Έλεγχος εμβασμάτων: εισόδημα από οικοδομικές επιχειρήσεις
Του Γιώργου Διαλάνη
Με την παράγραφο 3 του άρθρου 15 του Ν.3888/2010 προστέθηκε η παράγραφος 3 στο άρθρο 48 του Ν.2238/94 η οποία έχει ως εξής: «Σε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία, ο φορολογούμενος μπορεί να κληθεί να αποδείξει είτε την πραγματική πηγή ή αιτία προέλευσής της είτε ότι φορολογείται από άλλες διατάξεις είτε ότι απαλλάσσεται από το φόρο με ειδική διάταξη, προκειμένου αυτό να μην φορολογηθεί ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθέρων επαγγελμάτων της χρήσης κατά την οποία επήλθε η προσαύξηση.»
Η διάταξη αυτή ενεργοποιήθηκε ιδιαίτερα για τις υποθέσεις που αφορούν αποστολή εμβασμάτων στο εξωτερικό την περίοδο 2009 – 2011. Ο φορολογούμενος προς απόδειξη της νόμιμης κατοχής διαθεσίμων και αποστολής αυτών στο εξωτερικό μπορεί να επικαλεστεί φορολογηθέντα εισοδήματα παλαιότερων ετών, σύμφωνα με το άρθρο 19 του παλαιού ΚΦΕ Ν.2238/94, αλλά και εισοδήματα παρελθόντων ετών (ΠΟΛ 1095 /2011) η οποία ερμηνεύοντας το νόμο προβλέπει:
«6. Συγκεκριμένα, απαιτείται να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις υποθέσεις που ελέγχονται και για τις οποίες τα εισοδήματα παρελθόντων ετών ορισμένων κατηγοριών επιτηδευματιών, ή εν γένει φορολογουμένων, έχουν προσδιοριστεί τεκμαρτά όπως επιχειρήσεις εκμετάλλευσης επιβατικών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης (ΤΑΧΙ), ΚΤΕΛ, ή επιχειρήσεις για τις οποίες προβλεπόταν η επιβολή καταβαλλόμενου ετήσιου ποσού φόρου, που αντιστοιχούσε σε ποσά εισοδήματος, όπως επιχειρήσεις εκμετάλλευσης φορτηγών αυτοκινήτων Δ.Χ., εκμετάλλευσης ενοικιαζομένων δωματίων και διαμερισμάτων, εκμετάλλευσης camping, πλανόδιων λιανοπωλητών και λιανοπωλητών σε κινητές λαϊκές αγορές κλπ., όπως προβλεπόταν με τις διατάξεις του άρθρου 33 του Κ.Φ.Ε. Στις συγκεκριμένες υποθέσεις, άλλα ήταν τα πραγματικά εισοδήματα και άλλα τα δηλούμενα, γεγονός που μπορεί να διαπιστωθεί, σε όσες περιπτώσεις οι εν λόγω φορολογούμενοι ήταν υποχρεωμένοι στην τήρηση βιβλίων και στοιχείων του Κ.Β.Σ., ή από άλλα στοιχεία, τιμολόγια κλπ., όταν δεν είναι υπόχρεοι σε τήρηση βιβλίων.
Επίσης, με τις διατάξεις του άρθρου 49 του Ν.2238/94, όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν.3842/2010, το καθαρό εισόδημα των αρχιτεκτόνων μηχανικών εξευρίσκεται με τη χρήση συντελεστή στις ακαθάριστες νόμιμες αμοιβές τους, οπότε και σε αυτή τη περίπτωση, άλλα είναι τα πραγματικά κέρδη και άλλα τα δηλούμενα φορολογητέα κέρδη.
Κατά τον ίδιο τρόπο το καθαρό γεωργικό εισόδημα, στην περίπτωση που δε τηρούνται βιβλία Γ’ κατηγορίας, προσδιορίζεται με αντικειμενική μέθοδο, οπότε είναι πολύ πιθανό το πραγματικό εισόδημα να είναι μεγαλύτερο από το αντικειμενικό – δηλούμενο εισόδημα.
Διευκρινίζεται ότι, σε ίσες από τις παραπάνω περιπτώσεις τηρούνται βιβλία του Κ.Β.Σ., από τα οποία προκύπτουν λογιστικά κέρδη, αλλά οι υπόψη επιχειρήσεις / ελεύθεροι επαγγελματίες φορολογούνται όχι με αυτά , αλλά είτε με τα τεκμαρτά ποσά, είτε με κατ’ αποκοπή φόρο, τότε για την κάλυψη της προσαύξησης της περιουσίας, θα λαμβάνονται υπόψη αυτά τα λογιστικά κέρδη εφόσον αυτά αποδεικνύονται μεγαλύτερα των τεκμαρτών.
7. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι φορολογούμενοι, οι υποθέσεις των οποίων ελέγχονται, μπορούν να δικαιολογήσουν την οποιαδήποτε προσαύξηση περιουσίας με επιπλέον εισοδήματα τα οποία δεν εμφανίζονται στη φορολογική τους δήλωση, επικαλούμενοι τα επιπλέον έσοδα που είχαν αποκτήσει από τις πιο πάνω δραστηριότητες και εφόσον αυτά αποδεικνύονται.»
Το Υπουργείο Οικονομικών στο πλαίσιο χειρισμού των υποθέσεων φορολογουμένων που έχουν αποστείλει εμβάσματα στο εξωτερικό κατά τα έτη 2009 – 2011, εξέδωσε την ερμηνευτική ΠΟΛ 1033/2013 με την οποία παρέχονται οδηγίες και διευκρινήσεις για διευκόλυνση των φορολογουμένων και για ταχύτερη διεκπεραίωση αυτών.
Στην παράγραφο 2 η εγκύκλιος αναφέρει.
«2. Διαφορά τεκμαρτών – Λογιστικών κερδών.
Διευκρινίζεται ότι, σε όσες περιπτώσεις τηρούνται βιβλία του ΚΒΣ, από τα οποία προέκυπταν λογιστικά κέρδη, αλλά οι υπόψη επιχειρήσεις – ελεύθεροι επαγγελματίες φορολογούνταν όχι με αυτά, αλλά με τεκμαρτά ποσά είτε με κατ’ αποκοπή ποσά φόρου (άρθρο 33 του Κ.Φ.Ε.) είτε με τη χρήση συντελεστή στις ακαθάριστες νόμιμες αμοιβές των υπόχρεων του άρθρου 49 του Κ.Φ.Ε., τότε για τη κάλυψη της προσαύξησης της περιουσίας, θα λαμβάνονται υπόψη αυτά τα λογιστικά κέρδη, εφόσον είναι μεγαλύτερα των τεκμαρτών. Το ίδιο ισχύει και για όσους απόκτησαν γεωργικό εισόδημα, στην περίπτωση που δεν τηρούνταν βιβλία Γ’ Κατηγορίας, το οποίο εισόδημα προσδιορίζεται με αντικειμενικό τρόπο (ΠΟΛ 1095 / 2011).
Στην περίπτωση αυτή, στο φάκελο δικαιολογητικών επισυνάπτεται και το έντυπο Ε3 το οποίο είχε υποβληθεί με τη δήλωση φόρου εισοδήματος του έτους που επικαλείται ο φορολογούμενος.»
Η εγκύκλιος 1033/2013 κατονομάζει ενδεικτικά και όχι περιοριστικά κάποιες περιπτώσεις ειδικής φορολόγησης και δεν αποκλείει ρητά κάποιες άλλες επιχειρήσεις – ελεύθερους επαγγελματίες. Πιστεύουμε ότι η φορολόγηση των εισοδημάτων των οικοδομικών επιχειρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 34 του Κ.Φ.Ε., κινείται στην ίδια βάση και λογική με τη φορολόγηση των εισοδημάτων των μηχανικών και των προσωπικών εταιρειών στις οποίες συμμετέχουν αποκλειστικά μηχανικοί, σύμφωνα με το άρθρο 49 του ΚΦΕ και ως εκ τούτου δεν πρέπει να εξαιρεθούν από αυτή τη ρύθμιση οι οικοδομικές επιχειρήσεις κάθε μορφής (ατομικές, ΟΕ, ΕΕ, και κοινοπραξίες) που τηρούν βιβλία Β’ κατηγορίας του ΚΒΣ.
Εκτιμούμε ότι το Υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να πάρει άμεσα θέση, ώστε να αποφευχθούν αυθαίρετες ερμηνείες από τις ελεγκτικές αρχές, οι οποίες θα οδηγήσουν άδικα πολλούς φορολογούμενους που ασχολούνται με την ανέγερση οικοδομών στις αίθουσες των Δικαστηρίων. Το αποτέλεσμα θα είναι μεγέθυνση της ύφεσης στην οικοδομική δραστηριότητα.