνητο) ο έλεγχος εξετάζει το κατά πόσον η δωρεά έλαβε χώρα προ της απόκτησης του περιουσιακού στοιχείου.

 Συναλλαγές μέσω λογαριασμού τρίτου

Επειδή πολλές επιχειρήσεις ανεξαρτήτως μορφής συγχέουν τις συναλλαγές που αφορούν την εταιρεία με τους ατομικούς λογαριασμούς μελών της εταιρείας συμβαίνει συχνά (και παλιότερα ακόμη εντονότερα) να χρησιμοποιείται ο ατομικός λογαριασμός αυτών των προσώπων για συναλλαγές που αφορούν την εταιρεία (πληρωμές αλλά και εισπράξεις π.χ. εξόφληση από πελάτη τιμολογίου σε προσωπικό λογαριασμό εταίρου αντί για τον λογαριασμό της εταιρείας).

Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όπως είναι εύλογο, δεν υπάρχει προσαύξηση της περιουσίας του ελεγχόμενου φυσικού προσώπου από άγνωστη αιτία, εφόσον προκύπτει και αποδεικνύεται ότι το εν λόγω πιστωθέν ποσό αφορά συναλλαγές ή εισόδημα ή περιουσία του νομικού προσώπου, στο οποίο το φυσικό πρόσωπο συμμετέχει (βλ. ΠΟΛ 1175/16-11-2017).

Συνήθη Ερωτήματα

Δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων οι δαπάνες ενοικίων, εφόσον η εξόφλησή τους δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Το μέτρο εφαρμόζεται για δαπάνες που πραγματοποιούνται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1.1.2020 και μετά (βλ. εγκύκλιο Ε 2109/2021).

Δείτε τις Φοροαπόψεις και στo Capital

Η επιστημονική ομάδα της ΑΡΤΙΟΝ

Με την επιμέλεια του κυρίου Γεώργιου Δαλιάνη

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION Α.Ε. (Πουρνάρα 9 Μαρούσι | +30 210 6009062 |  www.artion.gr).


Φοροαπόψεις – 04/05/2023

Σημαντική εγκύκλιος για κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα πώλησης ακινήτων

Με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 4172/2013 (ΚΦΕ), όπως ισχύουν μετά και την τροποποίησή τους με το άρθρο 29 του ν. 5024/2023 (Α’41), ορίζεται ότι για τους σκοπούς του άρθρου αυτού ως «επιχειρηματική συναλλαγή» θεωρείται κάθε μεμονωμένη πράξη με την οποία πραγματοποιείται συναλλαγή ή και η συστηματική διενέργεια πράξεων στην οικονομική αγορά με σκοπό την επίτευξη κέρδους. Κάθε τρεις ομοειδείς συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα εντός ενός εξαμήνου θεωρούνται συστηματική διενέργεια πράξεων. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται για τους τίτλους του άρθρου 42 του ν. 4172/2023 που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη ή μη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, συμπεριλαμβανομένης και της Εναλλακτικής Αγοράς του Χρηματιστηρίου Αθηνών, ή για τα ομόλογα που εκδίδονται από εισηγμένες εταιρείες, καθώς και για τα κρατικά ομόλογα.

Πρόσφατα εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 2031/2023 εγκύκλιος, με την οποία διευκρινίζεται μεταξύ άλλων ο «σκοπός της επίτευξης κέρδους». Ως ζήτημα πραγματικό, ανάγεται στην εξελεγκτική εξουσία του Προϊσταμένου της αρμόδιας ελεγκτικής αρχής. Κάθε υπόθεση θα πρέπει να εξετάζεται με βάση τα πραγματικά περιστατικά, η ύπαρξη δε του σκοπού επίτευξης κέρδους θα πρέπει να συνάγεται επαρκώς από τις εκάστοτε συνθήκες εν γένει υπό τις οποίες οι πράξεις πραγματοποιούνται, καθώς το βάρος της απόδειξης φέρει καταρχήν η φορολογική αρχή. Τέτοιες συνθήκες αποτελούν ενδεικτικά η πώληση σε σύντομο χρονικό διάστημα από την απόκτηση και σε συνδυασμό με το ύψος του επιτευχθέντος τιμήματος, σε περίπτωση ανέγερσης οικοδομής η αναλογία των διαμερισμάτων που πωλήθηκαν σε σχέση με αυτά που κατασκευάστηκαν και το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την ανέγερση μέχρι την πώληση, η αγορά ακινήτων από πλειστηριασμούς και η πώληση αυτών κ.λπ. Αντίθετα, δεν θεωρείται ότι υπάρχει ο σκοπός της επίτευξης κέρδους σε περίπτωση πώλησης ακινήτων τα οποία αποκτήθηκαν για τον σκοπό αξιοποίησης κεφαλαίου (π.χ. εκμίσθωση, ιδιοκατοίκηση, ιδιόχρηση επαγγελματικής στέγης κ.λπ.) και η πώληση οφείλεται σε άλλους λόγους τους οποίους ο πωλητής μπορεί να προβάλει και να αποδείξει. Σημειώνεται πάντως ότι ο σκοπός της επίτευξης κέρδους πρέπει να υπάρχει κατά την απόκτηση του πράγματος (π.χ. αγορά, ανέγερση του κτίσματος), το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της εξεταζόμενης συναλλαγής.

Για να θεωρηθεί μία συναλλαγή ως επιχειρηματική, για σκοπούς εφαρμογής της παρ. 3 του άρθρου 21 του ΚΦΕ, δεν απαιτείται η ύπαρξη επιχειρηματικής οργάνωσης.

 Εικονικά τιμολόγια και παράταση παραγραφής

Όπως κρίθηκε πρόσφατα από το ΣτΕ (υπ’ αριθ. 512/2022 απόφαση Τμήμα Β’), σε περίπτωση που εντός της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής περιέρχονται σε φορολογική αρχή από άλλη φορολογική αρχή πληροφορίες περί της πιθανότητας συναλλαγές αφορώσες φορολογούμενο, υπαγόμενο στην αρμοδιότητά της, να είναι εικονικές, είναι υποχρεωμένη, επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια, να προβεί σε σχετικό έλεγχο και έκδοση και κοινοποίηση των οικείων καταλογιστικών πράξεων εντός της ως άνω προθεσμίας και δεν μπορεί να αναμείνει, για την έναρξη του ελέγχου και την έκδοση και κοινοποίηση των σχετικών πράξεων, την ολοκλήρωση του ελέγχου από την άλλη φορολογική αρχή.

Σε περίπτωση δε που η αρμόδια για τον λήπτη φορολογικών στοιχείων φορολογική αρχή, παρά το γεγονός ότι έλαβε γνώση για την πιθανότητα της εικονικότητας των στοιχείων αυτών, δεν προχωρήσει, παραλλήλως και συγχρόνως με την αρμόδια για τον εκδότη των στοιχείων αρχή, στον απαιτούμενο έλεγχο, σε συνεργασία και με την άλλη αυτή αρχή, αν τούτο είναι αναγκαίο, (π.χ. ανταλλάσσοντας εγκαίρως πληροφορίες, πραγματοποιώντας εγκαίρως διασταυρωτικούς ελέγχους) και δεν εκδώσει και κοινοποιήσει τις οικείες καταλογιστικές πράξεις εντός της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, η έκθεση ελέγχου της φορολογικής αρχής που είναι αρμόδια για τον εκδότη των εικονικών στοιχείων δεν αποτελεί συμπληρωματικό στοιχείο, το οποίο θα μπορούσε να δικαιολογήσει την επιμήκυνση της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής σε δεκαετή και την έκδοση και κοινοποίηση καταλογιστικών πράξεων εις βάρος του λήπτη των στοιχείων μετά την πάροδο της πενταετίας.

Ποσά προοριζόμενα για αύξηση κεφαλαίου

Σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 1942/2019 απόφαση της ΔΕΔ, έγινε δεκτό ότι στον νόμο δεν τάσσεται πουθενά προθεσμία για πόσο διάστημα πρέπει να παραμείνουν στον ειδικό λογαριασμό κατατεθειμένα τα καταβληθέντα χρήματα της κάλυψης του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου ή των αυξήσεών του. Το είδος του λογαριασμού – λογαριασμός καταθέσεων όψεως – διακρίνεται για την έλλειψη δέσμευσης των κατατεθειμένων χρημάτων και την υποχρέωση της τράπεζας για άμεση απόδοση των σε αυτήν κατατεθειμένων χρημάτων. Πρέπει έτσι να συναχθεί ότι επειδή πρόκειται για καταβολές που από την στιγμή της κατάθεσής τους ανήκουν πλέον στην περιουσία της εταιρίας, η οποία έχει κατά κανόνα αποκτήσει την νομική προσωπικότητα, εναπόκειται στα όργανα της Διοίκησης να αποφασίσουν, βάσει των επιχειρηματικών αναγκών και των συμφερόντων της, για πόσο χρονικό διάστημα τα κεφάλαια αυτά θα παραμείνουν κατατεθειμένα ή εάν θα χρησιμοποιηθούν αμέσως (ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ, ΠΕΡΡΑΚΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ, τόμος 2α σελ. 492-493).

 

Συνήθη Ερωτήματα

Η ακύρωση των μετοχών ή των εταιρικών μεριδίων και η επιστροφή του ποσού που αντιστοιχούσε σε αυτές της μετοχές, δεν υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος (έγγραφο του Yπ. Οικονομικών με αριθμό 1056585/10746/B0012/8.6.2005).

Δείτε τις Φοροαπόψεις και στo Capital

Η επιστημονική ομάδα της ΑΡΤΙΟΝ

Με την επιμέλεια του κυρίου Γεώργιου Δαλιάνη

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION Α.Ε. (Πουρνάρα 9 Μαρούσι | +30 210 6009062 |  www.artion.gr).


Σημαντική Κρίση της Επιτροπής Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών στο Ζήτημα της Παραγραφής

του Γεωργίου Σπ.Ευσταθόπουλου, δικηγόρος παρ’Αρείω Πάγω*

Γεγονός μη αποδεκτό πλέον αποτελεί η συστηματική και προκλητική άρνηση μερίδας ελεγκτών της φορολογικής Διοίκησης να αποδεχθεί και να εφαρμόσει τις κρίσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες ερμηνεύθηκαν οι διατάξεις τις κείμενης φορολογικής νομοθεσίας ως προς το ζήτημα της παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να ελέγξει και να καταλογίσει διαφορές φόρων και προστίμων, οδηγώντας του φορολογούμενους σε κίνδυνο οικονομικής εξόντωσης μέχρι το χρόνο δικαίωσής τους.

Επ΄ αφορμή υποθέσεως που χειριστήκαμε με την ομάδα φοροτεχνικών του ομίλου εταιρειών ARTION από το στάδιο του φορολογικού ελέγχου έως και την προσφυγή μας στην Επιτροπή Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών και κατόπιν έκδοσης θετικής Προτάσεως αυτής, σημειώνουμε ορισμένες σκέψεις μας προς προβληματισμό.

Με το άρθρο 16 του νόμου 4714/2020 θεσμοθετήθηκε η εξώδικη επίλυση των φορολογικών διαφορών που εκκρεμούσαν ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το νομοθέτημα αυτό προέβλεπε ότι είναι δυνατή η επίλυση φορολογικής υπόθεσης εξωδίκως ενώπιον Επιτροπής, που απαρτίζεται από δικαστές και μέλη του προσωπικού του ΝΣΚ (με εισηγητές εφοριακούς υπαλλήλους χωρίς δικαίωμα ψήφου), κατόπιν αιτήσεως του φορολογουμένου, εντός συγκεκριμένων χρονικών πλαισίων για την υποβολή αιτήσεων και με συγκεκριμένους, περιοριστικά αναφερόμενους στο νόμο, ισχυρισμούς. Ειδικότερα, οι ισχυρισμοί που ηδύναντο να προβληθούν ήταν: (α) Παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει τον επίδικο φόρο ή πρόστιμο λόγω παρόδου του χρόνου εντός του οποίου η Φορολογική Διοίκηση είχε δικαίωμα προς καταλογισμό αυτών, (β) παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει τον επίδικο φόρο ή πρόστιμο λόγω λήψης φορολογικού πιστοποιητικού χωρίς επιφύλαξη, (γ) εσφαλμένος καταλογισμός του φόρου ή προστίμου λόγω πρόδηλης έλλειψης φορολογικής υποχρέωσης ή αριθμητικού σφάλματος, (δ) αναδρομική εφαρμογή της ευμενέστερης φορολογικής κύρωσης σύμφωνα με όσα έχουν γίνει δεκτά από τη νομολογία του ΣτΕ και (ε) μείωση του πρόσθετου φόρου, του τόκου, των προσαυξήσεων και των προστίμων γενικώς. Πρόδηλον είναι ότι σκοπός του νομοθέτη ήταν η ταχεία διεκπεραίωση των φορολογικών υποθέσεων και είσπραξη δημοσίων εσόδων, ως επίσης και η αποφόρτιση των Δικαστηρίων.

Επισημαίνεται ότι, πλέον, δεν επιτρέπεται η υποβολή νέων Αιτήσεων, καθώς ο νομοθέτης έθεσε καταληκτική ημερομηνία υποβολής, κατά παράταση, την 28η Φεβρουαρίου 2023.

Η δυνατότητα προσφυγής του φορολογούμενου στην Επιτροπή Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών τοποθετείτο χρονικά μετά την έναρξη της δικαστικής διαδικασίας και σε οποιοδήποτε στάδιο αυτής, ήτοι μετά την άσκηση Προσφυγής, Εφέσεως ή Αιτήσεως Αναιρέσεως και οπωσδήποτε πριν τη συζήτηση αυτών από το αρμόδιο Δικαστήριο, εντός των χρονικών πάντοτε πλαισίων που έθετε ο νομοθέτης.

Οι ισχυρισμοί που ηδύνατο να προβάλει ο φορολογούμενος στην άνω Επιτροπή (ίδετε ανωτέρω ισχυρισμούς α’ έως δ’) προφανώς και είναι δυνατόν να προβληθούν σε όλα τα προηγούμενα στάδια της διοικητικής διαδικασίας και συγκεκριμένα (α) στο στάδιο των Έγγραφων Απόψεων, όπου αξιολογούνται από τη φορολογική Αρχή, και (β) στο στάδιο της ενδικοφανούς διαδικασίας, όπου αξιολογούνται από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ (στην περίπτωση έκδοσης αποφάσεως υπ΄ αυτής και όχι επί σιωπηρής απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής).

Στην περίπτωση που χειριστήκαμε, ο φορολογικός έλεγχος, το έτος 2021, καταλόγισε σε βάρος του εντολέα μας διαφορά φόρου εισοδήματος, μετά προσθέτου φόρου λόγω ανακρίβειας, για τη χρήση 2012, κατόπιν ελέγχου των τραπεζικών λογαριασμών ημεδαπής και διαπίστωσης πιστωτικών κινήσεων – πρωτογενών καταθέσεων, τις οποίες θεώρησε ως εισόδημα άγνωστης πηγής, φορολογώντας αυτές ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Τόσο διά των Έγγραφων Απόψεών μας όσο και διά της ασκηθείσης ενδικοφανούς προσφυγής, υποστηρίξαμε ότι το δικαίωμα του Δημοσίου, για τον έλεγχο και καταλογισμό φόρων και προστίμων, στη χρήση 2012 είχε υποκύψει σε παραγραφή. Αντιθέτως, η φορολογούσα Αρχή, κατ΄επίκληση της παρ. 3 του άρθρου 36 του Ν. 4174/2013 (ως επίσης και της ΠΟΛ 1154/2017 και ΔΕΛ Β 1136035ΕΞ2017/15.9.17 Απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ), υποστήριξε ότι, στις περιπτώσεις φοροδιαφυγής (άρ. 66 ν. 4174/2013), η προθεσμία της παραγραφής είναι 20ετής και επομένως νομίμως εξεδόθη η καταλογιστική πράξη. Η δε Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ απέρριψε τον άνω ισχυρισμό μας, επικαλούμενη ότι η υπόθεση, ως προς τη φορολογία εισοδήματος και τα πρόστιμα ΚΒΣ, παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαετίας από το τέλος του έτους που υποβλήθηκε η δήλωση, ήτοι, για τη χρήση 2012, η παραγραφή συμπληρώνεται στις 31/12/2023, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 66 παρ. 1,3 και 36 παρ.3 του ν.4174/2013 και του άρθρου 66 παρ. 27 περ. α’ του ν. 4646/2019, δεδομένου ότι το προς απόδοση ποσό εισοδήματος που αποδόθηκε ανακριβώς υπερβαίνει για όλη τη διαχειριστική περίοδο το ποσό των 100.000 €, γεγονός που εντάσσεται στα εγκλήματα φοροδιαφυγής.

Κατόπιν ασκήσεως δικαστικής Προσφυγής, υποβάλαμε νομοτύπως και εμπροθέσμως Αίτηση για την εξώδικη επίλυση της συγκεκριμένης φορολογικής διαφοράς ενώπιον της Επιτροπής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών, επικαλούμενοι τον άνω ισχυρισμό περί παραγραφής, η οποία, κατά παραδοχή τούτου, διέγραψε την φορολογική επιβάρυνση.

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή, αφού προέβη σε ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων της κείμενης φορολογικής νομοθεσίας και σε απόλυτη συμμόρφωση προς τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, απεφάνθη, με την Πρότασή της, ότι, στην προκειμένη περίπτωση, που αφορά αξιώσεις χρήσης 2012, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 36 του Κ.Φ.Δ., όπως έγινε δεκτό με την ΄Εκθεση Μερικού Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος της Φορολογικής Αρχής, καθώς το ιδιαιτέρως μεγάλο χρονικό διάστημα παραγραφής που θεσπίζεται με τη διάταξη αυτή (εικοσαετία), είναι αμφίβολο εάν συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας, από την άποψη της διάρκειά της. Εξάλλου, δεν ήταν συνταγματικώς ανεκτή, η εφαρμογή, όπως έγινε δεκτό από την ΔΕΔ, της διάταξης του άρθρου 66 παρ.27 εδ. β΄ του ν. 4646/2019, διότι η τελευταία καταλαμβάνει φορολογικές αξιώσεις που ανάγονται σε ημερολογιακά έτη προγενέστερα του προηγούμενου της δημοσίευσης του νόμου αυτού έτους, όπως η συγκεκριμένη, που αφορά αξιώσεις για τη χρήση 2012. Με τα δεδομένα αυτά, κρίθηκε ότι, στην συγκεκριμένη υπόθεση, πρέπει να εφαρμοστούν οι διατάξεις περί παραγραφής του άρθρου 84 του Κ.Φ.Ε. Σύμφωνα με αυτές, ο χρόνος παραγραφής άρχισε στις 31-12-2013 και έληγε 31-12-2018. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την Έκθεση Μερικού Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος, η προσαύξηση περιουσίας διαπιστώθηκε από τον έλεγχο, μετά από επεξεργασία των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών εσωτερικού του αιτούντος, που δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία για να δικαιολογήσουν 10ετή προθεσμία παραγραφής, σύμφωνα με περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 84 του Κ.Φ.Ε. Επομένως, κατά τον χρόνο κοινοποίησης της Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος στον αιτούντα (τον Δεκέμβριο του έτους 2021), το δικαίωμα του Δημοσίου είχε υποκύψει σε παραγραφή.

Αναμφίβολα, η άνω Πρόταση της Επιτροπής είναι εξαιρετικά σημαντική, ως προς το νομικό ζήτημα που επεξεργάστηκε, πλήρως εμπεριστατωμένη και απόλυτα εναρμονισμένη με τις διατάξεις της κείμενης φορολογικής νομοθεσίας και της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Χώρας.

Ο προβληματισμός που εύλογα προκύπτει εν προκειμένω συνίσταται στο γεγονός ότι πολλοί ελεγκτές της Φορολογικής Διοίκησης, καίτοι υποχρεούνται να εφαρμόζουν τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και την εξενεχθείσα, πλούσια πλέον, νομολογία του ΣτΕ, σε όλα τα στάδια του υπ΄ αυτής ελέγχου, εντούτοις δεν αποδέχονται βάσιμους ισχυρισμούς φορολογουμένου, όπως η παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει τον επίδικο φόρο ή πρόστιμο (για συγκεκριμένες χρήσεις) λόγω παρόδου του χρόνου εντός του οποίου είχε δικαίωμα προς καταλογισμό αυτών και, διά της απορρίψεως αυτών, να υποβάλουν τον φορολογούμενο στην δαπανηρή και πολύχρονη δικαστική διαδικασία, προκειμένου αυτός να δικαιωθεί και να απαλλαγεί από μη νόμιμες καταλογισθείσες φορολογικές επιβαρύνσεις. Το αυτό βέβαια ισχύει και για τους λοιπούς ισχυρισμούς που προβλέπονταν στο άρθρο 16 του Ν. 4714/2020 και αναφέρονται ανωτέρω. Είναι κρίσιμο να «ευαισθητοποιηθούν» επιτέλους οι ελεγκτές, εις τρόπον ώστε να αποφεύγουν τις άδικες, ανεπιεικείς ή δογματικές απόψεις και κυρίως να ξεφύγουν από τη λογική του παντί τρόπω καταλογισμού φορολογικών επιβαρύνσεων σε βάρος των φορολογουμένων.

Επίσης, προβληματισμό προκαλεί και το γεγονός ότι η θεσμοθέτηση της Επιτροπής Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών προσέλαβε έναν προσωρινό χαρακτήρα και όχι μόνιμο, δοθέντος μάλιστα ότι, από διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι εκπλήρωσε με επιτυχία την αποστολή της και τον επιδιωκόμενο σκοπό, αφού (α) η παραγωγή Προτάσεων και η επίτευξη επίλυσης των φορολογικών διαφορών είναι υψηλή, (β) η ανταπόκριση λαμβάνει χώρα σε σύντομο χρονικό διάστημα από την υποβολή αιτήσεων, (γ) οι φορολογούμενοι αποδέχονται τις προτάσεις σε ικανοποιητικό ποσοστό, (δ) το κόστος για τον φορολογούμενο είναι μικρό, (ε) τα έσοδα του Δημοσίου τονώθηκαν αισθητά και (στ) αποφορτίστηκαν τα Δικαστήρια από σημαντικό όγκο υποθέσεων.

Τούτου δοθέντος, ο νομοθέτης οφείλει να επανεξετάσει το θεσμό προς το σκοπό να προσδώσει σε αυτόν μόνιμο χαρακτήρα και επιπροσθέτως να εμπλουτίσει τους ισχυρισμούς με βάση τους οποίους ο φορολογούμενος δύναται να προσφύγει στην Επιτροπή χωρίς όμως να υποκαταστήσει τη δικαστική εξουσία.

 

Δείτε το άρθρο και στo CAPITAL.GR

* Ο κ. Γεώργιος Σπ. Ευσταθόπουλος είναι δικηγόρος παρ’Αρείω Πάγω, εξειδικευθείς στο Φορολογικό Δίκαιο και Συνεργάτης της  ARTION ΑΕ.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Φοροαπόψεις – 20/04/2023

Υπολογισμός φύρας με βάση αποφάσεις ΔΕΔ

Με την υπ’ αριθ. 527/2023 απόφαση της ΔΕΔ Αθήνας κρίθηκε ότι:

Α) η φύρα στα πωλούμενα με το τεμάχιο είδη, ήτοι σουβλάκι χοιρινό, σουβλάκι κοτόπουλο και κεμπάπ  (καλαμάκι) θα  πρέπει  να  υπολογιστεί  φύρα σε  ποσοστό  10%,  λαμβάνοντας  υπόψη σχετικές αποφάσεις της Υπηρεσίας (ενδεικτική ΔΕΔ 3623/2022)

Β) Από την έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο διαδίκτυο και ενδεικτικά άρθρο στο site του Επιμελητηρίου Κυκλάδων με θέμα «Εργαλεία κοστολόγησης στον κλάδο εστίασης», όπου ως απόδοση των κρεάτων υπολογίζεται σε 60%, ήτοι φύρα 40%. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη: • σχετικές αποφάσεις της ΔΕΔ ότι για τα προσφερόμενα σε τεμάχια εφαρμόζεται φύρα 10% και • ότι ο έλεγχος εφάρμοσε φύρα 30% στα προσφερόμενα με το κιλό είδη,  ως  εκ  τούτου και στο  χοιρινό παϊδάκι  (Μπριζόλα)  θα πρέπει να  υπολογιστεί  φύρα  30% (ενδεικτική ΔΕΔ  2018/2022) και  επιπλέον, δεδομένου ότι  στο είδος κοτόπουλο,  το  οποίο προσφέρεται από τον προσφεύγοντα σε τεμάχια (ολόκληρο ή μισό) αλλά και σε μερίδες θα πρέπει να υπολογιστεί φύρα λόγω απόψυξης και απώλειας ψησίματος ο μέσος των ανωτέρω, ήτοι 20% [(30% +10%)/2=20%].

Με αφορμή αυτή την απόφαση θα θέλαμε να επισημάνουμε την ανάγκη για θεσμοθέτηση στο πλαίσιο φορολογικών ελέγχων σταθερών ποσοστών φύρας ανά είδος, καθώς για το ίδιο είδος, ανάλογα με την Υπηρεσία που διενεργεί τον έλεγχο, έχουμε συναντήσει ποσοστά φύρας από 5% έως και 30%.

Επιβολή προστίμων σε βάρος αποβιώσαντα

Κρίσιμο στοιχείο για τη νόμιμη ή μη επιβολή προστίμων σε βάρος αποβιώσαντα, είναι κατ’ αρχάς εάν αυτά είναι κυρωτικού ή αποζημιωτικού  χαρακτήρα  και  επιπροσθέτως  εάν  τα  πρόστιμα  αυτά  καταλογίζονται πρωτογενώς ή εάν είχαν «το πρώτον» κοινοποιηθεί στον ίδιο τον θανούντα, όσο αυτός ήταν εν ζωή. Τα πρόστιμα εις βάρος αποβιώσαντα, που έχουν αυστηρά προσωπικό χαρακτήρα δεν μετακυλίονται προς τους κληρονόμους. Πιο συγκεκριμένα ένα πρόστιμο π.χ. μη ανταπόκρισης σε αίτημα προσκόμισης στοιχείων έχει προσωπικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι, ως διοικητική κύρωση αποσκοπεί στον  εξαναγκασμό  του  υπόχρεου  προς  συμμόρφωση  προς  τις  φορολογικές  εν  γένει υποχρεώσεις  του,  ήτοι  αποτρέποντας  τον  από  την  τέλεση  (μελλοντικών)  φορολογικών παραβάσεων και η επιβολή τους δεν προϋποθέτει την ύπαρξη ζημίας στο Δημόσιο και συνεπώς, δεν έχει αποκαταστατικό χαρακτήρα, εφόσον μ’ αυτό δεν επιδιώκεται η ικανοποίηση -έστω και μερικώς -της υποχρέωσης προς πληρωμή των οικείων οφειλόμενων φόρων. Για τον λόγο αυτό παύει ο σκοπός για την επιβολή προστίμου επί τυπικής -διαδικαστικής παράβασης, καθόσον, τα εν λόγω πρόστιμα, έχοντας αυστηρά προσωπικό και αποκλειστικά κυρωτικό χαρακτήρα αποσβένονται με τον θάνατο του υπόχρεου.

Αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξίας

Για  τον προσδιορισμό  της  αξίας  των  ακινήτων  με το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού λαμβάνονται  υπόψη  και  συνεκτιμώνται  ιδίως  τα στοιχεία εκτίμησης των ιδίων ή άλλων πλησιόχωρων ομοειδών ακινήτων που προκύπτουν από μεταβιβάσεις με αντάλλαγμα ή κτήσεις αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής, ή κάθε πρόσφορο στοιχείο το οποίο ασκεί ουσιώδη επίδραση στη διαμόρφωση της αγοραίας αξίας τους. Σε περίπτωση έλλειψης οποιουδήποτε από τα ανωτέρω  στοιχεία ή εφόσον αυτά που υπάρχουν  κρίνονται απρόσφορά ή ανεπαρκή  ο προσδιορισμός  της  αξίας αυτών  γίνεται με βάση κάθε αποδεικτικό στοιχείο.

Συνήθη Ερωτήματα

Το εισόδημα ακίνητης περιουσίας αποκτάται από κάθε φυσικό πρόσωπο στο οποίο έχει νόμιμα μεταβιβασθεί, με δικαστική απόφαση, με οριστικό συμβόλαιο ή χρησικτησία κ.λπ., το εμπράγματο δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή νομής ή επικαρπίας ή οίκησης, κατά περίπτωση.

Δείτε τις Φοροαπόψεις και στo Capital

Η επιστημονική ομάδα της ΑΡΤΙΟΝ

Με την επιμέλεια του κυρίου Γεώργιου Δαλιάνη

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION Α.Ε. (Πουρνάρα 9 Μαρούσι | +30 210 6009062 |  www.artion.gr).


Φοροαπόψεις – 13/04/2023

Προδικαστικό ερώτημα στο ΣτΕ για συμπληρωματικά στοιχεία παραγραφής

Διατυπώθηκε προς το ΣτΕ το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα: «εάν η εξέταση των δεδομένων των τραπεζικών λογαριασμών των φορολογούμενων αποτελεί συμπληρωματικό στοιχείο, κατά την έννοια του άρθρου 68 παρ. 2 περ. α’ του ν. 2238/1994 το οποίο και εφαρμόζεται δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3296/2004, που επιτρέπει τον επανέλεγχο από την αρμόδια αρχή της ακρίβειας φορολογικών δηλώσεων που έχουν περαιωθεί ως ειλικρινείς, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 13-17 του τελευταίου αυτού νόμου και την έκδοση συμπληρωματικής πράξης προσδιορισμού φόρου (ήδη πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του άρθρου 72 παρ. 1 ν. 4174/2013, ΦΕΚ Α’ 170)».

Χρόνος έκδοσης τιμολογίου

Ο χρόνος έκδοσης του τιμολογίου καθορίζεται από την παράγραφο 2 του άρθρου 11 των ΕΛΠ (Ν.4308/2014). Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου, το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί.

Για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη υπηρεσία (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, παροχή υπηρεσιών τήρησης λογιστικών αρχείων από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.) το κρίσιμο στοιχείο είναι το εάν ο πωλητής, βάσει σύμβασης ή της συνήθους επιχειρηματικής πρακτικής δύναται να απαιτήσει / διεκδικήσει πληρωμή για το μέρος των αγαθών ή υπηρεσιών που έχει προσφέρει ή το έργο που έχει παράξει. Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη παροχή αγαθών ή υπηρεσιών ή κατασκευής έργου δεν διαφοροποιείται από το γεγονός ότι η έναρξη της παροχής ή κατασκευής μπορεί να ξεκίνησε πριν το τέλος της ετήσιας (διαχειριστικής) περιόδου και συνεχίσθηκε στην επόμενη.

Αφανής εταιρεία και φορολόγηση

Η αφανής εταιρεία αποτελεί μεν υποκείμενο του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, ωστόσο, με βάση τόσο τις διατάξεις του ν.4072/2012 όσο και τη δικαστηριακή νομολογία, καθίσταται σαφές ότι αυτή δεν προβάλλεται στις συναλλαγές με τρίτους, ακόμα και αν είναι η φορολογική αρχή, αλλά υφίσταται ως εταιρεία για τις εσωτερικές σχέσεις των εταίρων μεταξύ τους, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω. Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατή η υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος από αφανή εταιρεία ως τέτοια.

Τα έσοδα που αποκτώνται από τη δραστηριότητα της αφανούς εταιρείας φορολογούνται στο όνομα του εμφανούς εταίρου κατά περίπτωση και ανάλογα με την μορφή του (ατομική επιχείρηση, νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα).

Αν ύστερα από τη διενέργεια ελέγχου διαπιστωθεί η ύπαρξη αφανούς εταιρείας και η απόκρυψη φορολογητέας ύλης, τότε εκδίδεται από τη Φορολογική Διοίκηση πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου στο όνομα του ασκούντος την επιχείρηση ως εμφανούς εταίρου αφανούς εταιρείας, στην περίπτωση δε αυτή, ο εφαρμοζόμενος συντελεστής φορολογίας επί των καθαρών κερδών είναι ο οριζόμενος από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 58 του ΚΦΕ, ως υποκείμενο του φόρου σύμφωνα με την περ. ε΄ του άρθρου 45 του ΚΦΕ.

 

Συνήθη Ερωτήματα

Στις περιπτώσεις εταιρειών ομόρρυθμων ή ετερόρρυθμων ή περιορισμένης ευθύνης ή ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών ή ανώνυμων ή αστικών καθώς και κοινωνιών και κοινοπραξιών που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα, οι οποίες έχουν στην κυριότητά τους ή στην κατοχή τους Ε.Ι.Χ. η αντικειμενική δαπάνη που αναλογεί στους εταίρους, διαχειριστές, διευθύνοντες συμβούλους κ.λπ. δεν μπορεί να είναι ανώτερη από τη μεγαλύτερη αντικειμενική δαπάνη που προκύπτει από αυτοκίνητο της εταιρείας. Η αντικειμενική δαπάνη που αναλογεί από αυτοκίνητο εταιρείας συμπληρώνεται στο όνομα του φορολογούμενου που τον βαρύνει.

Δείτε τις Φοροαπόψεις και στo Capital

Η επιστημονική ομάδα της ΑΡΤΙΟΝ

Με την επιμέλεια του κυρίου Γεώργιου Δαλιάνη

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION Α.Ε. (Πουρνάρα 9 Μαρούσι | +30 210 6009062 |  www.artion.gr).


Φοροαπόψεις – 06/04/2023

Παρακράτηση φόρου και αλλοδαπές νομικές οντότητες με μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα

 Με την ΠΟΛ. 1007/2017 εγκύκλιο Διοικητή ΑΑΔΕ, με την οποία δόθηκαν οδηγίες για τη φορολογική μεταχείριση των αμοιβών της περ. δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 62 του ΚΦΕ, διευκρινίστηκε ότι οι εν λόγω αμοιβές (για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες ή και αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες), τις οποίες λαμβάνει μέσω της μόνιμης εγκατάστασής του στην Ελλάδα νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα φορολογικός κάτοικος κράτους – μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου.

Από την ως άνω απαλλαγή εξαιρούνται οι αμοιβές που λαμβάνουν τα ως άνω νομικά πρόσωπα για τις υπηρεσίες που παρέχουν στους φορείς γενικής κυβέρνησης της παρ. 2 του άρθρου 64 και ως εκ τούτου, υπόκεινται σε παρακράτηση με συντελεστές 1%, 4% ή 8%, κατά περίπτωση, καθώς και οι αμοιβές για τεχνικά έργα, που λαμβάνουν τα υπόψη νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, οι οποίες υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 3%.

Εξαίρεση από την υποχρέωση καταβολής του τέλους επιτηδεύματος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αυξάνουν τις θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης

 Δικαιούχοι της εξαίρεσης από την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος είναι:

α) φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και β) νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, ανεξάρτητα από τον τρόπο τήρησης των βιβλίων τους (απλογραφικά ή διπλογραφικά), των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα κατά το φορολογικό έτος για το οποίο χορηγείται η εξαίρεση δεν υπερβαίνουν τα δύο (2) εκατομμύρια ευρώ.

Για την εξαίρεση των πιο πάνω προσώπων από την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος ενός φορολογικού έτους θα πρέπει κατά το ίδιο φορολογικό έτος να έχουν προβεί σε αύξηση των θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης κατά τουλάχιστον τρία δωδέκατα (3/12) σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή προς τον σκοπό θεμελίωσης εξαίρεσης από την υποχρέωση καταβολής του τέλους επιτηδεύματος φορολογικού έτους 2022 και εφεξής.

Ρητή απαλλαγή από ασφ. εισφορές για τις διατακτικές σίτισης

 Με την εγκύκλιο ΕΦΚΑ 22/2023 διευκρινίστηκε (πλέον ρητά) ότι οι χορηγούμενες από τον εργοδότη διατακτικές σίτισης σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή προς τους εργαζόμενους εμπίπτουν στην έννοια των παροχών σε είδος του πρώτου και δεύτερου εδαφίου, και συνεπώς δεν υπόκεινται σε ασφαλιστικές εισφορές, εφόσον :

  • Χορηγούνται σε μηνιαία βάση από τον εργοδότη στους εργαζόμενους για την κάλυψη των αναγκών διατροφής τους κατά την διάρκεια της εργασίας τους
  • Η αξία τους δεν υπερβαίνει το ποσό των έξι (6) ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα
  • Ανταλλάσσονται μόνο με γεύματα, έτοιμα φαγητά, τρόφιμα έτοιμα προς κατανάλωση,ροφήματα, και
  • Η ανωτέρω ανταλλαγή θα πρέπει να γίνεται σε συμβεβλημένο δίκτυο καταστημάτων,

στη βάση συμβάσεων μεταξύ του εκδότη των διατακτικών σίτισης και των καταστημάτων, στις οποίες ρυθμίζεται ο τρόπος αποδοχής και ανταλλαγής των διατακτικών σίτισης από τους δικαιούχους εργαζόμενους.

Διευκρινίζουμε ότι, οι ανωτέρω προϋποθέσεις πρέπει να πληρούνται αθροιστικά.

 

Συνήθη Ερωτήματα

Τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους σωματεία και ιδρύματα, υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων, με εξαίρεση τα κάθε είδους έσοδα που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο επιβολής φόρου εισοδήματος.

Δείτε τις Φοροαπόψεις και στo Capital

Η επιστημονική ομάδα της ΑΡΤΙΟΝ

Με την επιμέλεια του κυρίου Γεώργιου Δαλιάνη

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION Α.Ε. (Πουρνάρα 9 Μαρούσι | +30 210 6009062 |  www.artion.gr).


H εφαρμογή κάποιων φορολογικών διατάξεων κινείται στο όριο της συνταγματικότητας

Tου Γιώργου Δαλιάνη, με τη συνεργασία της Νατάσας Δαλιάνη και της Νίκης Χατζοπούλου*

Με βάση το Σύνταγμα, οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους, όμως αυτό δεν λαμβάνεται πάντα υπόψιν από τις φορολογικές αρχές με αποτέλεσμα πολλοί φορολογούμενοι να βρίσκονται σε δεινή οικονομική κατάσταση λόγω αδυναμίας καταβολής της υπέρμετρης φορολογικής επιβάρυνσης. Στο παρόν κείμενο αναλύουμε ένα πραγματικό παράδειγμα.

 

Είναι γνωστό ότι οι δαπάνες άνω των 500 ευρώ (καθαρή αξία) δεν εκπίπτουν από τα έσοδα της επιχείρησης εφόσον δεν έχουν εξοφληθεί με τραπεζικό μέσο. Τι γίνεται όμως εάν ένας μικρομεσαίος επιχειρηματίας από άγνοια δεν ακολούθησε αυτό τον κανόνα; Πώς αντιμετωπίζονται αυτές οι περιπτώσεις από τις φορολογικές αρχές.

Τι προβλέπει η νομοθεσία

Όπως είναι γνωστό, με το άρθρο 23, περ. (β’) του Ν. 4172/2013, ορίζεται ότι μεταξύ των δαπανών που δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων είναι και κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.

Ως τραπεζικό μέσο πληρωμής νοείται:

– Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του προμηθευτή, είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα),

– Η χρήση χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών της εταιρείας που πραγματοποιεί την πληρωμή,
– Η έκδοση τραπεζικής επιταγής της επιχείρησης ή η εκχώρηση επιταγών τρίτων,

– Η χρήση συναλλαγματικών οι οποίες εξοφλούνται μέσω τραπέζης,

– Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής – ταχυπληρωμής ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων.

Με την ΠΟΛ 1216/2014 διευκρινίστηκε ότι: «Η μη εξόφληση των ως άνω δαπανών με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής δεν συνιστά, από μόνη της, εικονικότητα ως προς τη συναλλαγή και δεν έχει ως αποτέλεσμα τον προσδιορισμό του εισοδήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του ιδίου νόμου, εφόσον δεν συντρέχουν και άλλοι λόγοι».

Είναι δεδομένο ότι άγνοια νόμου δεν συγχωρείται. Όμως, όταν πρόκειται για έναν άνθρωπο του μεροκάματου, για έναν άνθρωπο που έχει μία μικρή επιχείρηση, μικροεπαγγελματία, που πιθανόν δεν έλαβε τις κατάλληλες οδηγίες ή δεν έχει κατανοήσει τις ισχύουσες διατάξεις και τις συνέπειες μη συμμόρφωσης προς αυτές, τότε η δρακόντεια αυτή νομοθεσία τον οδηγεί στην οικονομική καταστροφή.

Η θέση μας

Η θέση μας είναι ξεκάθαρη ως προς το ζήτημα αυτό: Η εν λόγω διάταξη του άρθρου 23 του ΚΦΕ, ως έχει, δεν συμβιβάζεται με τις συνταγματικές επιταγές. Και αυτό διότι η εφαρμογή της μπορεί να οδηγήσει μία επιχείρηση που δεν την εφάρμοσε σε οικονομικό θάνατο. Τούτο δεν συμβιβάζεται με την αρχή της αναλογικότητας, δεδομένου ότι, ενώ η διάταξη αποσκοπεί στην πάταξη του φαινομένου των εικονικών συναλλαγών, έχει ως αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζεται η έκπτωση δαπανών, για τις οποίες δεν τίθεται ζήτημα εικονικότητας.

Το παράδειγμα από πραγματικό έλεγχο

Αρχικά, να επισημάνουμε ότι η Φορολογική Διοίκηση δεσμεύεται από την κείμενη νομοθεσία και στην περίπτωση αυτή ενήργησε αυστηρά σύμφωνα με αυτή.

Πρόκειται για ένα ψιλικατζίδικο.

Κατά τις αγορές από 4 βασικούς προμηθευτές, οι οποίοι είναι συντοπίτες του ελεγχόμενου, εντοπίστηκε ότι οι δαπάνες άνω των 500 ευρώ, προφανώς από άγνοια, δεν εξοφλήθηκαν με τραπεζικό μέσο. Αυτό οδήγησε τον έλεγχο να κρίνει ότι το σύνολο αυτών των αγορών (συνολικού ποσού 343.000 €) δεν εκπίπτουν (αναγνωρίζονται), επιβάλλοντας στον φορολογούμενο φόρους μετά προσαυξήσεων και προστίμων ύψους 500.000 ευρώ. Δεν έχουμε κάνει λάθος στα μηδενικά. Οι συγκεκριμένες αγορές γύρω στο 90% αφορούν αγορά καπνοβιομηχανικών προϊόντων (τσιγάρα) και κάρτες τηλεφώνου. Το κέρδος που προκύπτει από την πώληση αυτών των προϊόντων δεν ξεπερνάει τις 12.000 ευρώ.

Το παράδοξο είναι ότι εν συνεχεία ο έλεγχος χρησιμοποίησε τις δαπάνες αυτές στο πλαίσιο της εφαρμογής των έμμεσων τεχνικών ελέγχου και συγκεκριμένα της αρχής της αναλογίας κόστους πωληθέντων. Με τον τρόπο αυτό σφράγισε την εν ψυχρώ εκτέλεση του επιχειρηματία που από άγνοια δεν συμμορφώθηκε με μία διάταξη νόμου, γεγονός το οποίο τον οδηγεί στην οικονομική καταστροφή και τη συνακόλουθη ποινική του δίωξη για χρέη προς το Δημόσιο.

Η προτεινόμενη λύση

Θα πρέπει να θεσπιστεί μία δικλείδα ασφαλείας, η οποία να ελέγχει επί της ουσίας την κάθε υπόθεση και να μην κρίνει εφαρμόζοντας μία καταστροφική διάταξη.  Πιο συγκεκριμένα θα πρέπει να γίνεται ένας έλεγχος ουσίας σχετικά με την εικονικότητα της δαπάνης και εφόσον αυτή αποδεικνύεται πραγματική να μην εφαρμόζεται αυτή η διάταξη. Το φαινόμενο της μη συμμόρφωσης είτε από άγνοια είτε από αδυναμία είναι εκτεταμένο, ιδίως στις μικρές επιχειρήσεις και φυσικά στα απλογραφικά βιβλία. Αυτό και μόνο αποδεικνύει την παταγώδη αποτυχία της διάταξης, καθώς αποτελεί έρεισμα για υπέρογκους καταλογισμούς σε βιοπαλαιστές, κατά πλήρη παράβαση της αρχής της ισότητας συνεισφοράς στα δημόσια βάρη, άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους».

 

Δείτε το άρθρο και στo CAPITAL.GR

* Ο  Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION A.E. & Ιδρυτής του ΟΜΙΛΟΥ ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Νατάσα Δαλιάνη είναι Partner της ARTION A.E.

Η Nίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος LL.M. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της ARTION A.E.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)


Tι ευθύνη έχει ο διαχειριστής της ΙΚΕ?

Tου Γιώργου Δαλιάνη, με τη συνεργασία της Νίκης Χατζοπούλου*

H ευθύνη του διαχειριστή της ΙΚΕ έχει πολλές διαστάσεις και ποικίλλει ανάλογα με την κατηγορία των υποχρεώσεων και των οφειλών. Συνεπώς, η απλουστευτική προσέγγιση ότι επειδή πρόκειται για κεφαλαιουχική εταιρεία, οι ευθύνες είναι περιορισμένες, δεν έχει βάση και ειδικά στην περίπτωση του διαχειριστή.

Μετά την εισαγωγή του εταιρικού τύπου της Ι.Κ.Ε. (Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία) με τον ν. 4072/2012, πολλοί επιχειρηματίες έχουν επιλέξει αυτή τη νομική μορφή για την επιχείρησή τους. Όπως είναι γνωστό, η Ι.Κ.Ε. αποτελεί μία μετεξέλιξη της Ε.Π.Ε., είναι δηλαδή μία κεφαλαιουχική εταιρεία, στο πλαίσιο της οποίας οι εταίροι ευθύνονται καταρχήν μόνο μέχρι του ύψους της εισφοράς τους και όχι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με την ατομική τους περιουσία, όπως π.χ. ένας ομόρρυθος εταίρος.

Ποια είναι, όμως, η ευθύνη του διαχειριστή της ΙΚΕ, είτε είναι είτε δεν είναι εταίρος αυτής;

Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να διακρίνουμε τις επιμέρους κατηγορίες της ευθύνης, με βάση τη σχετική νομοθεσία.

  1. Ευθύνη έναντι της Φορολογικής Διοίκησης

Με βάση το άρθρο 50, περί αλληλέγγυας ευθύνης, του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), όπως ισχύει τροποποιημένο, ορίζεται ότι: «1. Τα πρόσωπα, που είναι εκτελεστικοί πρόεδροι, διευθυντές, γενικοί διευθυντές, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, καθώς και τα πρόσωπα που ασκούν εν τοις πράγμασι τη διαχείριση ή διοίκηση νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα για την πληρωμή του φόρου εισοδήματος, παρακρατούμενου φόρου, κάθε επιρριπτόμενου φόρου, Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων, που οφείλονται από αυτά τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες, ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσής τους, ως και για τους τόκους, πρόστιμα, προσαυξήσεις και οποιεσδήποτε διοικητικές χρηματικές κυρώσεις επιβάλλονται επ’ αυτών, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις: α. τα ανωτέρω πρόσωπα είχαν μια από τις ανωτέρω ιδιότητες είτε κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου είτε κατά τον χρόνο λύσης, διάλυσης ή συγχώνευσής του είτε κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης του νομικού προσώπου, β. οι οφειλές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες κατά τη διάρκεια της θητείας τους υπό κάποια εκ των ανωτέρω ιδιοτήτων με την επιφύλαξη των επόμενων εδαφίων.

 Αν οι οφειλές διαπιστώνονται μετά από έλεγχο, ως αλληλεγγύως υπεύθυνα πρόσωπα κατά την έννοια της παραγράφου αυτής νοούνται μόνο τα πρόσωπα στα οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των στοιχείων α΄ και γ΄ κατά το φορολογικό έτος ή την περίοδο στην οποία ανάγονται οι οφειλές αυτές. Σε περίπτωση που οι υπό παρ. 1 φορολογικές οφειλές έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, η αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει και τα πρόσωπα στα οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των στοιχείων α΄ και γ΄ κατά τον χρόνο που κάθε δόση της ρύθμισης κατέστη ληξιπρόθεσμη ή η ρύθμιση απωλέσθηκε. Για τα ποσά των τόκων, των προσαυξήσεων, των προστίμων και των λοιπών χρηματικών κυρώσεων, η αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει τα πρόσωπα που είναι αλληλεγγύως υπεύθυνα για την κύρια οφειλή επί της οποίας υπολογίζονται και επιβάλλονται τα ποσά αυτά, γ. οι εν λόγω οφειλές δεν καταβλήθηκαν ή δεν αποδόθηκαν στο Δημόσιο από υπαιτιότητα των ανωτέρω προσώπων. Το βάρος απόδειξης για την μη ύπαρξη υπαιτιότητας, φέρουν τα υπό παρ.1 πρόσωπα. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύνανται να ορίζονται ενδεικτικά περιπτώσεις έλλειψης υπαιτιότητας. (…)».

Συνεπώς, βλέπουμε ότι ο διαχειριστής ΙΚΕ, ανεξαρτήτως της εταιρικής του ιδιότητας, ευθύνεται έναντι της Φορολογικής Διοίκησης προσωπικά και αλληλέγγυα για την πληρωμή του φόρου εισοδήματος, παρακρατούμενου φόρου, κάθε επιρριπτόμενου φόρου, Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων, που οφείλεται από την ΙΚΕ, ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσής τους, ως και για τους τόκους, πρόστιμα, προσαυξήσεις και οποιεσδήποτε διοικητικές χρηματικές κυρώσεις επιβάλλονται επ’ αυτών, εφόσον έχων την ιδιότητα του διαχειριστή, οι οφειλές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες κατά τη διάρκεια της θητείας του και  οι εν λόγω οφειλές δεν καταβλήθηκαν ή δεν αποδόθηκαν στο Δημόσιο από υπαιτιότητά του. Επίσης, σε περίπτωση ελέγχου που διενεργείται στην επιχείρηση ακόμα και μετά την αποχώρηση του διαχειριστή, αυτός φέρει ευθύνη για οφειλές που προκύπτουν για χρήσεις κατά τις οποίες διοικούσε την εταιρεία.

Θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι η τρίτη προϋπόθεση που θέτει ο νόμος, σχετικά με την υπαιτιότητα για την μη καταβολή, αποτελεί μία θα λέγαμε «δικλείδα ασφαλείας», ειδικά για πρόσωπα που εικονικά μόνον είχαν την ιδιότητα του διαχειριστή, αλλά την πραγματική διοίκηση ασκούσε άλλο πρόσωπο και σε αυτές τις περιπτώσεις αξίζει να διεκδικήσει δικαστικά το πρόσωπο αυτό την απαλλαγή του από την ευθύνη (βλ. κατωτέρω υπό παρ. 5). Μάλιστα, πολύ συχνά μία δικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου που είναι αθωωτική, μπορεί να ληφθεί υπόψιν (ανάλογα και με το περιεχόμενό της, χωρίς όμως αυτό να είναι δεδομένο) και για την διοικητική διαδικασία της είσπραξης των οφειλών.

Περαιτέρω, σημειώνουμε ότι όλα τα ανωτέρω ισχύουν από 12/12/2019, μετά την πρόσφατη τροποποίηση του άρθρου 50 του ν. 4174/2013 και σχετικώς έχει εκδοθεί και η υπ’ αριθ. Ε2173/2020 Εγκύκλιος της ΑΑΔΕ, που εξειδικεύει τον τρόπο εφαρμογής του νέου καθεστώτος περί αλληλέγγυας ευθύνης.

Τέλος, θα θέλαμε να αναφερθούμε και στα συναφή με τα ανωτέρω μέτρα διασφάλισης του Δημοσίου, που είναι η λήψη μέτρων για την διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής π.χ. επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης κινητών, ακινήτων. Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται και κατά των προσώπων που αναφέρονται στο ως άνω άρθρο, δηλαδή, και στον διαχειριστή της ΙΚΕ. Ωστόσο, με την υπ’ αριθ. 1837/2020 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι μόνη η ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου εταιρείας δεν αρκεί για το νόμιμο της επιβολής των μέτρων διασφάλισης υπέρ του Δημοσίου αλλά απαιτείται, επιπλέον, να αποδείξει η φορολογική αρχή εάν είχε πράγματι ασκήσει διοίκηση.

  1. Ευθύνη για την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών

Με βάση το άρθρο 31 του ν. 4321/2015 περί αλληλέγγυας ευθύνης για την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, όπως ισχύει τροποποιημένο, ορίζεται ότι: «1. Τα πρόσωπα που είναι νόμιμοι εκπρόσωποι, πρόεδροι, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 3 του ν. 4174/2013 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, Α΄ 170), κατά τον χρόνο της διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα και εις ολόκληρον για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται από αυτά τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσής τους, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις: α. τα ανωτέρω πρόσωπα είχαν μια από τις ανωτέρω ιδιότητες είτε κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου είτε κατά τον χρόνο λύσης, διάλυσης ή συγχώνευσής του είτε κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης του νομικού προσώπου, β. οι οφειλές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες κατά τη διάρκεια της θητείας τους υπό κάποια εκ των ανωτέρω ιδιοτήτων, με την επιφύλαξη των επόμενων εδαφίων. Αν οι οφειλές διαπιστώνονται μετά από έλεγχο, ως αλληλεγγύως υπεύθυνα πρόσωπα κατά την έννοια της παραγράφου αυτής, νοούνται μόνο τα πρόσωπα στα οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των στοιχείων α΄ και γ΄ κατά το έτος ή την περίοδο στην οποία ανάγονται οι οφειλές αυτές. Σε περίπτωση που οι υπό παρ.1 οφειλές έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, η αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει και τα πρόσωπα στα οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των στοιχείων α΄ και γ΄ κατά τον χρόνο που κάθε δόση της ρύθμισης κατέστη ληξιπρόθεσμη ή η ρύθμιση απωλέσθηκε. Για τα ποσά των τόκων, των προσαυξήσεων, των προστίμων και των λοιπών χρηματικών κυρώσεων, η αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει τα πρόσωπα που είναι αλληλεγγύως υπεύθυνα για την κύρια οφειλή επί της οποίας υπολογίζονται και επιβάλλονται τα ποσά αυτά, γ. οι εν λόγω οφειλές δεν καταβλήθηκαν ή δεν αποδόθηκαν στο Δημόσιο από υπαιτιότητα των ανωτέρω προσώπων. Το βάρος απόδειξης για την μη ύπαρξη υπαιτιότητας, φέρουν τα υπό παραγράφου 1 πρόσωπα. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας δύνανται να ορίζονται ενδεικτικά περιπτώσεις έλλειψης υπαιτιότητας. (…)».

 Αντίστοιχη, λοιπόν, με τη φορολογική νομοθεσία είναι η και η ρύθμιση της αλληλέγγυας ευθύνης των διοικούντων για την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών.

Συνεπώς, σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο διαχειριστής ΙΚΕ ευθύνεται προσωπικά και αλληλέγγυα και εις ολόκληρον για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται από την ΙΚΕ προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσής τους, εφόσον έχων την ιδιότητα του διαχειριστή, οι οφειλές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες κατά τη διάρκεια της θητείας του και οι εν λόγω οφειλές δεν καταβλήθηκαν ή δεν αποδόθηκαν στο Δημόσιο από υπαιτιότητά του.

Σχετικώς, έχει εκδοθεί και η Εγκύκλιος ΕΦΚΑ 9/2020 που εξειδικεύει τον τρόπο εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης.

  1. Ευθύνη έναντι της ίδιας της εταιρείας

Δεδομένου ότι ο διαχειριστής της ΙΚΕ είναι με βάση τον νόμο ο εκπρόσωπος αυτής και το πρόσωπο που ασκεί διοίκηση ως εκ της ιδιότητάς του, όπως είναι εύλογο, σε περίπτωση κακοδιαχείρισης ο διαχειριστής είναι υπόλογος έναντι της εταιρείας.

H ευθύνη θεμελιώνεται είτε σε παράβαση του νόμου, του καταστατικού ή των αποφάσεων των εταίρων, είτε σε διαχειριστικό πταίσμα. Το τελευταίο αφορά διαχείριση που υπήρξε πλημμελής (άστοχη, ιδιοτελής κ.λπ.) και για το λόγο αυτό ζημιογόνα. Ως προς αυτήν ισχύει ο κανόνας της επιχειρηματικής κρίσης (business judgment rule). Βέβαια, αυτή η ευθύνη του διαχειριστή περιορίζεται: α) στην περίπτωση που στηρίζεται σε σύννομη απόφαση των εταίρων, β) μέσω της δυνατότητας απαλλαγής του από την ευθύνη και γ) λόγω της σύντομης παραγραφής της αξίωσης της εταιρείας που είναι τριετής.

Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, η ευθύνη του διαχειριστή έναντι της εταιρείας αφορά τις εκ μέρους του διαχειριστή υπαίτιες παραβάσεις ως προς τη συμμόρφωσή του με τον νόμο που διέπει την εταιρική λειτουργία της ΙΚΕ (ν. 4072/2012), το καταστατικό της εταιρείας και τις αποφάσεις των εταίρων.

  1. Ευθύνη έναντι τρίτων

Τέλος, με βάση τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, ο διαχειριστής της ΙΚΕ ευθύνεται εις ολόκληρον μαζί με την εταιρεία, έναντι τρίτων ιδιωτών, κατ’ άρθρο 71 ΑΚ, σε περίπτωση υπαίτιας πράξης ή παράλειψης, που γεννά υποχρέωση αποζημίωσης είτε λόγω παραβίασης συμβατικών υποχρεώσεων είτε λόγω αδικοπραξίας.

  1. Περιπτώσεις απαλλαγής διαχειριστή από ευθύνη

Σύμφωνα με το άρθρο 57 του ν. 4072/2012 ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση περισσότερων διαχειριστών οι πράξεις διαχείρισης και εκπροσώπησης διενεργούνται συλλογικά, εκτός αν το καταστατικό προβλέπει κάτι άλλο.».

Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει δυνατότητα να υφίστανται μεν δύο ή περισσότεροι διαχειριστές αλλά ένας ή ορισμένοι μόνον εξ αυτών να ασκούν όλο το φάσμα των πράξεων διοίκησης και εκπροσώπησης. Στην περίπτωση αυτή, υπάρχει περιορισμός της ευθύνης για όσους διαχειριστές έχουν αναλάβει μεμονωμένες πράξεις εκπροσώπησης.

Πιο συγκεκριμένα, σε περίπτωση που υφίσταται αποδεδειγμένη, με βάση έγγραφα (π.χ. σύμβαση εργασίας, βεβαίωση εταιρείας), αποκλειστική ανάθεση συγκεκριμένων καθηκόντων διοίκησης και εκπροσώπησης (όπως π.χ. διευθυντής μάρκετινγκ, δ/ντής ανθρωπίνου δυναμικού, δ/ντής πληροφορικής, δ/ντής τεχνικών – υποστηρικτικών υπηρεσιών, δ/ντής αποθήκης, δ/ντής πωλήσεων) που δεν άπτονται των φορολογικών υποχρεώσεων του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, εφόσον τα συγκεκριμένα πρόσωπα δεν έχουν αρμοδιότητα αποκλειστικής γενικής εκπροσώπησης και διαχείρισης του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, σύμφωνα με δημοσιευμένα έγγραφα, δεν έχουν ευθύνη για οφειλές έναντι του Δημοσίου. Για το πλήρες φάσμα της περιπτωσιολογίας για την απαλλαγή από την αλληλέγγυα ευθύνη των διοικούντων έχουμε κάνει εκτενή αναφορά σε προηγούμενες δημοσιεύσεις μας (βλ. Φοροαπόψεις – 15.4.2021).

Καταληκτικά, σημειώνουμε ότι οι διαχειριστές και γενικά αυτοί που επιλέγουν την εταιρική μορφή της ΙΚΕ, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η Φορολογική Διοίκηση ενεργεί σύμφωνα με τις εγκυκλίους και καταλογίζει τα ποσά, όταν συντρέχουν οι τυπικές προϋποθέσεις. Σε περίπτωση που δεν συντρέχουν παράλληλα και οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την ευθύνη ενός διαχειριστή, αναγκαστικά ο φορολογούμενος θα πρέπει να αποτανθεί στα δικαστήρια για την απαλλαγή του.

 

Δείτε το άρθρο και στo E-FOROLOGIA.GR

* Ο  Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION A.E. & Ιδρυτής του ΟΜΙΛΟΥ ARTION, Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός.

Η Nίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος LL.M. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της ARTION A.E.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION A.E (Πουρνάρα 9, Μαρούσι /210 6009062 / www.artion.gr)